Τις ενδεχόμενες επιπτώσεις από την ανάφλεξη στη Μέση Ανατολή για το 2024 έχει αρχίζει να εξετάζει το ΥΠΕΘΟ, αφού για φέτος οι όποιες επιπτώσεις θα είναι περιορισμένες, με δεδομένο ότι η χερσαία επέμβαση του Ισραήλ στη Γάζα μάλλον θα καθυστερήσει, όσο συνεχίζονται οι διαβουλεύσεις μεταξύ των ΗΠΑ, της Γαλλίας, της Κίνας, της Ρωσίας με τις αραβικές χώρες

Προς το παρόν, όλοι κρατούν κλειστά τα χαρτιά τους και μιλούν για προληπτικές κινήσεις που προσπαθούν να καλύψουν όσο είναι δυνατό τις ενδεχόμενες επιπτώσεις κυρίως στις τιμές ενέργειας. Πηγές του ΥΠΕΘΟ τόνιζαν ότι οι όποιες επιπτώσεις θα εξαρτηθούν τόσο από τη διάρκεια όσο και από την ένταση της σύρραξης και την εμπλοκή των υπολοίπων χωρών της περιοχής με πρώτο το Ιράν. Ωστόσο, σε αυτήν τη φάση δεν θα γίνουν νέες μακροοικονομικές προβλέψεις, αφού η κρίση έχει διάρκεια περίπου 3 εβδομάδων και δεν μπορούν να εξαχθούν από τώρα σαφή συμπεράσματα.

Την ίδια ώρα, η αβεβαιότητα που έχει δημιουργήσει η επικείμενη απευθείας σύγκρουση του Ισραήλ με τη Χαμάς έχει ήδη αποτυπωθεί στις τιμές της ενέργειας. Λόγω των εν εξελίξει διαπραγματεύσεων, η τιμή του brent, της ποικιλίας πετρελαίου που καταναλώνει και η Ελλάδα, αυξήθηκε τις πρώτες μέρες μετά την ανάφλεξη στη Μέση Ανατολή πάνω από τα 90 δολάρια, από 80 δολάρια που ήταν έναν μήνα νωρίτερα, ενώ σήμερα κινείται περίπου στα 85 δολάρια. Το κυριότερο είναι ότι παρότι η τιμή έχει αυξηθεί, σε μέσα επίπεδα παρουσιάζει μεγάλη νευρικότητα ακολουθώντας τις εξελίξεις. Συνεπώς, αν έχουμε κάποια αρνητική εξέλιξη θα πρέπει να περιμένουμε πρόσκαιρα τιμές πετρελαίου, πολύ πάνω από τα 100 δολάρια το βαρέλι. 

Σε παράλληλη πορεία με το πετρέλαιο, βρίσκεται και το φυσικό αέριο η τιμή του οποίου αυξήθηκε στα 50 ευρώ ανά θερμική μεγαβατώρα μετά την ανάφλεξη, από 40 ευρώ τη θερμική μεγαβατώρα στις αρχές Σεπτεμβρίου, ενώ σήμερα κινείται περίπου στα 48 ευρώ.

Μέχρι στιγμής, το πρώτο συμπέρασμα είναι ότι αυτά τα επίπεδα τιμών είναι αυξημένα σε σχέση με τις βασικές παραδοχές του Προϋπολογισμού. Για μέση τιμή πετρελαίου στα 80 δολάρια το βαρέλι και του φυσικού αερίου στα 40 ευρώ τη μεγαβατώρα το 2024. 

Η διακύμανση της τιμής των καυσίμων επηρεάζει σημαντικά τον ελληνικό πληθωρισμό 2022 λόγω της υψηλής εξάρτησης της οικονομίας από τα ορυκτά καύσιμα. Η Ελλάδα συνεχίζει να έχει εξάρτηση πάνω από 40% από το πετρέλαιο, ενώ το φυσικό αέριο είναι το βασικό καύσιμο για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Για τον λόγο αυτό, άλλωστε, η τιμή της μεγαβατώρας στη χονδρική είναι συνδεδεμένη άμεσα με την τιμή του φυσικού αερίου.

Οι πρώτες επιπτώσεις 

Τρανή απόδειξη αποτελεί το γεγονός ότι με την αύξηση της τιμής του φυσικού αερίου από τα 39 ευρώ τη μεγαβατώρα στα 50 ευρώ τη μεγαβατώρα που είναι σήμερα οι παραγωγοί ηλεκτρικού ρεύματος ανακοίνωσαν για τον Νοέμβριο αυξήσεις στη χονδρική τιμή της μεγαβατώρας από 10% έως και 40% με την τιμή της μεγαβατώρας να ξεπερνά ξανά τα 100 ευρώ για πρώτη φορά μετά τον Νοέμβριο του 2022. Οι εκτιμήσεις από Ε.Ε. και ΥΠΕΘΟ είναι ότι οι τιμές ενέργειας θα είναι αυξημένες από 10% έως και 20%, όσο διαρκεί η αναταραχή στο Ισραήλ και τις γειτονικές του χώρες.

Από την άλλη, η αύξηση της τιμής του αργού πετρελαίου, η οποία θα περάσει ξανά αρχικά στα υγρά καύσιμα ενώ, αν έχει διάρκεια η περαιτέρω άνοδο της τιμής, θα δημιουργήσει ένα σπιράλ ανατιμήσεων σε όλα τα προϊόντα και τις υπηρεσίες στο καλάθι του πληθωρισμού. Τούτο διότι θα αυξήσει είτε το κόστος παραγωγής αγαθών είτε το κόστος μεταφοράς τους είτε και τα δύο μαζί, αναζωπυρώνοντας έντονες πληθωριστικές πιέσεις. 

Η δεύτερη πηγή πληθωριστικών πιέσεων θα είναι ο επίσης κρίσιμος τομέας των τροφίμων οι τιμές των οποίων συνεχίζουν να αυξάνονται με μέσο ρυθμό κοντά στο 10% (9,4% για την Ελλάδα τον Σεπτέμβριο λόγω της κλιματικής αλλαγής που κατάστρεψε μέρος της παραγωγής, τα προβλήματα της εφοδιαστικής αλυσίδας και –πλέον– τις αυξήσεις των τιμών της ενέργειας). 

Πρόσθετη δυσκολία στις απροσδόκητες εξελίξεις της Μέσης Ανατολής, οι οποίες απειλούν να βάλουν ξανά φωτιά στις τιμές της ενέργειας, είναι το γεγονός ότι θα εξελιχθούν, μετά από τις 10 διαδοχικές αυξήσεις επιτοκίων της ΕΚΤ που έφτασαν το βασικό επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων από το -0,5% στο 4% αυξάνοντας τον βαθμό δυσκολίας για επιχειρήσεις και νοικοκυριά.

Σε κεντρικό επίπεδο οι αποφάσεις για μέτρα 

Σε περίπτωση επέκτασης της κρίσης πέρα από τα σημερινά επίπεδα, όπως τονίζουν πηγές του ΥΠΕΘΟ, θα έχει λόγο και η Ε.Ε., όπως συνέβη τόσο στην κρίση που προκάλεσε ο κορονοϊός όσο και στην ενεργειακή κρίση του 2022. 

Συγκεκριμένα, αν η κρίση με τις τιμές ενέργειας προσλάβει συστημικές διαστάσεις, η Ευρωζώνη θα έπρεπε να επανεξετάσει τη θέση της για τα μέτρα στήριξης, ανεξάρτητα από τη συμφωνία που αναμένεται να υπάρξει ως το τέλος του χρόνου για τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες. 

Στο ενδεχόμενο μια ενδιάμεσης κατάστασης, με μεγάλες αυξήσεις στις τιμές της ενέργειας, η Ελλάδα θα πρέπει να αξιοποιήσει την υπεραπόδοση της οικονομίας, για τη στήριξη και των οικονομικά αδυνάτων. Σε πρώτη φάση ετοιμάζει την παράταση υφιστάμενων μέτρων στήριξης (π.χ. το market pass) και ήδη γνωστών επιδομάτων (επιταγή ακρίβειας) για τους οικονομικά ασθενέστερους για την στήριξη της οικονομίας ,με κόστος περίπου 400-500 εκατ. ευρώ.

Παράλληλα το επίδομα θέρμανσης θα περιλάβει φέτος και αυτούς που θα ζεσταθούν με ηλεκτρικό ρεύμα . Όσους δηλαδή θα θερμάνουν τα σπίτια τους τη χρήση κλιματιστικών και κάθε μορφής ηλεκτρικών σωμάτων. To μέτρο έχει ως στόχο να δοθεί μια τελευταία ενίσχυση στα τιμολόγια του ηλεκτρικού ρεύματος πριν οι επιδοτήσεις περιοριστούν μόνο στους οικονομικά ασθενέστερους μέσω του κοινωνικού τιμολογίου. Το τι θα γίνει όμως θα κριθεί και από τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή. 

(από capital.gr)