Η έναρξη της υποχρέωσης απολογισµών βιωσιµότητας από 1.1.2024 για τις µεγάλου µεγέθους οντότητες στην Ελλάδα παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον εντοπισµό, αλλά και την εµφάνιση του τρόπου µε τον οποίο οι παράγοντες ESG επηρεάζουν τη Λογιστική. Ο παράγοντας E (Environmental) µπορεί να επηρεάζει την ενεργειακή κατανάλωση και παραγωγή, ο παράγοντας S (Social) µπορεί να επηρεάζει τις δαπάνες και το φύλο του προσωπικού, τους πελάτες, τους προµηθευτές και τη φορολόγηση, ενώ ο παράγοντας G (Governance) µπορεί να επηρεάζει τόσο τη σύνθεση του Μετοχικού Κεφαλαίου και του ∆ιοικητικού Συµβουλίου, όσο και τη διαχείριση κινδύνου

Οι επιχειρήσεις πρέπει να ιεραρχούν τα θέµατα ESG που είναι περισσότερο ουσιαστικά για τη λειτουργία τους, καθώς και να εξηγούν τον τρόπο µε τον οποίο τα θέµατα αυτά επηρεάζουν την εταιρική τους επίδοση και την ικανότητά τους να εφαρµόζουν τη στρατηγική τους. Σύµφωνα µε τον Οργανισµό ∆ιεθνών Λογιστικών Προτύπων (Ο∆ΛΠ), ως ουσιαστικά θέµατα αναγνωρίζονται τα θέµατα για τα οποία, αν µια οντότητα δώσει ελλιπή ή ανακριβή στοιχεία, θα µπορούσε να επηρεάσει τις αποφάσεις πράσινων επενδύσεων, όσων βασίζονται στις δηµοσιευµένες χρηµατοοικονοµικές καταστάσεις της. Για τις προηγούµενες λογιστικές περιόδους, έχουν δηµοσιευθεί προαιρετικά απολογισµοί ESG από αρκετές µεγάλου µεγέθους οντότητες. Οι ορκωτοί λογιστές που τις υπογράφουν δεν είχαν την υποχρέωση να εκφράσουν τη «σύµφωνη ή µη γνώµη τους». Αυτό θα γίνει υποχρεωτικά από την παρούσα λογιστική περίοδο.

Θεωρούµε δεδοµένο ότι δεν υπάρχει τιµολόγιο από τη «µητέρα φύση» εάν η επιχειρηµατική δραστηριότητα έχει ως αποτέλεσµα τη µόλυνση των υδάτων, την υποβάθµιση της γης, την εκποµπή αερίων του θερµοκηπίου και την ώθηση των ειδών σε εξαφάνιση. Επίσης, η κοινωνία δεν ζητά συλλογική αµοιβή εάν µια επιχειρηµατική απόφαση οδηγεί σε κοινωνικές ανισότητες ή σε χαµηλούς µισθούς και ανθυγιεινές συνθήκες εργασίας. Οµως, κατά τους πρώτους µήνες του 2025, η παράλληλη υποχρεωτική δηµοσίευση και αντιπαράθεση των χρηµατοοικονοµικών καταστάσεων µε τους απολογισµούς βιωσιµότητας (ESG) θα προσδώσει ξεχωριστό ενδιαφέρον στον ποσοτικό προσδιορισµό των λογιστικών µεγεθών που αφορούν οικονοµικές εκθέσεις και αξιόγραφα µε θετικό περιβαλλοντικό αποτύπωµα.

Μέσα σε αυτά τα πλαίσια θα πρέπει να εξετασθεί η αναγκαία µεταβολή λογιστικών αξιολογήσεων και οι προϋποθέσεις έκδοσης πράσινων οµολόγων. Αυτά αναµένεται να επηρεάσουν σηµαντικά τόσο το Χρηµατιστήριο Αξιών, όσο και εκείνο των Παραγώγων. Οι οντότητες, όταν αναλύουν τα ενσωµατωµένα χαρακτηριστικά ενός συµβολαίου, ελέγχουν οποιοδήποτε στοιχείο µπορεί να επηρεάσει τον χρόνο ή το ποσό των ταµειακών ροών για να αξιολογηθεί (βάσει κριτηρίων) ως ενσωµατωµένο παράγωγο που απαιτεί τον σχετικό διαχωρισµό. Οµως, τα στοιχεία ESG δεν πληρούν τα σχετικά κριτήρια, αφού τα γεγονότα ενεργοποίησης της σύµβασης που οδηγούν σε αλλαγή στο ποσό των ταµειακών ροών, µπορεί να µη σχετίζονται µε µία κλιµατική, γεωλογική ή άλλη φυσική µεταβλητή (όπως π.χ. τους πόντους βροχόπτωσης ή χιονιού σε συγκεκριµένη περιοχή και το µέγεθος ενός σεισµού µε την κλίµακα Ρίχτερ).

Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τα θέµατα ESG σχετίζονται µε το πρόγραµµα Next Generation EU που προβλέπει µέχρι το 2048 επενδύσεις έως και 800 δισ. ευρώ για τη βιωσιµότητα, τις ψηφιακές λύσεις και την ανθεκτικότητα της Ευρώπης. Μέχρι το α΄ τρίµηνο του 2023 είχαν εκταµιευθεί 125 δισ. ευρώ και είχαν καταβληθεί 21,4 δισ. ευρώ ως επιλέξιµες επενδύσεις που επιβεβαιώνονται εκ των υστέρων, δηλαδή όταν οι χώρες της Ε.Ε. έχουν εκπληρώσει τη συµφωνηµένη χρήση κεφαλαίων. Σταδιακά, η απορροφητικότητα των κονδυλίων βιωσιµότητας θα καταχωρίζεται υποχρεωτικά στους απολογισµούς ESG και ο συσχετισµός τους θα βελτιστοποιήσει την κατανοµή πράσινων κεφαλαίων. Στη χώρα µας από το Ταµείο Ανάκαµψης και το ΕΣΠΑ υπολογίζεται ότι από τα περίπου 160 δισ. ευρώ που θα διατεθούν, τα 25 δισ. ευρώ αφορούν πράσινες επενδύσεις. Σύµφωνα µε τα προσωρινά στοιχεία της ΤΤΕ µέχρι το 2023 είχαν εκδοθεί πράσινα οµόλογα αξίας 3,87 δισ. ευρώ, ενώ στην ATHEX BOND GREENET περιλαµβάνονται οι εκδότες ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή, ΠΡΟΝΤΕΑ, ΝΟΒΑΛ, ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, LAMDA.

Τα πράσινα οµόλογα µπορούν να διακριθούν σε δύο κατηγορίες, συγκεκριµένα σε εκείνα που χαρακτηρίζονται πράσινα από διεθνείς οργανισµούς και χρηµατοπιστωτικές αγορές και σε εκείνα που χαρακτηρίζονται πράσινα από τους εκδότες τους. Η πρώτη κατηγορία περιλαµβάνει τα οµόλογα που συµµορφώνονται σε ένα συγκεκριµένο κανονιστικό πλαίσιο, όπως στις αρχές πράσινων οµολόγων της ∆ιεθνούς Ενωσης Κεφαλαιαγοράς (ICMA) ή στα πρότυπα των κλιµατικών οµολόγων της Πρωτοβουλίας για τα Κλιµατικά Οµόλογα (CBI) και ελέγχονται από ορκωτούς (εξωτερικούς) ελεγκτές-λογιστές για τη µείωση πιθανοτήτων greenwashing. Στην ΕΛΤΕ από τον Ιούνιο του 2022 έχει αποφασισθεί ο καθορισµός του ελεγκτικού πλαισίου βάσει του οποίου διενεργούνται οι έλεγχοι του πλαισίου έκδοσης πράσινου οµολόγου, σύµφωνα µε τα πρότυπα που εκδίδονται από την ICMA. Η τάση των περιβαλλοντικών εκδόσεων ξεκίνησε από την Καλιφόρνια. Αν οι τραπεζικοί κολοσσοί της Wall Street, όπως η Goldman Sachs ή η Morgan Stanley εξέδιδαν ένα δικό τους εταιρικό (συµβατικό) οµόλογο, πιθανότατα θα κατέβαλαν τόκο γύρω στο 6% και θα είχαν την επιβάρυνση του οµοσπονδιακού φόρου. Αν, όµως, εξέδιδαν ένα δηµοτικό πράσινο οµόλογο, θα υπήρχε απαλλαγή από τον οµοσπονδιακό φόρο και ο µέσος «ευαισθητοποιηµένος» Καλιφορνέζος θα ήταν πρόθυµος να εισπράττει µικρότερο τόκο (π.χ. 4%). Ετσι, όλοι εµφανίζονται ωφεληµένοι. Οι τράπεζες αποκτούν πρόσβαση σε φθηνά κεφάλαια και οι Καλιφορνέζοι αισθάνονται απενοχοποιηµένοι που επενδύουν φιλικά στο περιβάλλον µε την εγγύηση µιας µεγάλης τράπεζας. Στα τελευταία χρόνια, οι εκδόσεις δηµοτικών πράσινων οµολόγων ξεπέρασαν τα 3 δισ. USD, που ξεπερνούν τα 50 εκατ. USD σε διαφυγόντα φορολογικά έσοδα ετησίως για το αµερικανικό κράτος.

Προσωρινά, δεν υπάρχει ένας ενιαίος καθολικός ορισµός τι ακριβώς συνιστά µία «περιβαλλοντικά επωφελής χρήση εσόδων». Ο επενδυτής δεν εξασφαλίζεται, σε αρκετές περιβαλλοντικές εκδόσεις, ότι δεν πρόκειται για οµόλογα «βαµµένα µε πράσινο χρώµα» για το επικοινωνιακό «φαίνεσθαι». Την προηγούµενη χρονιά, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε έναν ολοκληρωµένο πολυσέλιδο οδηγό «KPIS for ESG». Αναπτύσσει πρόταση για ένα κοινό πλαίσιο κανόνων, το οποίο υλοποιείται προαιρετικά, αλλά είναι υποχρεωτικό όταν οι εκδότες επιθυµούν να χρησιµοποιούν την ονοµασία «ευρωπαϊκό πράσινο οµόλογο» ή «EUGB» για οµόλογα που χρηµατοδοτούν περιβαλλοντικά βιώσιµους στόχους. Παράλληλα, διάφοροι οργανισµοί παρέχουν κατευθυντήριες αρχές για την απόκτηση τόσο ενός οικολογικού σήµατος, όσο και περιβαλλοντικών πιστοποιήσεων που απαιτούν την εφαρµογή αυστηρών κριτηρίων, σχετικά µε τον ορισµό του «πράσινου», συµπεριλαµβανοµένων και των «αποχρώσεων» του πράσινου. Αυτός ο προβληµατισµός, σε συνδυασµό µε την προστασία των επενδυτών από πιθανό greenwashing σε αναµενόµενες εκδόσεις, αφήνει περιθώρια για τον ορισµό του «λαχανί οµολόγου» (pale green bond) µε τα εξής χαρακτηριστικά: «Μη αναφορά στο ενηµερωτικό-πληροφοριακό δελτίο του εκδότη-δανειζόµενου για την κατ’ ελάχιστον 85% χρήση των αντληθέντων κεφαλαίων για πράσινα έργα που, βάσει χρονοδιαγράµµατος, θα συνδέονται µε πρόσθετες επιβαρύνσεις, αν δεν επαληθεύονται συγκεκριµένοι µετρήσιµοι και συγκρίσιµοι δείκτες».

Η αναγκαία µεταβολή λογιστικών αξιολογήσεων και οι προϋποθέσεις έκδοσης πράσινων οµολόγων.

 

* Ο κ. Παναγιώτης B. Παπαδέας είναι καθηγητής Λογιστικής, τ. πρόεδρος ΕΛΤΕ

(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ")