Μπλεγµένοι στην επικαιρότητα πολέµων, γεωπολιτικής έντασης (ίσως και εκλογών) δεν συνειδητοποιούµε ότι η οικονοµία πάει σχετικά καλά, παντού. Στις ΗΠΑ η οικονοµία κινείται περίφηµα παρά τον εµπορικό πόλεµο µε την Κίνα. Η Γερµανία έχασε το µοναδικό πλεονέκτηµα του φθηνού φυσικού αερίου από τη Ρωσία, η οικονοµία έχει πληγεί αλλά χωρίς να επιβεβαιωθεί η καταστροφή που πολλοί προέβλεπαν. Ο πόλεµος στη Μέση Ανατολή δεν προκάλεσε ενεργειακή κρίση, ούτε οι πυραυλικές επιθέσεις των Χούθι σταµάτησαν το διεθνές εµπόριο, το οποίο ως ποσοστό του παγκόσµιου ΑΕΠ επανήλθε στα επίπεδα πριν από την πανδηµία

Αλλά και οι ενδείξεις για την ελληνική οικονοµία είναι θετικές. Οι προβλέψεις ΟΟΣΑ για την παγκόσµια ανάπτυξη είναι 1,7% φέτος και 1,8% το 2025 ενώ οι προβλέψεις του διεθνούς οργανισµού για την ελληνική οικονοµία είναι ανάπτυξη 2% φέτος και 2,5% το 2025. Αναµένουν, δηλαδή, µεγαλύτερη ανάπτυξη από τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Ο πληθωρισµός στην Ελλάδα υπολογίζεται σε 2,96% φέτος έναντι 2,34% της Ευρωζώνης και το 2025 θα είναι 2,26% στην Ελλάδα, συγκλίνοντας µε το 2,16% της Ευρωζώνης ενώ στον ΟΟΣΑ θα είναι 3,43%.

Εχουν λυθεί λοιπόν όλα τα προβλήµατα ή τα έχουµε ξεχάσει; Φυσικά όχι. Ο κόσµος θα συνεχίσει να αντιµετωπίζει απρόβλεπτες γεωπολιτικές κρίσεις, τις επιπτώσεις της κλιµατικής κρίσης και άλλες απειλές που απαιτούν σύνεση. Συνήθως όµως κρίνουµε τη σηµερινή κατάσταση µε βάση εµπειρίες του παρελθόντος.

Το έλλειµµα εξωστρέφειας και παραγωγικότητας που υπάρχει σε όλο το φάσµα των οικονοµικών δραστηριοτήτων δεν επιτρέπει την απελευθέρωση των αναπτυξιακών δυνατοτήτων. Λαµπρό παράδειγµα οι ελληνικές τράπεζες, οι οποίες µετά την κρίση έχουν εξυγιανθεί, αλλά µε κάποιες εξαιρέσεις αποφεύγουν κι αυτές την επέκταση σε άλλες αγορές. Και όµως το µέλλον των ελληνικών τραπεζών είναι στις ξένες αγορές, καθώς έχουν την εµπειρία να αποφύγουν λάθη του παρελθόντος.

Σύµφωνα µε την έκθεση χρηµατοπιστωτικής σταθερότητας της Τράπεζας της Ελλάδος, το συνολικό ενεργητικό των ελληνικών τραπεζών στο εξωτερικό ανήλθε το 2023 σε 35 δισ. ευρώ, σχεδόν αµετάβλητο σε σχέση µε το 2022. Οι διεθνείς δραστηριότητες αναλογούν στο 11% του συνολικού ενεργητικού των ελληνικών τραπεζών από 10,8% το 2022. Ωστόσο η κερδοφορία των τραπεζών από τις θυγατρικές στο εξωτερικό είναι το 13% των συνολικών κερδών, ενώ τα δάνεια σε καθυστέρηση είναι χαµηλά, 1,6% για επιχειρηµατικά, 3,8% για καταναλωτικά, 3,3% για στεγαστικά. Η κάλυψη των δανείων σε καθυστέρηση από συσσωρευµένες προβλέψεις είναι 98%. Το βάρος της ελληνικής παρουσίας στο εξωτερικό πέφτει κυρίως στη ΝΑ Ευρώπη, η οποία αντιπροσωπεύει το 83,2% του συνολικού ενεργητικού, µε κυριότερες αγορές την Κύπρο και τη Βουλγαρία.

Αλλά δεν είναι µόνο που τράπεζες που χρειάζονται «ένεση παραγωγικότητας». Οι εργαζόµενοι στον δηµόσιο και ιδιωτικό τοµέα που εργάζονται σε ερευνητικές δραστηριότητες στην Ελλάδα, βρίσκονται στο 10% της συνολικής απασχόλησης κοντά στον µέσο όρο του ΟΟΣΑ αλλά στην 20ή θέση, που σηµαίνει ότι υπάρχουν 19 χώρες µε περισσότερους ερευνητές. Υπάρχει ακόµη και καθυστέρηση στην υιοθέτηση νέων τεχνολογιών. Χρησιµοποιεί τεχνολογίες τεχνητής νοηµοσύνης µόλις το 15% των µεγάλων εταιρειών µε 250 και πάνω εργαζοµένους. Στις µικρότερες, το αντίστοιχο ποσοστό χρησιµοποίησης µιας τουλάχιστον εφαρµογής το 2023 είναι µικρότερο από 5%. Ισως αυτό που έχει χαθεί από την ελληνική οικονοµία είναι η διάθεση ανάληψης επιχειρηµατικού ρίσκου, µετά την κρίση. Οι νέοι θέλουν να είναι υπάλληλοι και οι επιχειρηµατίες αρκούνται σε ό,τι είναι εύκολο και βολικό. Γι’ αυτό δεν ενοχλεί ότι η παραγωγικότητα είναι σχεδόν 30% κάτω από τον µέσο όρο του ΟΟΣΑ.

Eλλειµµα εξωστρέφειας και παραγωγικότητας υπάρχει σε όλο το φάσµα των οικονοµικών δραστηριοτήτων.

(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ")