Το μεγαλύτερο λάθος που θα μπορούσαμε να κάνουμε, θα ήταν να προδικάσουμε την κατάρρευση της Τουρκίας εξ αιτίας της καταβαραθρώσεως της οικονομίας της, ή ως αποτέλεσμα της κλιμακουμένης εντάσεως στις σχέσεις της με τις ΗΠΑ. Οι εξισώσεις των γεωπολιτικών ισορροπιών, είναι πάντα πολυπαραγοντικές. Αν μας ξεφύγει έστω και ένας από αυτούς τους παράγοντες θα οδηγηθούμε σε λάθη

Και τέτοια λάθη μπορεί να αποβούν ολέθρια, αν στηρίξουμε πάνω τους την εθνική μας στρατηγική. Κατά τούτο, ίσως και να είναι σωτήριο για την χώρα μας το γεγονός ότι στερείται εθνικής στρατηγικής. Με δεδομένη την επιπολαιότητα που επιδεικνύεται από κορυφαία κυβερνητικά στελέχη, όταν εκθέτουν την αντίληψή τους για την πραγματικότητα, μπορούμε αβιάστως να συμπεράνουμε ότι πολλοί και ίσως οι πλέον σημαντικές παράμετροι που αφορούν στην γεωπολιτική ισορροπία της ευρύτερης περιοχής μας, τους διαφεύγουν.

Είναι αλήθεια, ότι η τριβές μεταξύ της Τουρκίας του Ερντογάν και των ΗΠΑ, έχουν αρχίσει εδώ και πολύν καιρό. Όμως μέχρις ότου εκλεγεί ο Ντόναλντ Τραμπ, η αμερικανική κυβέρνησις ακολουθούσε μια τακτική κατευνασμού και απέφευγε να αντιπαρατεθεί με την Άγκυρα. Θα ήταν αφελές να πιστεύει κανείς ότι η κρίσις στις σχέσεις των δύο χωρών κλιμακώθηκε ταχύτατα και μοναδική αιτία ήταν η σύλληψις του πάστορος Μπράνσον. Ο τελευταίος μάλλον ευρέθη να παρασύρεται από την δίνη των εξελίξεων και κατέστη μια μορφή συμβόλου που προσέθετε και μιαν επίφαση προστασίας ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην τουρκο-αμερικανική διένεξη.

Αν κανείς αναρωτηθεί για τους λόγους της αμερικανικής ανεκτικότητος, θα πρέπει να ανατρέξει στα χαρακτηριστικά της γεωγραφικής υποστάσεως της Τουρκίας. Για τις ΗΠΑ, ο συμπαγής χερσαίος χώρος της Τουρκίας, είναι μια μορφή προγεφυρώματος προς δύο ηπειρωτικές εστίες εντάσεως: Τον Καύκασο προς βορράν και την Μέση Ανατολή προς νότον. Από την στιγμή μάλιστα που το Ιράν το οποίο συνορεύει εξ ανατολών με την Τουρκία, ξέφυγε από την αμερικανική σφαίρα επιρροής, η στρατηγική αξία της Τουρκίας μεγιστοποιήθηκε.

Διαφοροποίησις

Η πρακτική προσέγγισις του Προέδρου Τραμπ, έφερε μια σημαντική διαφοροποίηση. Χωρίς παραγνωρίζεται η στρατηγική αξία της Τουρκίας, η Ουάσιγκτων αξιολόγησε και το «κόστος» της ανοχής. Ποιες είναι δηλαδή, οι επιπτώσεις της ηπίας στάσεως έναντι της Αγκύρας στις σχέσεις με άλλες χώρες. Κυρίως δε στις σχέσεις με τις αραβικές χώρες, οι οποίες ερμηνεύουν κάθε υποχώρηση και κάθε επίδειξη ανεκτικότητος ως αδυναμία. Είναι προφανές ότι οι ΗΠΑ, έχουν υποστεί τις επιπτώσεις της υποχωρητικότητός τους έναντι της Τουρκίας. Μέχρι την ημέρα που ο Τραμπ επέβαλε την δική του ατζέντα, οι ΗΠΑ έβλεπαν μια κλιμακούμενη δυσπιστία από παραδοσιακά φιλικές τους χώρες, όπως η Αίγυπτος, η Ιορδανία, ακόμη και το ασταθές Ιράκ. Η κατάστασις αυτή, ήδη έχει αρχίσει να διαφοροποιείται.

Είναι προφανές ότι ο Ταγίπ Ερντογάν, στο σημείο αυτό έχει κάνει εσφαλμένη εκτίμηση. Πίστεψε ότι η αξία της χώρας του για το δυτικό σύστημα ασφαλείας θα του επιτρέψει να συνεχίσει ανενόχλητος τους ιδιότυπους ελιγμούς του. Δεν αντελήφθη εγκαίρως ότι τα πράγματα στην Ουάσιγκτων έχουν αλλάξει. Και τώρα είναι πολύ αργά, καθώς η παραμικρή υποχώρησις θα σημάνει τόσο μεγάλη απώλεια γοήτρου, που θα υπονομευθεί η θέσις του, ακόμη και μεταξύ των πλέον πιστών σε αυτόν στελεχών του κόμματός του.
Από την άλλη πλευρά, με την πρώτη τουρκική υποχώρηση, οι σχέσεις τις ΗΠΑ θα αρχίσουν αμέσως να βελτιούνται. Σε αντίθεση με ότι μπορεί να πιστεύουμε εμείς, στις τουρκο-αμερικανικές σχέσεις, η μόνη παράμετρος που δεν υφίσταται είναι η άποψις ή τα συμφέροντα των Αθηνών.

(από την εφημερίδα "ΕΣΤΙΑ", 19/08/2023)