Από το Σάββατο η κωμόπολη του Ματζντάλ Σαμς στα Υψώματα του Γκολάν ζει μία ανείπωτη τραγωδία: ρουκέτα με κεφαλή βάρους 50 κιλών έπληξε γήπεδο στο οποίο έπαιζαν ποδόσφαιρο παιδιά και έφηβοι, με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους 13 εξ αυτών, όλοι ηλικίας 10 έως 16 ετών

Το Ισραήλ, που ελέγχει την περιοχή, κατηγόρησε για το πλήγμα την οργάνωση Χεζμπολλάχ του Λιβάνου (σύμμαχο του Ιράν και συμπαραστάτη των Παλαιστινίων της Γάζας), με την οποία διαρκώς ανταλλάσσει πυρά από την επαύριο της 7ης Οκτωβρίου. Όμως το πλήγμα του Σαββάτου, το πιο αιματηρό όλων αυτών των μηνών οδηγεί τα πράγματα σε μια επικίνδυνη κλιμάκωση, από τον ήδη διεξαγόμενο πόλεμο φθοράς προς μία ευρύτερη ανάφλεξη.

Ήδη το πολεμικό υπουργικό συμβούλιο του Ισραήλ άναψε το πράσινο φως για την απάντηση, που εκτιμάται ότι θα λάβει τη μορφή αεροπορικών επιδρομών εντός του Λιβάνου.

Τα Υψώματα του Γκολάν αποτελούν τμήμα της Συρίας το οποίο κατά τα δύο τρίτα καταλήφθηκε από το Ισραήλ στον Πόλεμο των Έξι Ημερών το 1967 και προσαρτήθηκε μονομερώς στο εβραϊκό κράτος το 1981 χωρίς η κίνηση αυτή να αναγνωρισθεί από κανένα κράτος, πλην των ΗΠΑ το 2019 (επί Τραμπ). Η κατεχόμενη περιοχή χωρίζεται από τη λοιπή συριακή επικράτεια από μία νεκρή ζώνη υπό την επιτήρηση του ΟΗΕ, η οποία δημιουργήθηκε την επαύριο του Πολέμου του Γιομ Κιπούρ το 1973. Από τους αρχικούς κατοίκους οι περισσότεροι εκδιώχθηκαν, εξαιρουμένης της μειονότητας των Δρούζων, που θεωρήθηκε ότι μπορούν να αφομοιωθούν από το Ισραήλ όπως οι περίπου 100.000 ομόδοξοί τους που ζουν στη Γαλιλαία, διαθέτουν ισραηλινή υπηκοότητα και υπηρετούν στον ισραηλινό στρατό. Όμως, οι Δρούζοι του Γκολάν αρνήθηκαν την ισραηλινή υπηκοότητα και διαπνέονται από αραβικό πατριωτισμό. Στην παρούσα φάση, η περιοχή κατοικείται από 23.000 Δρούζους και 25.000 Ισραηλινούς εποίκους.

Υπενθυμίζεται ότι οι Δρούζοι αποτελούν αραβόφωνη εθνοθρησκευτική κοινότητα που αριθμεί περίπου ένα εκατομμύριο ανθρώπους στη Μέση Ανατολή και τη διασπορά, με κύριες εστίες το Όρος των Δρούζων στη Συρία και το Σουφ στον Λίβανο, και η οποία προήλθε από διάσπαση του ισμαηλιτικού Ισλάμ. Κοινωνικά διακρίνονται από έντονη εσωστρέφεια, θρησκευτικά από εμφανή συγκρητισμό (με αφομοίωση νεοπλατωνικών, χριστιανικών κ.ά. στοιχείων) και πολιτικά από ένα πνεύμα ανυποταξίας που τους κατέστησε λ.χ. πρωταγωνιστές στον αγώνα κατά της γαλλικής αποικιακής κυριαρχίας προπολεμικά, αλλά και κρίσιμο παίκτη του εμφυλίου Πολέμου του Λιβάνου.

Η στρατηγική σημασία των Υψωμάτων του Γκολάν δεν μπορεί να υποτιμηθεί. Οι υδάτινοι πόροι της περιοχής είναι πολύτιμη, ενώ το υψόμετρό της δίνει τη δυνατότητα να εποπτεύεται τόσο ο δρόμος προς τη Δαμασκό όσο και η Θάλασσα της Γαλιλαίας.

Ένα μικρό τμήμα των Υψωμάτων στα σύνορα με τον Λίβανο, τα Αγροκτήματα Σεμπάα, διεκδικείται από τη Χεζμπολλάχ ως μέρος της λιβανικής επικράτειας, δίνοντάς της τη δυνατότητα να υποστηρίζει ότι ο αγώνας κατά της ισραηλινής κατοχής της χώρας συνεχίζεται.

Το γιατί η Χεζμπολλάχ θα στοχοποιούσε μια μειονότητα όχι ιδιαίτερα φιλική προς τις ισραηλινές αρχές, σε κατεχόμενη περιοχή, είναι ένα μυστήριο στο οποίο μόνο το Ισραήλ δείχνει να έχει την απάντηση. Η λιβανική σιιτική οργάνωση αρνείται την πατρότητα του πλήγματος στην Ματζντάλ Σαμς, ενώ η ισραηλινή πλευρά τη διαψεύδει, δηλώνοντας μάλιστα ότι η μοιραία ρουκέτα είναι ιρανικής προελεύσεως.

Σε κάθε περίπτωση, το Ισραήλ αδημονεί να "λύσει τους λογαριασμούς του" με τη Χεζμπολλάχ αντιμετωπίζοντας το "βόρειο μέτωπο” ως αλληλένδετο με αυτό της Γάζας. Το γεγονός ότι έως και 100.000 κάτοικοι του βόρειου Ισραήλ βρίσκονται σε κατάσταση εσωτερικού εκτοπισμού για να αποφύγουν τα πλήγματα της Χεζμπολλάχ είναι μία εκκρεμότητα που θα πρέπει κάποτε κάπως να επιλυθεί.

Εξ ου και η επίσκεψη του Ισραηλινού πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου στην Ουάσιγκτον, η οποία δεν είχε ολοκληρωθεί όταν συντελέσθηκε το πλήγμα στη Ματζντάλ Σαμς, θεωρείται ότι είχε ως βασικό αντικείμενο την εξασφάλιση της ανοχής (αν μη τι άλλο) των ΗΠΑ στην κλιμάκωση των εχθροπραξιών προς την κατεύθυνση του Λιβάνου.

Το ότι η Ουάσιγκτον εμφανίζεται επιφυλακτική σε αυτή την προοπτική και απευθύνει εκκλήσεις για αυτοσυγκράτηση εξηγείται από την επιθυμία να υπάρξει, εν μέσω αμερικανικής προεκλογικής περιόδου, κλείσιμο του μετώπου της Γάζας και όχι άνοιγμα ενός δεύτερου, το οποίο μάλιστα κινδυνεύει να σύρει και αμερικανικές δυνάμεις στη σύγκρουση.

Ήδη από τον πόλεμο των 33 ημερών του 2006 η Χεζμπολλάχ απέδειξε ότι είναι σε θέση να αντιμετωπίζει ισότιμα τον ισραηλινό στρατό, παρεμποδίζοντας λ.χ. τη χερσαία προέλασή του. Έκτοτε το οπλοστάσιο και η μαχητική της ικανότητα θεωρείται ότι έχουν κατά πολύ ενισχυθεί.

(από capital.gr)