Χαρακτηρίζει πάντως ενθαρρυντικό το γεγονός ότι η απορρόφηση στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης επιταχύνθηκε στο τελευταίο τρίμηνο του έτους, οπότε και αντλήθηκε το 50% της συνολικής επίδοσης για το 2023. Η κ. Τζάβορτσικ συμφωνεί με την εκτίμηση ότι η τραπεζική χρηματοδότηση στην Ελλάδα, ειδικά για τις ΜμΕ, είναι περιορισμένη, εξ ου και τονίζει ότι θα πρέπει να μειωθεί το περιθώριο επιτοκίου για τις ελληνικές τράπεζες, το οποίο αυτή τη στιγμή είναι περίπου 6%. Παρατηρεί επίσης ότι στη χώρα μας αυξάνονται οι εξαγωγές, αλλά παραμένουν υψηλές οι εισαγωγές. Αναφέρεται πάντως στη βελτίωση του δείκτη ικανοποίησης από τη ζωή στην Ελλάδα, ο οποίος μάλιστα έχει πλέον αντίστροφη πορεία από τον δείκτη… της Γερμανίας. Η Chief Economist της EBRD μοιράζεται ευρήματα του διεθνούς οργανισμού, σύμφωνα με τα οποία οι Ευρωπαίοι, ιδίως εκείνοι με χαμηλότερες αποδοχές, διαφωνούν με την προτεραιότητα στο περιβάλλον έναντι των θέσεων εργασίας, γι’ αυτό και η ίδια τάσσεται υπέρ της μετατόπισης του αφηγήματος από την «πράσινη μετάβαση» στη «δίκαιη μετάβαση». Οσο για τις διεθνείς εφοδιαστικές αλυσίδες που διαμορφώνουν τις τιμές; Οσο πιο ανθεκτικές, τόσο πιο ακριβές.
– Το προηγούμενο έτος η Ελλάδα δεν πέτυχε τον στόχο που είχε θέσει για το σύνολο των επενδύσεων ως ποσοστό του ΑΕΠ. Μεταξύ άλλων, ένα ερώτημα είναι κατά πόσον η χώρα απορροφά εγκαίρως και αποτελεσματικά τα ευρωπαϊκά κονδύλια που είναι διαθέσιμα γι’ αυτόν τον σκοπό. Ποια είναι η γνώμη σας;
– Είναι αλήθεια ότι η αύξηση του ακαθάριστου σχηματισμού παγίου κεφαλαίου το 2023, κατά μόλις 4%, ήταν κάτω από τις προσδοκίες. Σε κάποιον βαθμό αυτό αντανακλά τον σχετικά αργό ρυθμό απορρόφησης κονδυλίων της Ε.Ε. Ωστόσο, είναι ενθαρρυντικό να βλέπουμε ότι ο ρυθμός επιταχύνθηκε κάπως το δ΄ τρίμηνο του 2023 – απορροφήθηκε 1 δισ. ευρώ από το σύνολο του έτους που ήταν 2 δισ. ευρώ (RRF). Είναι επίσης καλό να βλέπουμε τον στόχο απορρόφησης να αυξάνεται στα 3,6 δισ. ευρώ για το 2024. Η αποτελεσματική χρήση αυτών των κεφαλαίων θα είναι κρίσιμη για τη διατήρηση της οικονομικής ανάπτυξης μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα.
– Σε ό,τι αφορά την αμιγώς ιδιωτική πρωτοβουλία, μιλώντας για επενδύσεις, ζητούμενο στην Ελλάδα, ιδίως για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, παραμένει η πρόσβαση σε τραπεζική χρηματοδότηση. Μια άλλη παράμετρος είναι πιθανώς η δυναμική που (δεν) έχει η βιομηχανική πολιτική στη χώρα μας. Ποιες είναι οι σκέψεις σας;
– Η πρόσβαση στη χρηματοδότηση είναι πράγματι περιορισμένη αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα, ειδικά για τις ΜμΕ. Σε μεγάλο βαθμό αυτό αντανακλά την αυστηρή νομισματική πολιτική της ΕΚΤ, η οποία διατήρησε τα επιτόκια αρκετά υψηλά σε σχέση με τα επίπεδα της δεκαετίας περίπου μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση. Επί του παρόντος, το περιθώριο επιτοκίου για τις ελληνικές τράπεζες είναι περίπου 6%. Η μείωση αυτού του επιτοκίου θα είναι σημαντική για την τόνωση των επενδύσεων. Είναι ενθαρρυντικό να σημειωθεί ότι τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα συνέχισαν να μειώνονται κατά τη διάρκεια του 2023 και αναμένουμε ότι αυτό θα μεταφραστεί σε μεγαλύτερη προθυμία για δανεισμό και μεγαλύτερο ανταγωνισμό μεταξύ των τραπεζών τους επόμενους μήνες και χρόνια.
Οσον αφορά τις εξαγωγικές επιδόσεις της Ελλάδας, έχουν βελτιωθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια: οι εξαγωγές αγαθών αυξήθηκαν από 32,4 δισ. ευρώ το 2019 σε 53,8 δισ. ευρώ το 2022. Ωστόσο, οι ανάγκες σε εισαγωγές παραμένουν μεγάλες, όπως φαίνεται στο ευρύ έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών (πάνω από 10% του ΑΕΠ το 2022). Είδαμε το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών να μειώνεται το 2023 και μπορούμε να αναμένουμε περαιτέρω μειώσεις τα επόμενα χρόνια, υπό την προϋπόθεση ότι οι μεταρρυθμίσεις που ενισχύουν την ανάπτυξη θα παραμείνουν σε τροχιά και η κυβέρνηση θα επιταχύνει τον ρυθμό χρήσης των σημαντικών κεφαλαίων που διατίθενται από την Ε.Ε.
– Διαδοχικές κρίσεις στις εφοδιαστικές αλυσίδες έχουν επιτείνει μια διαδικασία αποπαγκοσμιοποίησης στο διεθνές εμπόριο. Τι συνεπάγεται αυτός ο μετασχηματισμός για την πορεία των τιμών και πώς θα μπορούσε πιθανώς μια χώρα, όπως η Ελλάδα, να αξιοποιήσει τη συγκυρία με βάση τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα;
– Την προηγούμενη δεκαετία οι παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού είχαν βελτιστοποιηθεί από την άποψη του κόστους. Ομως η συνεχιζόμενη αναμόρφωση των παγκόσμιων αλυσίδων αξίας, που στοχεύει στην αύξηση της ανθεκτικότητάς τους, θα οδηγήσει σε αύξηση του κόστους παραγωγής και θα δημιουργήσει ορισμένες πληθωριστικές πιέσεις. Με άλλα λόγια, η ανθεκτικότητα δεν έρχεται δωρεάν. Να σημειωθεί ότι πολλές προσπάθειες για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας των αλυσίδων εφοδιασμού έχουν γίνει από τις ίδιες τις εταιρείες, χωρίς καμία κρατική παρέμβαση. Για παράδειγμα, σε μια πρόσφατη έρευνα που διεξήχθη από το Ινστιτούτο ifo με έδρα το Μόναχο, το 58% των γερμανικών κατασκευαστικών εταιρειών ανέφεραν ότι έχουν διαφοροποιήσει τη βάση των προμηθευτών τους και το 32% δήλωσε ότι προτίθεται να το κάνει τους επόμενους 12 μήνες. Και πολλές χώρες στην Ανατολική και Νότια Ευρώπη ανταγωνίζονται για να αξιοποιήσουν τις ευκαιρίες που δημιουργούνται από αυτή τη διαδικασία.
Η Ελλάδα γίνεται όλο και πιο ελκυστική για τους ξένους επενδυτές, κυρίως επειδή η μακροοικονομική σταθερότητα και η πρόοδος στις μεταρρυθμίσεις έχουν επαναφέρει την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας στην επενδυτική βαθμίδα για τους περισσότερους διεθνείς οίκους αξιολόγησης. Η ελκυστικότητα για ξένες επενδύσεις ενισχύεται περαιτέρω από τα φυσικά της πλεονεκτήματα στην παραγωγή πράσινης ενέργειας, καθώς η πρόσβαση στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ανάγεται σε καθοριστικό παράγοντα ανταγωνιστικότητας για τις εγκαταστάσεις παραγωγής.
– Πάντως, η δημοφιλία των ευρωπαϊκών πολιτικών για την πράσινη μετάβαση δεν συνάδει με την κατά τα άλλα θετική αύρα του εγχειρήματος. Τι έχει πάει στραβά και τι σημαίνουν όλα αυτά για το μέλλον του project;
– Τα καλά νέα είναι ότι σε 37 χώρες που ρωτήθηκαν από την EBRD, τα τρία τέταρτα των ανθρώπων αναγνωρίζουν ότι η κλιματική αλλαγή είναι πραγματική και ότι θα επηρεάσει σοβαρά τη γενιά των σημερινών παιδιών. Τα λιγότερο καλά νέα είναι ότι πολύ λιγότεροι άνθρωποι θα ήθελαν οι κυβερνήσεις τους να δώσουν προτεραιότητα στο περιβάλλον έναντι των θέσεων εργασίας. Τα στοιχεία δείχνουν ότι οι ερωτηθέντες που δεν είναι πρόθυμοι να επωμιστούν το οικονομικό κόστος το οποίο σχετίζεται με την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής τείνουν να είναι εκείνοι με χαμηλότερες αποδοχές και εκείνοι χωρίς πανεπιστημιακά πτυχία. Ως εκ τούτου, μπορεί να είναι λιγότερο καλά τοποθετημένοι για να αντιμετωπίσουν τις αλλαγές στις θέσεις εργασίας ή ακόμη και στις σταδιοδρομίες που μπορεί να απαιτούνται από τις πολιτικές για το κλίμα. Οι πολιτικές «δίκαιης μετάβασης» είναι η απάντηση. Οι κυβερνήσεις πρέπει να καθησυχάσουν τους ανθρώπους ότι θα λάβουν βοήθεια και υποστήριξη που χρειάζονται κατά τη διαδικασία μετάβασης.
– Παρά τους θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης επί συναπτά έτη, η Ελλάδα εμφανίζει από τα χαμηλότερα επίπεδα ικανοποίησης ζωής στον σχετικό δείκτη της EBRD. Τι έχετε να παρατηρήσετε;
– Καθώς η ερώτηση της έρευνας σχετικά με την ικανοποίηση από τη ζωή τείνει να ερμηνεύεται ελαφρώς διαφορετικά σε διαφορετικές χώρες, είναι πιο σημαντικό να εστιάσουμε στις παρατηρούμενες αλλαγές παρά να συγκρίνουμε επίπεδα μεταξύ των χωρών. Και εδώ τα νέα είναι πολύ θετικά. Στα στοιχεία της EBRD, η Ελλάδα είναι μία από τις χώρες που κατέγραψαν τη μεγαλύτερη αύξηση ικανοποίησης από το 2016. Αυτό έρχεται σε έντονη αντίθεση με τη Γερμανία, όπου η ικανοποίηση από τη ζωή μειώθηκε την ίδια περίοδο.
* Η Chief Economist της EBRD συμμετείχε στο 9ο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών, που πραγματοποιήθηκε 10-13 Απριλίου στους Δελφούς.
(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ")