Επιστολές από το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών και σε ελληνικές εταιρείες για εφαρμογή του πλαφόν στο ρωσικό πετρέλαιο

Το πλαφόν που επέβαλε η Δύση στην τιμή πώλησης του ρωσικού πετρελαίου δεν αποδίδει και οι αμερικανικές αρχές εντείνουν τις πιέσεις προς τις ναυτιλιακές εταιρείες διεθνώς. Για τον λόγο αυτό απέστειλαν επιστολές σε 30 ναυτιλιακές επιχειρήσεις, κάποιες εκ των οποίων ελληνικών συμφερόντων, που δραστηριοποιούνται στη μεταφορά ρωσικού αργού πετρελαίου και διυλισμένων προϊόντων, αυστηροποιώντας τη στάση τους αναφορικά με την εφαρμογή των κυρώσεων κατά της Ρωσίας.

Το Γραφείο Ελέγχου Ξένων Περιουσιακών Στοιχείων του υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ (US Treasury Department’s Office of Foreign Asset Control - OFAC) έστειλε τις επιστολές σε ναυτιλιακές οι οποίες μεταφέρουν αργό πετρέλαιο και διυλισμένα προϊόντα σε χώρες που δεν έχουν υιοθετήσει τις κυρώσεις, κάτι που επιτρέπεται, αλλά μόνο υπό την προϋπόθεση ότι η αξία αγοράς τους παραμένει κάτω από τα 60 δολάρια το βαρέλι. Πρόκειται για το ανώτατο επιτρεπόμενο όριο τιμής με βάση τις κυρώσεις που έχουν επιβληθεί από έναν αριθμό χωρών (G7 price-cap coalition countries) στη Ρωσία.

Ωστόσο, τους προηγούμενους μήνες πληροφορίες ήθελαν το όριο αυτό να καταστρατηγείται μέσα από διάφορες πρακτικές. Οι ναυτιλιακές οφείλουν να ζητούν από τους ναυλωτές, στους οποίους και ανήκει το προϊόν, αξιόπιστη βεβαίωση πως έχει αγοραστεί σε τιμή κάτω από το ανώτατο όριο των 60 δολ. Τώρα η OFAC, η αρμόδια αμερικανική αρχή για την επιβολή κυρώσεων σε εταιρείες που παραβαίνουν το εμπάργκο (όπως ο αποκλεισμός από το αμερικανικό τραπεζικό σύστημα και τις δολαριακές συναλλαγές), φέρεται να ζητάει από τις ναυτιλιακές να της κοινοποιήσουν τα βήματα δέουσας επιμέλειας που κάνουν για την επαλήθευση της συμμόρφωσης με τους κανόνες της ανώτατης τιμής. Πώς δηλαδή βεβαιώνονται ότι το πετρέλαιο έχει πράγματι αγοραστεί κάτω από τα 60 δολ. το βαρέλι.

Οι 30 ναυτιλιακές που έλαβαν το σχετικό ερώτημα ελέγχουν ή διαχειρίζονται περίπου 100 πλοία, τα οποία εμπλέκονται σε μεταφορές ρωσικού πετρελαίου, αναφέρουν πηγές που επικαλούνται διεθνή μέσα ενημέρωσης όπως το Reuters και το Tradewinds. Σύμφωνα με τους Financial Times, από τις 30 εν λόγω ναυτιλιακές οι 17 έχουν έδρα σε χώρες του συνασπισμού του G7 για τον έλεγχο των τιμών του ρωσικού πετρελαίου (Price Cap Coalition), στις οποίες συμπεριλαμβάνονται οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, δηλαδή και η Ελλάδα. Αλλες 6 βρίσκονται στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, ενώ άλλες στην Ινδία, την Τουρκία, την Κίνα, στο Χονγκ Κονγκ και στην Ινδονησία.

Το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ δηλώνει με κάθε ευκαιρία αποφασισμένο να επιβάλει το ανώτατο όριο τιμών, ώστε να μειώσει τους πόρους της Ρωσίας για τον πόλεμό της εναντίον της Ουκρανίας. Στην καρδιά του προβλήματος βρίσκεται η ύπαρξη ευθύνης ή όχι των εταιρειών που μεταφέρουν το πετρέλαιο να ελέγξουν διεξοδικά τα πιστοποιητικά που λαμβάνουν από τους ιδιοκτήτες των φορτίων –τους ναυλωτές, οι οποίοι μεταφέρουν αργό–, τα οποία αναφέρουν την τιμή στην οποία αγοράστηκε από τη Ρωσία. Σημειώνεται πως το πετρέλαιο αγοράζεται από τη Ρωσία από πελάτες και ναυλωτές, οι οποίοι κατόπιν ναυλώνουν δεξαμενόπλοια για να το μεταφέρουν και χορηγούν στις ναυτιλιακές τη σχετική βεβαίωση για το πόσο αγοράστηκε. Οι Ηνωμένες Πολιτείες απαιτούν όμως από τους φορείς εκμετάλλευσης των δεξαμενοπλοίων να ελέγχουν την αξιοπιστία αυτών των βεβαιώσεων, δηλαδή ότι το ρωσικό πετρέλαιο που θα μεταφέρουν αγοράστηκε κάτω από το όριο.

Τον Οκτώβριο η OFAC δημοσίευσε συστάσεις και βέλτιστες πρακτικές για τις εταιρείες που αγοράζουν ρωσικό πετρέλαιο ώστε να παραμείνουν εντός του ανώτατου ορίου τιμών. Η OFAC πρότεινε, μεταξύ άλλων, οι εταιρείες που αποκτούν τελικά το πετρέλαιο να απαιτούν από τους ναυλωτές βεβαιώσεις από αξιόπιστες ασφαλιστικές εταιρείες και να χρησιμοποιούν δεξαμενόπλοια που ταξινομούνται από νηογνώμονεςμέλη της Διεθνούς Ενωσης Νηογνωμόνων (International Association of Classification Societies). Οι εταιρείες καλούνται επίσης να «παρακολουθούν σθεναρά» τις ρότες των πλοίων και τις μεταφορές φορτίων από πλοίο σε πλοίο, που συχνά χρησιμοποιούνται για να παραποιηθεί η αρχική προέλευση του φορτίου. Η OFAC συνέστησε επίσης «αυξημένη δέουσα επιμέλεια» για πλοία που υφίστανται διοικητικές αλλαγές, όπως αλλαγή ιδιοκτησίας, σημαίας, ονόματος και άλλες δυνητικά ύποπτες πρακτικές.

Εν τω μεταξύ, δημοσίευμα της Washington Post ισχυρίζεται ότι απαγορευμένο από τις κυρώσεις ρωσικό πετρέλαιο βρίσκει τον δρόμο του προς τις χώρες που εφαρμόζουν τις κυρώσεις, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών, μέσω προσμείξεων με άλλα πετρελαιοειδή.

Ειδικότερα, σε σχετικό παράδειγμα που επικαλείται ισχυρίζεται πως ακόμη και οι αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις προμηθεύονται καύσιμα και ειδικά αεροπορικά από δυτικά διυλιστήρια, όπως της Ελλάδας, που προμηθεύονται ως πρώτη ύλη πετρελαιοειδή από την Τουρκία, στα οποία έχουν αναμειχθεί ρωσικά προϊόντα. Σημειώνεται ότι η Τουρκία εισάγει πετρέλαιο και πετρελαιοειδή από τη Ρωσία –αφού δεν έχει υιοθετήσει τις σχετικές κυρώσεις–, αλλά και από χώρες όπως το Αζερμπαϊτζάν και εξαγωγείς του Περσικού Κόλπου, αναφέρουν πηγές της αγοράς.

Αλλες πηγές, μάλιστα, σημειώνουν πως η εφημερίδα παραγνωρίζει σειρά παραμέτρων, όπως ότι τα προϊόντα που αναφέρονται στο δημοσίευμα –και τα οποία τα διυλιστήρια προμηθεύονται νομίμως και με τις κατάλληλες πιστοποιήσεις– δεν σχετίζονται με την παραγωγή αεροπορικών καυσίμων, αλλά και ότι όλες οι σχετικές συναλλαγές πραγματοποιούνται σε δολάρια και ως εκ τούτου οι συναλλασσόμενοι υποχρεούνται να έχουν όλα τα νόμιμα και προβλεπόμενα παραστατικά και πιστοποιητικά.

Οι ναυτιλιακές οφείλουν να ζητούν από τους ναυλωτές αξιόπιστη βεβαίωση πως το πετρέλαιο έχει αγοραστεί σε τιμή κάτω των 60 δολ. το βαρέλι.