στο παγκόσμιο ενέργεια μείγμα (καλύπτουν το 82% της παγκόσμιας ενεργειακής κατανάλωσης), δεν αφήνουν περιθώρια αισιοδοξίας για την επίτευξη μηδενικών εκπομπών μέχρι το 2050 και την επίτευξη της πολυδιαφημισμένης «ενεργειακής μετάβασης».
Δηλαδή, το περίφημο σενάριο NetZero50 του ΙΕΑ, που έχει υιοθετηθεί πλήρως από την ΕΕ και το πολιτικό οικονομικό κατεστημένο πολλών δυτικών χωρών, όχι όμως από τις χώρες που συμμετέχουν στην ομάδα των BRICS. Ένα σενάριο που, όμως, έχει αρχίσει να αμφισβητείται έντονα από την βιομηχανία,η οποία καλείται να προσαρμοστεί, αλλά και από μεγάλους επενδυτές.
Μάλιστα, εκπρόσωποι της Ευρωπαϊκής βιομηχανίας μετάλλων δηλώνουν ξεκάθαρα ότι με τις επικρατούσες (και διοικητικά οριζόμενες από την Κομισιόν) υψηλές τιμές CO2 και πολλούς άλλους περιορισμούς που δυσκολεύουν την λειτουργία της, όχι μόνο δεν μπορεί να προσαρμοστεί στις παράλογες επιταγές και θέσφατα των Βρυξελλών, αλλά σκέπτεται σοβαρά να μεταναστεύσει. Ήδη, τους τελευταίους 18 μήνες, έχουν κλείσει πολλές μεγάλες βιομηχανίες στην Ευρώπη, με ορισμένες από αυτό αυτές να μεταφέρουν την παραγωγή τους σε Ασιατικές χώρες και άλλες να επενδύουν στις ΗΠΑ. Είναι χαρακτηριστικές οι πρόσφατες δηλώσεις του προέδρου της Eurometaux Ευάγγελου Μυτιληναίου (εδώ).
Εάν, μάλιστα, λάβουμε υπ' όψη τα τεχνολογικά προβλήματα που έχουν εν τω μεταξύ αρχίσει να προκύπτουν από την γιγάντωση των συστημάτων ΑΠΕ (λ. χ. ανεμογεννήτριες 15 MW σήμερα και 30 MW και 50 MW αύριο, την δυσκολία για την βελτίωση της απόδοσης ηλεκτρικών μπαταριών σε συνδυασμό με την επιτακτική ανάγκη αναβάθμισης και εκσυγχρονισμού των ηλεκτρικών δικτύων -προκειμένου να μπορούν να απορροφούν την παραγόμενη από ΑΠΕ ηλεκτρική ενέργεια- και τον ασφυκτικό έλεγχο των πρώτων υλών από την Κίνα), θα διαπιστώσουμε ότι η μετάβαση σε τεχνολογίες ΑΠΕ- ηλεκτρισμού κάθε άλλο παρά ακολουθεί μια εκθετική καμπύλη, η οποία, όμως, κρίνεται αναγκαία προκειμένου να επιτευχθεί ο τρελός στόχος του NetZero50. Με τους περιβαλλοντολόγους και κάθε απόκλισης πολιτικούς παράγοντες να προωθούν το βολικό αυτό αφήγημα, υπό το έωλο επιχείρημα ότι η μη επίτευξη του, και η άνοδος της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη άνω των 1.5 βαθμούς Κελσίου, θα σημάνει την καταστροφή του πλανήτη από υπερθέρμανση!
Η τελευταία πρόβλεψη του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (ΙΕΑ) περί κορύφωσης της πετρελαϊκής ζήτησης το 2030, ή και ενωρίτερα, δημιούργησε θυμηδία στους κύκλους των διεθνών πετρελαϊκών εταιρειών και στον OPEC, όχι μόνο γιατί είναι η πολλοστή φορά που ο εν λόγω οργανισμός πέφτει έξω προβλέποντας τελείως λαθεμένα κορύφωση της πετρελαϊκής ζήτησης (παλαιότερες προβλέψεις έκαναν λόγο για κορύφωση το 2010, 2015, 2020 κ.ο.κ.), αλλά διότι με αυτό το επιχείρημα προσπαθεί να πείσει τις κυβερνήσεις και τις εταιρείες του κλάδου να μειώσουν ηή και να εγκαταλείψουν την παραγωγή πετρελαίου και αερίου και να στραφούν αποκλειστικά στις ΑΠΕ και στο υδρογόνο, προς πλήρωση της αυτοεκπληρούμενης προφητείας του περί NetZero50. Αδιαφορώντας προκλητικά για τις ανάγκες του Τρίτου Κόσμου, οι οποίες, στο μεγάλο τους όγκο, καλύπτονται σήμερα από οικονομικά ανταγωνιστικά καύσιμα προερχόμενα από ορυκτές ενεργειακές πρώτες ύλες.
Η απάντηση της πετρελαϊκής βιομηχανίας και κυβερνήσεων μεγάλων παραγωγών χωρών ήταν η περαιτέρω παγιοποίηση του κλάδου (με αγορές και συγχωνεύσεις) προκειμένου να προετοιμαστεί το έδαφος για τις επιπλέον μεγάλες επενδύσεις που θα χρειαστούν για παραγωγή από “δύσκολα κοιτάσματα” σε διαφορά μέρη του κόσμου προκειμένου να εξασφαλιστούν τα αναγκαία αποθέματα. Τα οποία είναι άκρως απαραίτητα για να καλύψουν την παγκόσμια ζήτηση, που θα αυξάνεται συνεχώς μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 2040, αφού αυτή, λόγω μεγέθους και μορφής (λ. χ. μεταφορές, θέρμανση κ.λπ.), είναι τελείως αδύνατο να καλυφθεί από εναλλακτικές πηγές ενέργειας.
Με τις εναλλακτικές πηγές ενέργειας, δηλαδή τις ΑΠΕ, να παράγουν σχεδόν κατά 90% ηλεκτρισμό, που, όμως, είναι δύσκολο να απορροφηθεί από τις υπάρχουσες ενεργειακές υποδομές που έχουν δημιουργηθεί όλα αυτά τα χρόνια από τις πετρελαϊκές πολυεθνικές, αφού οι υποδομές αυτές είναι προσανατολισμένες να υποδέχονται κυρίως πετρέλαιο, φυσικό αέριο και άνθρακα. Αυτό δεν σημαίνει ότι, εξαιτίας των υποδομών αυτών, δεν θα υπάρξει στροφή προς τις ΑΠΕ και τις καθαρές μορφές ενέργειας γενικότερα (λ. χ. γεωθερμία, πυρηνική ενέργεια).
Νομοτελειακά οι ΑΠΕ και οι καθαρές τεχνολογίες θα διαδεχθούν το σημερινό σύστημα που βασίζεται κυρίως στα ορυκτά καύσιμα. Απλούστατα ο μετασχηματισμός (και όχι “μετάβαση”) του ενεργειακού μας συστήματος σε παγκόσμιο επίπεδο θα απαιτήσει ικανό χρόνο και είναι “όνειρο θερινής νυκτός” να πιστεύουμε ότι αυτή θα ολοκληρωθεί σε 15, 20 ή 25 χρόνια από σήμερα. Θα χρειαστεί πολύ περισσότερος χρόνος και θα είναι πραγματικό κατόρθωμα εάν μέχρι το 2060 το 50% της παγκόσμιας ενεργειακής ζήτησης θα μπορεί να ικανοποιείται από καθαρά καύσιμα.