Δρομολόγηση της επανασυμφιλίωσης, με ρωσική διαμεσολάβηση, της Τουρκίας του Ερντογάν με τη Συρία του Άσαντ μετά από 11 ολόκληρα έτη. Συνέχιση της εξομάλυνσης των σχέσεων της Τουρκίας με το Ισραήλ, με τηλεφωνική επικοινωνία των υπουργών Εξωτερικών των δύο χωρών. Πολλαπλασιασμός των μηνυμάτων ότι Σαουδική Αραβία και Ιράν ενδιαφέρονται να βρουν κοινό modus vivendi

Ανοίγματα της νέας ισραηλινής κυβέρνησης προς τη Ρωσία, αλλά και φόβοι για νέα ανάφλεξη στα παλαιστινιακά εδάφη, μετά την επίσκεψη του ακροδεξιού υπουργού Ασφαλείας του Ισραήλ, Ιτάμαρ Μπεν Γκβιρ, στο Όρος του Ναού.

Η κινητικότητα των τελευταίων ημερών στη Μέση Ανατολή έχει κάτι το πρωτοφανές. Οι πολιτικές ισορροπίες επανακαθορίζονται δραστικά. Με κοινό σημείο την ανάληψη της πρωτοβουλίας από τους ίδιους τους τοπικούς παίκτες και τον παραμερισμό των ΗΠΑ σε ρόλο εν πολλοίς θεατή.

Άσαντ: όχι πια παρίας

Την Τρίτη ο εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Νεντ Πράις, δήλωσε ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν δεν υποστηρίζει την αποκατάσταση σχέσεων κρατών με τον "βάναυσο δικτάτορα Μπασάρ αλ Άσαντ" και δεν σχεδιάζει να κανονικοποιήσει τις δικές της σχέσεις με τη Δαμασκό. Αντίθετα και από τις δύο πτέρυγες του Κογκρέσου προωθούν τη σκλήρυνση των κυρώσεων υπό το νομοθέτημα Caesar Act, που έχει φέρει τη Συρία σε οικονομική θέση πολύ δεινότερη και από αυτήν της περιόδου οπότε μαινόταν ο πόλεμος.

Το σχόλιο του Πράις προφανώς αποτελούσε απάντηση στην προηγηθείσα τη Δευτέρα τριμερή συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών και των επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών της Τουρκίας, της Συρίας και της Ρωσίας στη Μόσχα. Όσο για την απήχησή του, αρκεί και μόνο να σημειώσει κανείς ότι την Τετάρτη ο υπουργός Εξωτερικών των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, Αμπντουλάχ αλ Ζάγεντ, είχε στη Δαμασκό συνάντηση με τον Άσαντ, τη δεύτερη μετά τον Μάρτιο του 2022.

Το να μην ευθυγραμμίζονται παραδοσιακοί σύμμαχοι και εταίροι είναι ήδη για την Ουάσινγκτον πολύ. Όμως συντόμως θα πρέπει να την απασχολήσει η ίδια η ασφάλεια της στρατιωτικής της παρουσίας στη βορειοανατολική Συρία.

Η τριμερής-τομή

Η συνάντηση της Μόσχας, που διευκολύνθηκε από τα ρητορικά ανοίγματα του Ερντογάν τους τελευταίους μήνες υπήρξε η πρώτη σε πολιτικό επίπεδο μεταξύ Τουρκίας και Συρίας από το 2012, οπότε, μεσούσης της "Αραβικής Άνοιξης", διεκόπησαν οι διπλωματικές σχέσεις των δύο πλευρών. Σχεδιάζεται δε, καλώς εχόντων, να οδηγήσε σε όλο και πιο αναβαθμισμένες επαφές, αρχικά σε επίπεδο υπουργών Εξωτερικών, όπως ήδη έχει προαναγγείλει ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου, με επιστέγασμα μια συνάντηση κορυφής σε επίπεδο ηγετών.

Ο διαβόητος για τους ελιγμούς του Ερντογάν (που από τις κοινές διακοπές με το ζεύγος Άσαντ παλαιότερα πέρασε στη μετατροπή της χώρας του κύριο υποστηρικτή υλικά και πολιτικά της αλλαγής καθεστώτος στη Δαμασκό) ετοιμάζεται να κλείσει τον ενδεκαετή κύκλο της πιο παράτολμης περιπέτειάς του και να βαδίσει προς τις τουρκικές εκλογές του Ιουνίου, επιδεικνύοντας μία μεγάλη "διπλωματική επιτυχία". Παίρνοντας παράλληλα την εκδίκησή του τρόπον τινά από όσους (βλ. ΗΠΑ) τον εξώθησαν σε αυτή την περιπέτεια, για να αποστασιοποιηθούν στη συνέχεια και να βρεθούν να συμπράττουν με τον κουρδικό "υπαρξιακό εφιάλτη" της Άγκυρας.

Οι επιδιώξεις των τριών

Όλα αυτά ενώ η Τουρκία απειλεί εδώ και μήνες με νέα εισβολή στη βόρεια Συρία (χωρίς ωστόσο να εξασφαλίζει το "πράσινο φως" είτε της Ουάσινγκτον είτε της Μόσχας) και ενώ στις ανταρτοκρατούμενες περιοχές της Ίντλιμπ οι ισλαμιστές προστατευόμενοί της εξεγείρονται ήδη για το επαπειλούμενο "άδειασμά" τους. Αλλά για την εξάλειψη του "κουρδικού κινδύνου" (και τον προεκλογικό επαναπατρισμό Σύρων προσφύγων) η τουρκική πλευρά θα ήταν πρόθυμη ακόμη και να διευκολύνει την αποκατάσταση του ελέγχου της Δαμασκού σε όλη την συριακή επικράτεια. Το τι μέλλει γενέσθαι με το τμήμα πέραν του Ευφράτη, όπου σταθμεύουν οι αμερικανικές δυνάμεις, γίνεται ένα όλο και πιο ενδιαφέρον ερώτημα.

Η συριακή κυβέρνηση, βέβαια, δεν επείγεται να χαρίσει στον Ερντογάν ένα προεκλογικό δώρο, ενώ θέτει ως απόλυτη "κόκκινη γραμμή" την αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων από τα συριακά εδάφη που κατέχουν συνεπεία των τεσσάρων έως τώρα επιχειρήσεών τους εναντίον των Κούρδων μαχητών. Εξού και η συνάντηση της Δευτέρας δεν κατέληξε σε αποφάσεις.

Η ρωσική πλευρά, πάλι, προωθεί ως βάση συνεννόησης τη Συμφωνία των Αδάνων του 1998, η οποία υπεγράφη όταν η Τουρκία με την απειλή πολέμου υποχρέωσε τη Συρία να απελάσει τον Αμπντουλάχ Οτσαλάν και επιτρέπει τη θερμή καταδίωξη των Κούρδων ανταρτών μέχρι ένα βάθος στο συριακό έδαφος. Σε κάθε περίπτωση, η Μόσχα απολαμβάνει τη θέση αυτού που, παρά τον πόλεμο στην Ουκρανία, γίνεται αποδεκτός ως συνομιλητής από όλους τους κύριους παίκτες της Μέσης Ανατολής, προωθώντας μια νέα διευθέτηση, εκεί όπου οι ΗΠΑ δεν έχουν άλλον διαθέσιμο ρόλο από αυτόν του spoiler.

Τα βλέμματα στρέφονται (και) στο Ισραήλ

Μόνο τυχαίο δεν είναι από αυτή την άποψη ότι ο νέος υπουργός Εξωτερικών του Ισραήλ, Ελί Κοέν, σηματοδότησε την επιστροφή της χώρας του, υπό την κυβέρνηση Νετανιάχου, σε μια πολιτική ίσων αποστάσεων για το ουκρανικό ζήτημα, αντίθετα από τις αντιρωσικές δηλώσεις των προκατόχων της, δηλώνοντας ότι επ' αυτού "θα μιλά λιγότερο δημοσίως". Και ήδη την Τετάρτη ο επικεφαλής της ισραηλινής διπλωματίας είχε τηλεφωνική επικοινωνία με τον Ρώσο ομόλογό του, Σεργκέι Λαβρόφ, γεγονός δίχως προηγούμενο το 2022, το οποίο προκάλεσε την αντίδραση του Κιέβου. Μάλιστα την προηγουμένη ο Ελί Κοέν είχε τηλεφωνική επικοινωνία και με τον επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Άντονι Μπλίνκεν, οδηγώντας τους παρατηρητές των εξελίξεων στο συμπέρασμα ότι ο Ισραηλινός υπουργός λειτουργεί μεταξύ των δύο δυνάμεων ως κομιστής μηνυμάτων, σχετιζόμενων πιθανότατα με την ουκρανική κρίση. Η ισραηλινή κυβέρνηση αντιλαμβάνεται τη διασύνδεση που έχουν στην πλανητική σκακιέρα το Ουκρανικό και η Μέση Ανατολή.

Αγκάθι ο Μπεν Γκβιρ

Λιγότερο θερμή υπήρξε η τηλεφωνική επικοινωνία που είχε ο ίδιος, επίσης την Τετάρτη, με τον Μεβλούτ Τσαβούσογλου, στη σκιά της επίσκεψης Μπεν Γκβιρ στο Όρος του Ναού, την οποία ο Τούρκος υπουργός χαρακτήρισε "απαράδεκτη", ζητώντας να γίνουν σεβαστές οι "τουρκικές ευαισθησίες". Έστω και έτσι, όμως, επρόκειτο για την πρώτη επαφή των δύο ανδρών, η οποία δίνει συνέχεια στην ομαλοποίηση των διμερών διπλωματικών σχέσεων με ανταλλαγή πρεσβευτών τον Αύγουστο.

Άλλωστε, η επίσκεψη Μπεν Γκβιρ στον διαφιλονικούμενο από Εβραίους και Μουσουλμάνους ιερό τόπο καταδικάσθηκε ακόμη και από χώρες, οι οποίες πρόσφατα ομαλοποίησαν τις σχέσεις τους με το Ισραήλ στο πλαίσιο των "Συμφωνιών του Αβραάμ", όπως το Μαρόκο, το Μπαχρέιν και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, καθώς υπενθυμίζει την αντίστοιχη επίσκεψη του Αριέλ Σαρόν το 2000, που λειτούργησε ως πυροδότης της Δεύτερης Ιντιφάντα.

Διόλου τυχαία ο άλλοτε λαλίστατος Ερντογάν δεν σχολίασε το γεγονός, ενώ παράδοξη αυτοσυγκράτηση έχουν επιδείξει, μέχρι την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές, και οι παλαιστινιακές οργανώσεις, συμπεριλαμβανομένης της ισλαμιστικής Χαμάς η οποία ελέγχει τη Λωρίδα της Γάζας.  

(από capital.gr)