Με νέα μελέτη της, η Unicredit αφήνει σαφώς να εννοηθεί ότι οι τιμές του TTF θα κυμανθούν κατά μέσο όρο, στα όρια μεταξύ ή και περισσότερο από 80-90 ευρώ/MWh κατά το β’ εξάμηνο του 2023 και εξετάζει ορισμένα σενάρια που αφορούν στην εξέλιξη της ζήτησης στην Ευρώπη, την προσφορά LNG σε παγκόσμια κλίμακα, την προσφορά ρωσικού αερίου, ενώ αναλύει και τις καιρικές συνθήκες για την επόμενη χειμερινή περίοδο.
Πέραν των όσων γνωρίζουμε ήδη, δηλαδή, για το πώς ο συνδυασμός μέτρων εξοικονόμησης ενέργειας και ήπιων καιρικών συνθηκών περιόρισε σημαντικά την κατανάλωση φυσικού αερίου σε όλη την Ευρώπη και έφερε αυτή την άνοιξη των τιμών, καθώς και την πλήρωση των αποθηκών στην Γηραιά ήπειρο σε επίπεδα υψηλότερα των συνήθων μέσων όρων τους, για αυτή την περίοδο του έτους.
(Διακύμανση τιμών TTF τελευταίας πενταετίας. Πηγή: barchart.com)
Ωστόσο οι τιμές του ορυκτού καυσίμου είναι πιθανό να αυξηθούν κατά τους επόμενους μήνες, με την κατάσταση να επιδεινώνεται σε περίπτωση πλήρους διακοπής των ρωσικών προμηθειών. Και τούτο επειδή, παρά τα περί του αντιθέτως θρυλούμενα, το ρωσικό αέριο εξακολουθεί να παίζει σημαντικό ρόλο στη μάχη για να εξισορροπηθεί η ευρωπαϊκή αγορά, και δίχως να λαμβάνεται υπόψη το ύψος των προμηθειών -μόλις 20% ως προς τα επίπεδά τους προ της εισβολής στην Ουκρανία- σε σύγκριση με εκείνες του παρελθόντος.
Εφόσον η Ευρώπη συνεχίσει να προμηθεύεται ρωσικό αέριο στα τρέχοντα χαμηλά επίπεδα είναι πολύ πιθανό να χρειαστεί να εξασφαλίσει περισσότερα φορτία LNG, αλλά σε μια αγορά που έχει ήδη να γίνεται πιο «σφικτή» εξαιτίας του ότι οι ασιάτες έχουν ξαναμπεί στο παιγχνίδι από το οποίο βγήκαν πέρυσι.
Ωστόσο, ο μεγάλος φόβος είναι τί θα γίνει αν το ρωσικό αέριο εκλείψει οριστικά από τις ευρωπαϊκές αγορές. Σε αυτό το ενδεχόμενο, πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι θα απαιτηθούν περισσότερες προμήθειες υγροποιημένου αερίου για τις οποίες δεν θα επαρκεί η υφιστάμενη δυναμικότητα αποθήκευσης και επαναεριοποίησης. Σημειώνουμε ότι η Γερμανία κάνει μια κούρσα με το χρόνο για να κατασκευάσει σταθμούς LNG που πριν θεωρούσε ότι δεν έπρεπε να διαθέτει!
Όπως επισημαίνεται στην μελέτη της Unicredit, ελοχεύει και ο κίνδυνος ένας πιθανώς ήπιος χειμώνας το 2023-2024, σε συνδυασμό με την επικράτηση χαμηών τιμών πώλησης του αερίου, να κάνει πιο «απρόσεκτους» τους Ευρωπαίους καταναλωτές οι οποίοι θα σπεύσουν να αυξήσουν τις καταναλώσεις τους.
Επομένως, όπως εκτιμούν οι συγγραφείς της μελέτης υπάρχει κίνδυνος η στενότητα της αγοράς να γίνει εμφανής το ερχόμενο καλοκαίρι και να ανεβάσει τις τιμές, ενδεχομένως στα επίπεδα των 100 ευρώ/MWh, περίοδος κατά την οποία θα γεμίζουν οι αποθήκες. Η πρόβλεψη για νέο άλμα των τιμών πάνω από τα 100 ευρώ/MWh αφορά αμιγώς στην περίπτωση μιας πλήρους διακοπής των εισαγωγών από την Ρωσία.
Οι εισαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου μειώθηκαν από περίπου 140 bcm το 2021 σε 62 bcm το 2022 και εκτιμάται ότι θα μειωθούν στα 26 bcm το 2023, εάν οι εισροές παραμείνουν σταθερές καθ' όλη τη διάρκεια του έτους. Δίχως τις ρωσικές εισαγωγές, η έλλειψη φυσικού αερίου θα ανέλθει σε περίπου 57 bcm, που αντιστοιχεί στο 12% της αναμενόμενης κατανάλωσης εκτός από υπερδιπλάσια της αναμενόμενηε αύξησηε της παγκόσμιας παραγωγής LNG το τρέχον έτος.
Εν τω μεταξύ, σύμφωνα με τα όσα δήλωσε προ ημερών ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν, Μάρος Σέφτσοβιτς, η Ε.Ε. είναι πιθανό να ξεκινήσει τις κοινές προμήθειες φυσικού αερίου πριν από το ερχόμενο καλοκαίρι, με 22 κράτη- μέλη να έχουν εκφράσει ενδιαφέρον για την προμήθεια περίπου 600 bcm δισεκατομμυρίων κυβικών μέτρων) για την προσεχή τριετίαα, ενώ άλλες τρείς χώρες, μη μέλη της Ε.Ε., οι Μολδαβία, Σερβία και Ουκρανία εκδήλωσαν ενδιαφέρον για αγορές 141 Bcf (δισεκατομμυρίων κυβικών ποδών).
Παρά το γεγονός ότι οι εν λόγω ποσότητες αντιπροσωπεύουν μια αμελητέα ποσότητα από τα συνολικά 14,5 Tcf (τρισεκατομύρια κυβικά πόδια) που κατανάλωσε η Ε.Ε. μόνο το 2021, εν τούτοις, ο Ευρωπαίος αντιπρόεδρος τόνισε ότι η Ένωση πρέπει να "αξιοποιήσει πλήρως" τις κοινές αγορές για να προστατευθεί καλύτερα από τις ελλείψεις φυσικού αερίου και τις υψηλές τιμές σε μια σφιχτή αγορά.