Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ρίξει το βάρος στη μείωση των εκπομπών CO2 και για να πετύχει το στόχο θέλει να «επιστρατεύσει» τη βιομάζα. Άλλωστε η χρήση της τις τελευταίες δύο δεκαετίες έχει σημειώσει άνοδο περίπου 20%. Μελέτη από το Κοινό Κέντρο Ερευνών της Ε.Ε. δείχνει πως η αναδάσωση  πρώην γεωργικής γης με τη χρήση της πολυκαλλιέργειας είναι σε θέση να επιτύχει βραχυπρόθεσμες μειώσεις εκπομπών. Το Κοινό Κέντρο Ερευνών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δημοσίευσε την μελέτη στις 25 Ιανουαρίου. Αυτή δείχνει ότι οι απαιτήσεις που περιλαμβάνονται στο REDII θα ελαχιστοποιήσουν αποτελεσματικά τυχόν αρνητικές επιπτώσεις που σχετίζονται με τη χρήση ξυλώδους βιομάζας

 

για την παραγωγή ενέργειας. Υπενθυμίζεται, πως στην πρωτοβουλία για την καθαρή ενέργεια της Ε.Ε. υιοθετήθηκαν συγκεκριμένοι στόχοι, και σύμφωνα με τους νέους στόχους για το 2030 (RED II), η κατανάλωση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας αυξήθηκε στο 32%. Για να είναι βέλτιστη η εφαρμογή των κατευθυντήριων γραμμών η δασική νομοθεσία και οι κατευθυντήριες γραμμές πρέπει να εφαρμόζονται και να παρακολουθούνται σωστά, σύμφωνα με την Bioenergy Europe.

 Η μελέτη διαπιστώνει ότι η συνολική χρήση βιομάζας στην ΕΕ έχει αυξηθεί κατά περίπου 20% τις τελευταίες δύο δεκαετίες. Παράλληλα, γνωστοποιεί τα αποτελέσματα έρευνας, σύμφωνα με την οποία η μετατροπή φυσικών και παλαιών δασών σε φυτείες με στόχο την παροχή ξύλου για βιοενέργεια θα ήταν εξαιρετικά αρνητική εξέλιξη για την τοπική βιοποικιλότητα και ταυτόχρονα δεν θα παρείχε μετριασμό των εκπομπών του άνθρακα βραχυπρόθεσμα και θα έπρεπε έτσι να αποθαρρυνθεί ως λύση. Παρόμοιες εκτιμήσεις ισχύουν επίσης για τη μετατροπή φυσικών δασών σε φυτείες υψηλής έντασης, καθώς ο αντίκτυπος στην τοπική βιοποικιλότητα είναι εξαιρετικά αρνητικός. Η αναδάσωση πρώην γεωργικής γης με μικτές φυτείες ή με φυσικά δάση εκτός από την παραγωγή βιομάζας για ενεργειακούς σκοπούς θα συμβάλει στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής, ενώ ταυτόχρονα θα βελτιώσει τις συνθήκες των οικοσυστημάτων.

Την ίδια ώρα, στην Ε.Ε. το ενδιαφέρον στρέφεται και στη μείωση των εκπομπών CO2 των μεταφορών. Η αρχική πρόταση της Επιτροπής δεν περιλάμβανε έναν επιμέρους στόχο για τις μεταφορές. Πλέον, προβλέπεται πως τα κράτη μέλη πρέπει να απαιτήσουν από τους προμηθευτές καυσίμων να παρέχουν τουλάχιστον το 14% της ενέργειας που καταναλώνεται στις οδικές και σιδηροδρομικές μεταφορές να προέρχεται από ΑΠΕ, έως το 2030. Παράλληλα, ο τομέας των αερομεταφορών δεσμεύτηκε να μειώσει τις εκπομπές άνθρακα κατά 50% από το επίπεδο του 2005 έως το 2050.

Τα βιώσιμα αεροπορικά καύσιμα που παράγονται από βιολογικές πρώτες ύλες, αποτελούν βασικό στοιχείο της στρατηγικής για τη μείωση των κλιματικών επιπτώσεων των αερομεταφορών. Το 2018, η χρήση ήταν στα 17 εκατομμύρια λίτρα, σε σύνολο 430 δισεκατομμυρίων λίτρων καυσίμων που καταναλώθηκαν στην παγκόσμια αεροπορία. Ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας εκτιμά ότι η αύξηση της παραγωγικής ικανότητας των βιώσιμων καυσίμων θα απαιτήσει 20 νέα διυλιστήρια και μια επένδυση άνω των 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων.