με τους στόχους της ΕΕ, προβλέπεται η δημιουργία μιας ολόκληρης γενιάς νέου τύπου υγρών καυσίμων που σταδιακά θα έρθουν να αντικαταστήσουν τα σημερινά που βασίζονται απόλυτα στο πετρέλαιο και τα παράγωγα του.
Η στροφή της πετρελαϊκής βιομηχανίας προς τα νέα "οικολογικά" καύσιμα είναι επιτακτική, παρατηρούν παράγοντες της πετρελαϊκής αγοράς, εν όψει των προτεραιοτήτων που έχουν τεθεί από την ΕΕ για μείωση των εκπομπών αλλά και εσπευσμένων αποφάσεων που έχουν λάβει η σκέπτονται να πάρουν διάφορες κυβερνήσεις (λχ Ηνωμένο Βασίλειο, Γερμανία ) με τη λήψη νομοθετικών μέτρων για την απαγόρευση πωλήσεων αυτοκινήτων με μηχανές εσωτερικής καύσης ήδη από το 2030. Αν και αντισυνταγματικές τέτοιου είδους αποφάσεις, που εύκολα μπορεί να καταπέσουν στα εθνικά δικαστήρια αλλά και στο ευρωπαϊκό (European Court),όπως παρατηρούν έγκριτοι νομικοί κύκλοι, είναι ενδεικτική του ακήρυκτου αλλά πολύ πραγματικού πολέμου που μαίνεται κατά των πετρελαϊκών εταιρειών από το περιβαλλοντικό λόμπι. Ένα λόμπι που ως γνωστό υποστηρίζεται και χρηματοδοτείται αδρά από ακτιβιστές επενδυτές και (όχι τόσο αθώα) τεχνολογικά προσανατολισμένα funds που προσβλέπουν σε κολοσσιαία κέρδη μέσω της τεχνολογικής αναστάτωσης (disruption) που αναπόφευκτα δημιουργούν μεγάλης κλίμακας αλλαγές και παρεμβάσεις όπως λχ οι ΑΠΕ, η ηλεκτροκίνηση, η τεχνητή νοημοσύνη κ.λπ.
Παρά το γεγονός ότι οι εκπομπές από τις μεταφορές που βασίζονται στο πετρέλαιο αντιστοιχούν στο 35,3% των συνολικών εκπομπών στην Ευρώπη, ενώ σε παγκόσμιο επίπεδο το ποσοστό αυτό είναι ακόμα μικρότερο (υπολογίζεται στο 21%), ο πετρελαϊκός κλάδος -και παραδόξως όχι η αυτοκινητοβιομηχανία- παρουσιάζεται σήμερα ως ο κατ´ εξοχήν αποδιοπομπαίος τράγος ο οποίος καλείται να λογοδοτήσει για τις δήθεν οικολογικές και άλλες "καταστροφές" που προκαλεί στο παγκόσμιο οικοσύστημα. Κάτι που όμως δεν έχουν υπολογίσει οι όψιμοι επικριτές είναι η αποφασιστικότητα, η ευρηματικότητα και η ροπή προς καινοτομία που έχουν βαθειά αποτυπωμένο στο DNA τους οι πετρελαϊκές εταιρείες, που ας μην ξεχνάμε ήσαν οι πρώτες διδάξασες την απανθρακοποίηση όταν κατά το πρώτο ήμισυ του 20ου αιώνα εισήγαγαν το πετρέλαιο στις μεταφορές και στην βιομηχανία εις αντικατάσταση του ρυπογόνου άνθρακα.
Σήμερα πολλές πετρελαϊκές εξετάζουν και ορισμένες (λχ. ΒΡ, Shell, Total, Repsol κ.α.) ήδη επιχειρούν την μετεξέλιξη τους σε πλήρως καθετοποιημένες ενεργειακές εταιρείες με διεύρυνση του χαρτοφυλακίου τους στις ΑΠΕ, στο Φυσικό Αέριο, στην παροχή υπηρεσιών ενεργειακής αποδοτικότητας, στην ηλεκτροκίνηση, στην διαχείριση απορριμμάτων με την παράλληλη παραγωγή ενέργειας και στην ανακύκλωση. Στο πλαίσιο αυτό και με δεδομένο ότι η ηλεκτροκίνηση είναι ζήτημα εάν μέχρι το 2040 θα έχει μπορέσει να αντικαταστήσει το 25% του παγκόσμιου στόλου οχημάτων, οι πετρελαϊκές είναι υποχρεωμένες να αναπτύξουν νέου τύπου υγρά καύσιμα μικρού ή και μηδενικού αποτυπώματος άνθρακα ώστε να εξυπηρετούν τις ανάγκες οχημάτων με ΜΕΚ. Όπως παρατηρούν παράγοντες του κλάδου, "χρειάζεται ένας συνδυασμός τεχνολογιών σε πολλές μονάδες παραγωγής ανά την Ευρώπη για την παραγωγή υγρών καυσίμων χαμηλού άνθρακα σε μεγάλη κλίμακα"
Τα καύσιμα αυτά, γνωστά ως πράσινα καύσιμα, είναι υγρά καύσιμα χαμηλού αποτυπώματος άνθρακα που δεν προέρχονται από το πετρέλαιο. Έχουν μηδενικές ή περιορισμένες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (CO2) κατά την παραγωγή και την χρήση τους σε σύγκριση με τα ορυκτά καύσιμα ενώ έχουν στρατηγικό ρόλο για την μετάβαση σε μια κλιματική ουδέτερη κοινωνία. Θα πρέπει να αποσαφηνισθεί ότι η ένταση άνθρακα των καυσίμων εξαρτάται από το μερίδιο πράσινων καυσίμων που αναμιγνύεται στο τελικό προϊόν. Όταν τα πράσινα καύσιμα αντικαταστήσουν πλήρως τα ορυκτά συστατικά στα καύσιμα που πωλούνται στην αντλία, τα υγρά καύσιμα θα είναι κλιματικά ουδέτερα.
Στο ανωτέρω πλαίσιο αυτό θα πρέπει να επισημανθεί ότι οι κινητήρες εσωτερικής καύσης που τροφοδοτούνται με υγρά καύσιμα χαμηλών εκπομπών άνθρακα (δηλ. καύσιμα από βιομάζα, απόβλητα, ΑΠΕ και ανακυκλωμένο CO2) θα είναι εξ ίσου βιώσιμοι με τα ηλεκτρικά οχήματα που θα τροφοδοτούνται από πράσινη ηλεκτρική ενέργεια. Τα νέα αυτά καύσιμα περιλαμβάνουν πρωτίστως βιώσιμα καύσιμα 1ης γενιάς όπως είναι τα βιοκαύσιμα γεωργικής προέλευσης(πχ. καλλιέργειες ζάχαρης, αμύλου και φυτικά έλαια) ενώ η τεχνολογία βασίζεται σε μετεστεροποίηση, ζύμωση και υδρογόνωση( λχ αιθανόλη, FAME) Οι ειδικοί επιστήμονες του χώρου εκτιμούν ότι μετά το 2030 πολλά από τα σημερινά βιώσιμα καύσιμα θα αρχίσουν σταδιακά να αντικαθίστανται από βιοκαύσιμα 2ης γενιάς, όπως λχ. ζωικά απόβλητα, lignocellulocic biomass, second generation feedstocks κλπ.
Συμπερασματικά, και όπως παρατηρούν στελέχη ευρωπαϊκών πετρελαϊκών εταιρειών, τα πράσινα καύσιμα θα καταστήσουν δυνατή τη σταδιακή απαλλαγή από τον άνθρακα ολόκληρου του στόλου οχημάτων σε κυκλοφορία, υφιστάμενων και νέων.
Σε αντίθεση, εναλλακτικές τεχνολογίες όπως τα ηλεκτρικά οχήματα μπαταρίας (battery electric vehicles) θα απαιτούν την προοδευτική αντικατάσταση του συνόλου του στόλου αυτοκινήτων. Επομένως, στο άμεσο μέλλον τα πράσινα καύσιμα θα είναι σε θέση να παρέχουν μια ανταγωνιστική λύση σε σύγκριση με τις εναλλακτικές τεχνολογίες και άρα θα μειώσουν την πίεση και το κόστος που ενέχει η πλήρης αντικατάσταση του στόλου για την εξασφάλιση της περιπόθητης "κλιματικής ουδετερότητας", συμβάλλοντας με αυτόν τον τρόπο στην επίτευξη δίκαιης μετάβασης σε ολόκληρη την Ευρώπη.