Πάνω από 3 εκατ. Έλληνες στα Όρια της Φτώχειας- Ενέργεια και Τρόφιμα Εξαφανίζουν το Εισόδημα

Πάνω από 3 εκατ. Έλληνες στα Όρια της Φτώχειας- Ενέργεια και Τρόφιμα Εξαφανίζουν το Εισόδημα
energia.gr
Δευ, 24 Οκτωβρίου 2022 - 13:30

Νέες μορφές παίρνει η φτώχεια στην Ελλάδα καθώς πλέον όχι μόνο κοινωνικές ομάδες, όπως άνεργοι κτλ, αλλά ακόμη και εργαζόμενοι δεν μπορούν να καλύψουν βασικές τους ανάγκες, έχοντας πλέον μισθούς Βουλγαρίας.¨Έχουμε πλέον γίνει Βουλγαρία με το ⅓ των εργαζομένων στην Ελλάδα να έχει ίσο μισθό με τον κατώτατο μισθό Βουλγαρίας” ανέφερε χαρακτηριστικά ο Σπύρος Ψύχας, μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Ελληνικού Δικτύου για την Καταπολέμηση της Φτώχειας παρουσιάζοντας,

 

την εβδομάδα που πέρασε, σε ειδική εκδήλωση, με την ευκαιρία της Παγκόσμιας Ημέρας για την Εξάλειψη της Φτώχειας, την τέταρτη σναφορά του Δικτύου. Είναι ουσιαστικά μια καταγραφή που συντάσσει το Ελληνικό Δίκτυο για την Καταπολέμηση της Φτώχειας, όπου παραθέτει στατιστικά ποσοτικά και ποιοτικά στοιχεία, τάσεις για τη φτώχεια, μέτρα που απαιτούνται για τη μείωσή της και εστιάζει, επίσης, στην καταγραφή και αξιοποίηση της εμπειρίας των οργανώσεων-μελών και άλλων κοινωνικών οργανώσεων. 

Ο κ. Ψύχας, σημείωσε, ότι οι “συνταγές” βάσει των οποίων η φτώχεια καταπολεμάται με την μείωση της ανεργίας πλέον δεν είναι αποτελεσματικές, “αδειάζοντας” ένα από τα βασικά επιχειρήματα της κυβέρνησης. Αυτό συμβαίνει, όπως, σημείωσε, “γιατί έχουμε φτωχούς εργαζόμενους με μερική απασχόληση, αλλά και γιατί το 1/3 εργαζομένων είναι με μισθούς  μεταξύ 360 -400 ευρώ το μήνα” τόνισε προσθέτοντας ότι “το 1/3 των εργαζομένων με μερική απασχόληση είναι “από χέρι” φτωχοί. Έχουμε εργαζόμενους φτωχούς” υπογράμμισε. “Παλαιότερα επειδή είχαμε  πλήρη εργασία το ποσοστό ήταν μικρότερο. Τότε είχαμε 10% τώρα έχουμε 20 % των εργαζομένων με μερική απασχόληση φτωχούς και τώρα καθώς είμαστε στην εποχή του “part time”, βασιλεύει το χαμηλό εισόδημα στους εργαζομένους”.

“Υπάρχει αύξηση ποσοστού φτώχειας” τόνισε ο κ. Ψύχας και υπογράμμισε ότι “όταν έχουμε μια στατιστική επιβεβαίωση τότε μπορούμε να καταλάβουμε ότι τα πράγματα χειροτερεύουν. Υπάρχουν πολλά νοικοκυριά με στέρηση σε βασικά αγαθά, που δεν τρέφονται  σωστά, δεν έχουν πρόσβαση στο διαδίκτυο, δεν έχουν ένα δεύτερο ζευγάρι παπούτσια, δεν έχουν χρήματα για μια έκτακτη επίσκεψη σε γιατρό”. Εστιάζοντας στα θέματα διατροφής σημείωσε ότι με βάση την ΕΛΣΤΑΤ πάνω από 600.000 Έλληνες αντιμετώπισαν πρόβλημα τροφής, ενώ 156.000 Έλληνες πεινάνε, δηλαδή, δεν τρώνε για μια μέρα την εβδομαδα ή δεν έχουν φάει αν και πεινάνε.

Επίσης σημείωσε ότι πάνω από 3.090.000 είναι στα όρια της φτώχειας τονίζοντας ότι το όλο ζήτημα δεν είναι θέμα γενικού ενδιαφέροντος αλλά επείγουσας παρέμβασης. Παράλληλα υπογράμμισε στο 32% είναι ο κίνδυνος εισοδηματικής φτώχειας στα παιδιά που μάλιστα “βιώνουν περισσότερη φτώχεια σε σχέση με τους ενήλικες.” Σχεδόν ένα στα τέσσερα παιδιά ηλικίας ζει σε νοικοκυριό με κίνδυνο φτώχειας και ένα στα τρία σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού. 

Από την πλευρά της η Μαντώ Μπαμπούλα, Υπεύθυνη Επικοινωνίας του Δικτύου στην ίδια εκδήλωση ανέφερε “ότι το ποσοστό κινδύνου φτώχειας πριν τις κοινωνικές μεταβιβάσεις (δηλ. χωρίς να υπολογίζονται στο συνολικό εισόδημα οι συντάξεις και τα κάθε είδους επιδόματα) φθάνει το 48,2%!” . “Χωρίς τις συντάξεις ο κίνδυνος φτώχειας θα ήταν κατά 23,5% μεγαλύτερος και χωρίς τα επιδόματα κατά 5,1%. Με αυτό το στοιχείο αντιλαμβανόμαστε ότι επιδόματα και οι συντάξεις μειώνουν κατά 28,6% τον  κίνδυνο φτώχειας και επομένως παίζουν καίριο ρόλο στην πρόληψη.” ανέφερε

Όπως τόνισε η κα Μπαμπούλα, “ένας επιπλέον δείκτης που αφορά την εισοδηματική κατάσταση όσων ζουν κάτω από το κατώφλι-όριο της φτώχειας, είναι το χάσμα ή βάθος του κινδύνου φτώχειας. Αυτό υπολογίζεται ως η διαφορά  μεταξύ του ορίου της φτώχειας για το σύνολο του πληθυσμού και του διάμεσου ισοδύναμου διαθέσιμου εισοδήματος του φτωχού πληθυσμού, ως ποσοστό επί του ορίου της φτώχειας. Δηλαδή αποτελεί μια ένδειξη για το πόσο χαμηλότερα εισοδήματα έχουν όσοι ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας. Για το 2021 το χάσμα-βάθος κινδύνου φτώχειας ανήλθε σε 26,4% του κατωφλιού του κινδύνου της φτώχειας. Με βάση αυτό εκτιμάται ότι το 50% των φτωχών έχουν εισόδημα μικρότερο από το 73,1% του ορίου (δηλ. τα 5.251 ευρώ), δηλ. λιγότερα από 3.838 ευρώ ετησίως το άτομο.” 

Κατανάλωση-διατροφή-πληθωρισμός

Μια άλλη διάσταση της φτώχειας έχει να κάνει με τις δαπάνες που πρέπει να κάνει ένα νοικοκυριό για την κάλυψη διατροφικών αναγκών. Άλλωστε ο πληθωρισμός στα τρόφιμα πλήττει ιδιαίτερα τα φτωχότερα νοικοκυριά. Με βάση τα στοιχεία ΕΛΣΤΑΤ από την έρευνα οικογενειακού προϋπολογισμού, ένα φτωχό νοικοκυριό με αποδοχές έως 750 ευρώ, χρειαζόταν το 2021 μέχρι 250 ευρώ για βασικές ανάγκες ενώ το 2022 λόγω των ανατιμήσεων χρειάζεται τουλάχιστον 335 ευρώ. Η διαφορά (εν προκειμένω των 85 ευρώ) δεν καλύπτεται με την αύξηση του κατώτατου μισθού από τον Μάιο του 2022, διότι τα έξοδα αυξάνουν πάνω από το ποσοστό του γενικού ΔΤΚ.

Επίσης με βάση την αναγωγή του Ακαθάριστου Εθνικού Εισοδήματος σε ισοδυναμία αγοραστικής δύναμης η Ελλάδα το 2019 και το 2020 είχε την προτελευταία θέση πριν τη Βουλγαρία στη Ε.Ε. των 27 αλλά και στην Ευρωζώνη των 19. Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε όρους ισοδυναμίας ανήλθε το 2020 μόνο στο 62% του μέσου κοινοτικού των  27 χωρών. Αυτό σημαίνει ότι στην Ελλάδα με τους ιδιαίτερα χαμηλούς μισθούς μπορούμε να αγοράζουμε πολύ λιγότερα αγαθά από ότι σε χώρες με χαμηλότερο κατά κεφαλήν ΑΕΠ (πχ τη Ρουμανία ή την Κροατία), λόγω των συγκριτικά υψηλότερων τιμών.

Να σημειώσουμε επιπλέον ότι η Ελλάδα έχει από τους υψηλότερους συντελεστές ΦΠΑ στις χώρες του ΟΟΣΑ και κατέχει την πρώτη θέση  μαζί με τη Φινλανδία στην Ευρωζώνη. Στην Ελλάδα τα έσοδα από έμμεσους φόρους αποτελούν περίπου το 56,4% των φορολογικών εσόδων, ενώ από άμεσους φόρους  περίπου το 35,4%. Κατά συνέπεια δεν υπάρχει δίκαια κατανομή των φορολογικών βαρών και επιβαρύνονται περισσότερο και πάλι οι χαμηλότερες εισοδηματικές τάξεις 

 Ανισότητες

Και οι δύο δείκτες της ΕΛΣΤΑΤ δείχνουν ότι  η σχετική ανισότητα βαθαίνει. Αναλυτικά ο δείκτης κατανομής εισοδήματος S80/S20 σε πεντημόρια εισοδήματος μετρά τη σχετική ανισότητα στην κατανομή του εισοδήματος και συγκρίνει το διαθέσιμο ισοδύναμο εισόδημα του 80% των πλουσιότερων με το 20% των φτωχότερων και επηρεάζεται από τις ακραίες διαφορές εισοδημάτων. Για το 2021 ο δείκτης έδειξε ότι το πλουσιότερο 20% του πληθυσμού έχει εισόδημα 5,8 φορές μεγαλύτερο από το εισόδημα του φτωχότερου 20% του πληθυσμού. Η σχετική ανισότητα εδώ είναι αυξημένη κατά 0,6 μονάδες από την προηγούμενη χρονιά (ο δείκτης ήταν στο 5,2). Στις πιο παραγωγικές ηλικίες  κάτω των 65 ετών η διαφορά είναι ακόμη μεγαλύτερη και το πλουσιότερο 20% έχει 6,4 φορές μεγαλύτερο εισόδημα από το φτωχότερο 20% . Και πάλι έχουμε αύξηση 0,7 μονάδες από την προηγούμενη χρονιά (ο δείκτης ήταν στο 5,7). Ο δεύτερος δείκτης GINI κυμαίνεται από 0 (ή 0%) στην πλήρη εισοδηματική ισότητα έως 1 ή 100%, που αντιστοιχεί σε πλήρη εισοδηματική ανισότητα. Ο δείκτης GINI εκτιμήθηκε σε 32,4% το 2021 σημειώνοντας αύξηση  από το 31,4% του 2020. Αυτό σημαίνει ότι αν επιλέξουμε δύο τυχαία άτομα, αναμένουμε ότι το εισόδημά τους θα διαφέρει κατά 32,4% του μέσου ισοδύναμου διαθέσιμου εισοδήματος. Σύμφωνα και με τους δύο δείκτες η Ελλάδα είναι 4η στην ανισότητα για όσες ευρωπαϊκές χώρες έχουμε στοιχεία από το 2010 μέχρι σήμερα ακολουθώντας τη Βουλγαρία, τη Λετονία και την Ισπανία.

Την ίδια ώρα κορυφώνεται και το ζήτημα της ενεργειακής φτώχειας. Αυτό αποδεικνύεται από την έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ που δείχνει ότι το 26,3% του πληθυσμού αντιμετωπίζει δυσκολίες στην πληρωμή των λογαριασμών κοινής ωφελείας (ρεύμα, νερό, φυσικό αέριο κ.λπ.) ενώ το ίδιο ποσοστό για τους φτωχούς φτάνει το 49,5%. Επίσης, το 17,5% αδυνατεί να θερμάνει ή να ψύξει την κατοικία του με το ποσοστό για τον φτωχό πληθυσμό να αγγίζει το 36,7%.