Όποιος μπορεί, πιέζει όποιον βρει. Αυτή ήταν, σε ελεύθερη περιγραφή, η κατάστασις που επικρατούσε στην διεθνή σκηνή κατά τα μέσα της εβδομάδος, καθώς κλιμακώνονταν οι διπλωματικές (ή όχι πάντα και τόσο διπλωματικές...) προσπάθειες για την επίτευξη εκεχειρίας στην Λωρίδα της Γάζας

Στην κορυφή του οικοδομήματος της διεθνούς διπλωματίας βρίσκεται βέβαια αυτός που στερείται της δυνατότητας να πιέσει οποιονδήποτε, ήτοι ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών. Έστω και περιοριζόμενος σε εκκλήσεις, όμως, ο Αντόνιο Γκουτέρες απέδιδε πιστά την δραματικότητα των στιγμών.

“Μια στρατιωτική επίθεση στη Ράφα” τόνισε “θα αποτελούσε ανεπίτρεπτη κλιμάκωση, θα προκαλούσε τον θάνατο χιλιάδων άλλων αμάχων και θα υποχρέωνε εκατοντάδες χιλιάδες να τραπούν σε φυγή”, ενώ θα είχε “σοβαρές επιπτώσεις στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή”.

Ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ επικαλέσθηκε την αντίθεση όλων των μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας και πολλών άλλων κρατών στην μεγάλη επιχείρηση στο νότιο τμήμα της Λωρίδας της Γάζας την οποία προαναγγέλλει καθ' όλο το τελευταίο διάστημα η υπό τον Βενιαμίν Νετανιάχουκυβέρνησις του Ισραήλ, με τον διακηρυγμένο στόχο της “εξαλείψεως” της ισλαμιστικήςΧαμάς.

Μάλιστα ο Νετανιάχου επιμένει ότι η επιχείρησις αυτή θα πραγματοποιηθεί είτε ενδιαμέσως προκύψει είτε όχι μία συμφωνία εκεχειρίας και ανταλλαγής των Ισραηλινών ομήρων που βρίσκονται στην Λωρίδα της Γάζας με Παλαιστίνιους κρατουμένους στις φυλακές του Ισραήλ.

Το μήνυμα αυτό επανέλαβε τις τελευταίες ημέρες ο Ισραηλινός πρωθυπουργός τόσο προς τους ανησυχούντες για το ενδεχόμενο συμβιβασμού ακροδεξιούς κυβερνητικούς του εταίρους, όσο και προς τους συγγενείς των ομήρων, οι οποίοι εν αγωνία τελούντες για την τύχη των ανθρώπων τους πυκνώνουν τις εκδηλώσεις καταγγελίας των κυβερνητικών χειρισμών.

Ωστόσο, την ίδια στιγμή οι ζυμώσεις για την επίτευξη εκεχειρίας είχαν οδηγηθεί σε ένα είδος τελεσιγράφου προς την Χαμάς να τοποθετηθεί μέχρι τα μεσάνυκτα της Τετάρτης επί του σχεδίου συμφωνίας το οποίο διαμορφώθηκε με τη μεσολάβηση της Αιγύπτου, του Κατάρ και των ΗΠΑ, καθώς και τη σιωπηρή αποδοχή του Ισραήλ.

Προφανώς το να διατηρεί εν ζωή την προοπτική επεμβάσεως στη Ράφα είναι ο τρόπος του Νετανιάχου όχι μόνο να ισορροπήσει στο εσωτερικό πολιτικό του μέτωπο, αλλά και να πιέσει τους Παλαιστινίους αντιπάλους του να συμβιβασθούν, ώστε να αποφύγουν τα χειρότερα.

Όμως ισχυρή πίεση δέχεται και ο ίδιος προσωπικά από τις έρευνες που πλέον διεξάγει το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για πιθανώς διαπραχθέντα εγκλήματα πολέμου κατά το διατρέξαν επτάμηνο της τρέχουσας μεσανατολικής αναφλέξεως. Εικάζει κανείς ότι οι έρευνες αυτές δεν θα είχαν δρομολογηθεί χωρίς την ανοχή της Ουάσιγκτον, ώστε να “χαλιναγωγηθεί” ο Ισραηλινός ηγέτης. Σε κάθε περίπτωση, η πλευρά του Νετανιάχου, που προφανώς έχει ήδη απευθυνθεί στις ΗΠΑ για να εκφοβίσουν το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο, θα έλαβε την απάντηση ότι θα αντιμετωπίσει από καλύτερη διπλωματική και επικοινωνιακή θέση τυχόν απαγγελία διεθνών κατηγοριών, εάν η εκεχειρία έχει επιτευχθεί.

Στο επίκεντρο αυτής της φρενίτιτδας βρίσκεται για άλλη μία φορά ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών ο οποίος την εβδομάδα αυτή πραγματοποίησε την έβδομη κατά σειρά μεσανατολική περιοδεία του μετά την 7η Οκτωβρίου, με σταθμούς το Ριάντ, το Αμάν και την Ιερουσαλήμ, για να γίνει αποδέκτης των πιέσεων των Αράβων συνομιλητών του, οι οποίοι επιθυμούν ειρήνευση (και μάλιστα “βιώσιμη”) στα παλαιστινιακά εδάφη.

Όμως την μεγαλύτερη πίεση την δέχεται αυτή τη στιγμή ο Μπλίνκεν και ο πολιτικός του προϊστάμενος Τζο Μπάιντεν από την κατάσταση που έχει διαμορφώσει στο εσωτερικών των ΗΠΑ το εξαπλούμενο κίνημα φοιτητικών κινητοποιήσεων υπέρ των Παλαιστινίων.

Ασαφές παρέμενε, μέχρι την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές, εάν θα ειυδόνωνταν οι προσπάθειες εκεχειρίας.

Σύμφωνα πάντως με δύο Ισραηλινούς αξιωματούχους τους οποίους επικαλείται το Axios, διαπιστωνόταν προθυμία για “την αποκατάσταση βιώσιμης ηρεμίας”. Η φράση έχει μεγάλη σημασία. Όχι μόνο διότι για πρώτη φορά μετά την 7η Οκτωβρίου εκφράζεται, έστω και ανωνύμως, από ισραηλινής πλευράς ετοιμότητα για μία λήξη των εχθροπραξιών, αλλά και γιατί εικονογραφούνται εύγλωττα οι αντιφάσεις της “επόμενης μέρας”.

Η “ηρεμία”, που διαχρονικά παίζει κεντρικό ρόλο στην ρητορική των ιθυνόντων του Ισραήλ, είναι βεβαίως κάτι πολύ διαφορετικό από την “ειρήνη”, η οποία προϋποθέτει μιαν οριστική και δίκαιη διευθέτηση. Η “ηρεμία” (μονίμως διακυβευόμενη εξ ορισμού) είναι ένας τρόπος να διατηρηθεί ο υπάρχων συσχετισμός μεταξύ κατεχόντων και κατεχομένων και να απομακρυνθεί η πίεση για μία καθαυτό ειρηνευτική συμφωνία – λ.χ. στην κατεύθυνση μιας “λύσης δύο κρατών”.

Αλλά ο συσχετισμός έχει θεαματικά τροποποιηθεί το τελευταίο εξάμηνο. Το ερώτημα δεν είναι τώρα αν οι Παλαιστίνιοι θα δεχθούν, έναντι πενιχρών ανταλλαγμάτων, το status quo χωρίς να προβάλλουν αντίσταση, αλλά αν το Ισραήλ θα αποδεχθεί μια παύση των εχθροπραξιών, χωρίς την υπεσχημένη από την πολιτική και στρατιωτική του ηγεσία “τελική νίκη”.

Το δίλημμα της τελευταίας παίρνει συγκεκριμένη μορφή: δεδομένου του ότι η απελευθέρωση των ομήρων με στρατιωτικά μέσα έχει αποδειχθεί αδύνατη, θα πρέπει να επιλεγεί είτε η επιστροφή των ομήρων (των 95 εναπομεινάντων εν ζωή καθώς και των σορών των 34 που εκτιμάται ότι έχουν σκοτωθεί), είτε η συνέχιση της επιδίωξης της “τελικής νίκης”.

Προφανώς η παλαιστινιακή πλευρά δεν θα αποχωριστεί το διαπραγματευτικό “χαρτί” των ομήρων, μόνο και μόνο για να βρεθεί έκθετη σε μία νέα και ισχυρότερη ισραηλινή επίθεση την επόμενη μέρα. Αναζητά συνεπώς εγγυήσεις ότι η “ηρεμία” θα είναι “βιώσιμη”. Για την ακρίβεια φιλοδοξεί να στρέψει τη συζήτηση στην αναζήτηση μιας μόνιμης πολιτικής λύσης, αλλά προς το παρόν μπορεί να αρκεστεί και στα λιγότερα.

Δεν είναι τυχαίο ότι η Χαμάς περνά (μέσω του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών Χακάν Φιντάν και όχι μόνο) το μήνυμα ότι μπορεί να αποδεχθεί μια “λύση δύο κρατών” για χάρη της οποίας θα διέλυε και το στρατιωτικό της σκέλος. Αλλά ούτως ή άλλως μία επόμενη μέρα κατά την οποία η Χαμάς διατηρεί ρόλο στη Γάζα είναι για το Ισραήλ ένα πικρόν ποτήριον.

 
(από την εφημερίδα «ΕΣΤΙΑ»)