Πριν λίγες ημέρες, η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ) ξεκίνησε έναν κύκλο διαβούλευσης, με την παρουσίαση στους επικεφαλής των τμημάτων διαχείρισης κινδύνων των τραπεζών (βλέπε εδώ), ενός πρώτου σχεδίου για τα ESG, δηλαδή τα Περιβαλλοντικά και Κοινωνικά κριτήρια, καθώς και τα κριτήρια Διακυβέρνησης, όπως και τη Βιώσιμη Χρηματοδότηση. Βασικό συμπέρασμα της παρουσίασης είναι ότι ο παράγοντας κλίμα 

εισέρχεται πλέον δυναμικά στους συντελεστές που καθορίζουν τη βαθμίδα κινδύνου του δανειακού χαρτοφυλακίου των τραπεζών. Μάλιστα, τα κριτήρια ESG εκτιμάται ότι θα αποκτήσουν πρωτεύοντα ρόλο σε 2-3 χρόνια στην αξιολόγηση ρίσκου και ποιότητας των δανείων που χορηγούν οι τράπεζες, με ανάλογες επιπτώσεις στην επιλογή των μελλοντικών δανειοληπτών

Τί είναι τα κριτήρια ESG;

Τα συγκεκριμένα κριτήρια αποτελούν ουσιαστικά ένα σύνολο δεικτών επίδοσης (Key Performance Indices - KPIs), που καθορίζουν την επιχειρηματική συμπεριφορά και οι οποίοι χρησιμοποιούνται από δυνητικούς επενδυτές που εστιάζουν σε κοινωνικά υπεύθυνες επενδύσεις. Πιο συγκεκριμένα, τα περιβαλλοντικά κριτήρια εξετάζουν τον τρόπο με τον οποίο μια επιχείρηση διαχειρίζεται τις επιπτώσεις της δραστηριότητάς της στο φυσικό περιβάλλον. Αντίστοιχα, τα κοινωνικά κριτήρια εξετάζουν πώς διαχειρίζεται τις σχέσεις της με τους εργαζόμενους, τους προμηθευτές, τους πελάτες και τις κοινότητες στις οποίες δραστηριοποιείται, ενώ τα κριτήρια Διακυβέρνησης σχετίζονται με ένα σύστημα κανόνων, πρακτικών και διαδικασιών με το οποίο η επιχείρηση διευθύνεται και λειτουργεί. 

Ποια είναι η σχέση των κριτηρίων ESG με τον ενεργειακό τομέα;

Ο πλήρης μετασχηματισμός του ενεργειακού τομέα, που προωθεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με στόχο την μετάβαση στην κλιματική ουδετερότητα ως το 2050, έχοντας ως ενδιάμεσο στόχο τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 60% μέχρι το 2030, σε σχέση με τα επίπεδα του 1990, που ψήφισε στις 7 Οκτωβρίου του 2020 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, αναμένεται να οδηγήσει σε αλλαγές στο παραγωγικό μοντέλο της χώρας. Κάτι τέτοιο ήδη παρατηρείται στην Ελλάδα με την λεγόμενη απολιγνιτοποίηση σε Δυτική Μακεδονία και Μεγαλόπολη, με το κλείσιμο των λιγνιτικών μονάδων, την μεγαλύτερη προώθηση έργων ΑΠΕ και την ανάδειξη νέων αγορών, όπως πχ. τα ηλεκτρικά οχήματα και το υδρογόνο.  

Κατά την διάρκεια της παρουσίασής της, η ΤτΕ, επικαλούμενη το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) και τους ενεργειακούς και κλιματικούς στόχους που συμπεριλαμβάνει και έχουν τεθεί μέχρι το 2030, θεωρεί αναπόφευκτες τις οικονομικές ζημιές κατά την περίοδο της ενεργειακής μετάβασης, καθώς εκτιμά ότι θα καταργηθούν διάφορες  οικονομικές δραστηριότητες, ενώ παράλληλα γεωγραφικές περιφέρειες θα υποστούν σημαντικό πλήγμα, παρότι θα αναπτυχθούν νέοι τομείς, με την χρήση καινοτόμων τεχνολογιών. Ο χρόνος και η ταχύτητα με την οποία θα συμβούν οι αλλαγές αυτές θα παίξουν καθοριστικό ρόλο για τον υπολογισμό των ζημιών. Μια απότομη μετάβαση μπορεί να δημιουργήσει διαταραχή στην αγορά ακόμη και οικονομική ύφεση, προσθέτει η ΤτΕ.

Η ΤτΕ ακολουθεί τις ευρωπαϊκές εξελίξεις

Η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ), η οποία είναι ανεξάρτητη αρχή της ΕΕ, επιφορτισμένη με το έργο της εξασφάλισης αποτελεσματικού και συνεκτικού επιπέδου προληπτικής ρύθμισης και εποπτείας στο σύνολο του ευρωπαϊκού τραπεζικού τομέα, συνιστά στα ευρωπαϊκά τραπεζικά ιδρύματα να αντιμετωπίζουν με μακροπρόθεσμη οπτική τους κινδύνους που απορρέουν από τα κριτήρια ESG. Μάλιστα, η ΕΑΤ αναμένεται να εκδώσει μία μελέτη στις 28 Ιουνίου του 2021 για την αξιολόγηση κινδύνου με βάση τα κριτήρια ESG.

Επίσης, σύμφωνα με πρόσφατο σχετικό άρθρο της εφημερίδας Ναυτεμπορική, η παρουσίαση της ΤτΕ συνοδεύτηκε από μία πρόσκληση προς τις τράπεζες να απαντήσουν ως τις 30 Οκτωβρίου του 2020 σε ένα ερωτηματολόγιο αυτοαξιολόγησης σε σχέση με τα κριτήρια ESG. Οι απαντήσεις πρέπει να σχετίζονται με τους κινδύνους που απορρέουν από τους αντισυμβαλλομένους σε τομείς που είναι ευάλωτοι στην Κλιματική Αλλαγή, στα ενέχυρα του real estate σε περιοχές που επηρεάζονται από το Κλίμα και την ενεργειακή μετάβαση ή σε επενδύσεις με υψηλό ανθρακικό αποτύπωμα και όχι με τη λειτουργία της ίδιας της τράπεζας, πχ. τις εκπομπές ρύπων των κτιρίων όπου στεγάζονται οι δραστηριότητές της.

Σύμφωνα με την ΤτΕ, οι ελληνικές τράπεζες θα πρέπει μέσα στα επόμενα 3-5 χρόνια να είναι σε θέση να παρέχουν στοιχεία και εκτιμήσεις σχετικά με την έκθεσή τους σε κλιματικούς κινδύνους, όντας ακόμη σε πρώιμο στάδιο αναφορικά με τη συμμόρφωσή τους με τα διεθνή πρότυπα και τις κατευθυντήριες Οδηγίες για τα ESG.