Υπάρχει έντονος προβληματισμός για το πώς θα αποτυπωθεί η άνοδος του κόστους ενέργειας σε δεύτερο χρόνο σε προϊόντα και υπηρεσίες, την ώρα μάλιστα που δεν προβλέπονται “αναχώματα” επιδοτήσεων. Με “καύσιμο” τα κόστη ενέργειας, αλλά και με “ώθηση” από τον καύσωνα και την πανώλη με τις καταστροφές σοδειάς, φυτικού και ζωικού κεφαλαίου, το σπιράλ ανόδου τιμών 

σε βασικά αγαθά φαίνεται να αποκτά και πάλι μεγάλη δυναμική. Παρά μάλιστα τις εξαγγελίες για κρατικές ενεργειακές επιδοτήσεις, που όμως αφορούν τα νοικοκυριά και όχι τις επιχειρήσεις, δε λείπει η ανησυχία για το πώς μπορεί να εξελιχθεί η “καμπύλη” τιμών. 

Κι αυτό την ώρα που, με βάση τα πρώτα στοιχεία της Eurostat ο ετήσιος πληθωρισμός στην Ελλάδα κινήθηκε στο 3% τον Ιούλιο. Υπενθυμίζεται ότι τον Ιούνιο, με βάση την Ευρωπαϊκή Στατιστική Αρχή, ήταν στο 2,5%. Σε μηνιαία βάση, οι τιμές καταναλωτή υποχώρησαν κατά 0,4%. Την ίδια ώρα, ο ετήσιος πληθωρισμός της ζώνης του ευρώ εκτιμάται στο 2,6%, από 2,5% τον Ιούνιο.  

Σε σχέση με τα "καύσιμα" κίνησης του πληθωρισμού της ζώνης του ευρώ, οι υπηρεσίες έχουν την υψηλότερη συνεισφορά, με τον ετήσιο ρυθμό τον Ιούλιο στο 4,0%, έναντι 4,1% τον Ιούνιο. Ακολουθούν  τα τρόφιμα, το αλκοόλ και ο καπνός με 2,3%, έναντι 2,4% τον Ιούνιο, η ενέργεια με 1,3%, έναντι 0,2% τον Ιούνιο και τα μη ενεργειακά βιομηχανικά αγαθά με 0,8%, έναντι 0,7% τον Ιούνιο.

Η ενέργεια

Στο φόντο αυτό υπάρχει έντονος προβληματισμός για το πώς θα αποτυπωθεί  η άνοδος του κόστους ενέργειας σε δεύτερο χρόνο σε προϊόντα και υπηρεσίες, την ώρα μάλιστα που δεν προβλέπονται “αναχώματα” επιδοτήσεων . Πάντως, όπως ανέφερε, την εβδομάδα, που πέρασε, ο πρόεδρος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθήνας, κ. Γιάννης Χατζηθεοδοσίου σε τηλεοπτική του συνέντευξη η κυβέρνηση θα πρέπει να σκεφτεί σοβαρά την ενίσχυση των επιχειρήσεων, που έχουν βγει εκτός επιδοτήσεων. Εξηγώντας σημείωσε ότι “η  αύξηση της ενέργειας  ειδικά για τις ενεργοβόρες επιχειρήσεις είναι πολύ πιθανό να πυροδοτήσει τον πληθωρισμό και εν τέλει να την πληρώσουν οι καταναλωτές τους οποίους με τις επιδοτήσεις στους λογαριασμούς ρεύματος τον Αύγουστο, θέλει να προστατέψει”.

Για παράδειγμα, όπως είπε, οι επιχειρήσεις εστίασης, ιδιαίτερα ενεργοβόρες, με την επιβάρυνση από το ενεργειακό κόστος, όταν μεσοσταθμικά τα τελευταία δύο χρόνια το κόστος της ενέργειας είναι στο +15-20%, είτε θα πρέπει να ελαχιστοποιήσουν τα κέρδη τους, όπου υπάρχουν είτε να γράψουν μεγαλύτερες ζημιές ή να μετακυλίσουν το κόστος στις τιμές.

Χαρακτήρισε θετικό το γεγονός ότι ενισχύονται οι λογαριασμοί ρεύματος των νοικοκυριών τον  Αύγουστο γιατί προστατεύεται το διαθέσιμο εισόδημα σημειώνοντας ότι το ίδιο χρειάζεται να συμβεί και με τις επιχειρήσεις, ειδικά τις ενεργοβόρες, που καλούνται να ανταπεξέλθουν σε μία αύξηση των τιμών του ρεύματος της τάξης του 20%, η οποία έρχεται να προστεθεί στο αυξημένο κόστος λειτουργίας των τελευταίων ετών.

Να σημειωθεί ότι για τον Αύγουστο η ΔΕΗ έδωσε τιμή στα πράσινα τιμολόγια για τους επαγγελματίες με έκπτωση 45% στα 18,331 λεπτά/KWh, από 14,9 τον Ιούλιο και από περίπου 12 λεπτά το Μάιο. Μεγάλοι πάροχοι βέβαια έχουν σπεύσει να ανακοινώσουν ότι θα κρατήσουν σταθερά τα “πράσινα” τιμολόγιά τους, παρά το γεγονός ότι η μέση χονδρική έκλεισε με 37% αύξηση σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα.

Κλίμα

Παράλληλα, οι κλιματικές συνθήκες, με τις υψηλές θερμοκρασίες, τη λειψυδρία, αλλά και τα ακραία φαινόμενα με χαλαζοπτώσεις κτλ  έχουν πλήξει την παραγωγή σε περιοχές με ισχυρό αποτύπωμα δημιουργώντας θετικό “υπόστρωμα” για νέες πιέσεις στις τιμές. Χαρακτηριστική είναι η ανησυχία για την πορεία της παραγωγής ελαιολάδου, οίνου, όπου π.χ. στη Σαντορίνη οι αναφορές είναι για τιμές άνω των 10 ευρώ/κιλο για τα προς οινοποίηση σταφύλια της εμβληματικής ποικιλίας ασύρτικου, από 7 - 8 ευρώ περίπου πέρυσι. Επίσης, ήδη, σε σχέση με πέρυσι οι τιμές σε οπωρολαχανικά και φρούτα έχουν καταγράψει σημαντική άνοδο, κάτι που είναι “ορατό δια γυμνού οφθαλμού” με μια επίσκεψη σε καταστήματα τροφίμων, σούπερ μάρκετ και λαϊκές αγορές.

Πιο συγκεκριμένα, με βάση το στατιστικό δελτίο τιμών της 25η Ιουλίου του Οργανισμού Κεντρικών Αγορών Αλιείας Α.Ε. (ΟΚΑΑ) καταγράφεται σε σχέση με πέρυσι σημαντική άνοδος των χονδρικών τιμών σε φρέσκα προϊόντα της εποχής, κάτι που, βέβαια, μεταφέρεται και στις τιμές λιανικής στη συνέχεια. Ενδεικτικό είναι ότι τα αγγούρια (το ζευγάρι) είχαν πέρυσι επικρατούσα τιμή στα 0,50 ευρώ, ενώ τώρα έχουν τιμή στο 1 ευρώ, διπλάσια δηλαδή. Τα βλήτα πέρυσι είχαν επικρατούσα τιμή στα 0,80 ενώ φέτος 1,10 ευρώ, οι μελιτζάνες φλάσκες, 0,60 και φέτος 0,70, οι μπάμιες 3 ευρώ και φέτος 4 ευρώ, οι πατάτες εγχώριες 0,55 και φέτος 0,58 ευρώ, οι πιπεριές χονδρές, 1,20 και φέτος 1,30 ευρώ, τομάτες 1,10 πέρυσι και φέτος 1,30, τα νεκταρίνια 1,30 πέρυσι και φέτος 1,60 ευρώ. Πτώση, πάντως καταγράφουν τα φασολάκια και τα κρεμμυδάκια.

Πανώλη

Την ίδια ώρα, η επέκταση ανά την Ελλάδα της πανώλης μικρών μηρυκαστικών δημιουργεί αναστάτωση στην αγορά. Μπορεί οι αρχές να είναι καθησυχαστικές, σε σχέση με επιπτώσεις στη δημόσια υγεία, ωστόσο υπάρχει ένας σχετικός προβληματισμός για τυχόν επιπτώσεις στις τιμές σε λίγους μήνες και ειδικότερα την περίοδο των Χριστουγέννων. Προς ώρας, δεν υπάρχει ζήτημα με ελλείψεις στην αγορά, ωστόσο όλα θα κριθούν από την εξέλιξη της κατάστασης κι από την έκταση που θα πάρει το φαινόμενο. Τυχόν απόσυρση από την αγορά σεβαστών ποσοστων αμνοεριφίων, λόγω της νόσου, συνδυαστικά με τις εξαγωγές, σε λίγους μήνες, μπορεί να φέρει περαιτέρω άνοδο στις τιμές, που ήδη τώρα είναι “τσιμπημένες”, λόγω του κόστους παραγωγής. 

Είναι χαρακτηριστικό ότι με βάση το στατιστικό δελτίο τιμών της 26ης Ιουλίου του Οργανισμού Κεντρικών Αγορών Αλιείας Α.Ε. (ΟΚΑΑ) καταγράφεται σε σχέση με πέρυσι σημαντική άνοδος των χονδρικών τιμών. Έτσι, στα αρνιά το εύρος τιμών, την ίδια περίοδο πέρυσι, ήταν στα 6 - 10 ευρώ/κιλό, ενώ φέτος οι τιμές είναι από 8-11 ευρώ με επικρατούσα την τιμή των 10,50 ευρώ. Στα κατσίκια το εύρος τιμών, την ίδια περίοδο πέρυσι ήταν στα 6 - 8,90 ευρώ/κιλό, ενώ φέτος οι τιμές είναι από 8-10 ευρώ με επικρατούσα την τιμή των 9,50 ευρώ. Ανάλογη είναι και η εικόνα των τιμών χονδρικής και για άλλα είδη κρεάτων. Π.χ. το μοσχάρι εξωτερικού 4/μόρια έχει τιμές από 6,60 μέχρι 7,25, όταν πέρυσι ήταν μεταξύ 6,20 και 7 ευρώ, ενώ το 2022 ήταν 5,80 - 6,50. Το εγχώριο μοσχάρι 4/μόρια έχει τιμή φέτος από 6,50-7,25, πέρυσι  ήταν στα 6,50 -7 ευρώ και το 2022 6-6,60 ευρώ.

“Προληπτικά μέτρα”

Στο μεταξύ με “προληπτικές” κινήσεις, εν όψει Σεπτεμβρίου, κάνει ο υπουργός Ανάπτυξης Τάκης Θεοδωρικάκος που έσπευσε να στείλει αυστηρό μήνυμα στην αγορά για αποτροπή κινήσεων αυξήσεων. Έτσι, σε ευρεία σύσκεψη με εκπροσώπους των σούπερ μάρκετ, των βιομηχανιών τροφίμων και των πολυεθνικών, την Τετάρτη το μεσημέρι, ζήτησε εκ νέου απ’ όλους να προχωρήσουν σε μειώσεις τιμών, καθώς ο ίδιος υποστήριξε ότι η αγορά έχει σημαντικά περιθώρια να προχωρήσει στον περιορισμό του κέρδους της σε πολλά προϊόντα και ιδίως στα τρόφιμα.