Σε λίγους μήνες, ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (ΙΕΑ) συμπληρώνει την πρώτη του πεντηκονταετία, έχοντας εξασφαλίσει έναν κομβικό ρόλο στα διεθνή fora ενέργειας. Με τις μεγαλύτερες οικονομίες, όμως, να βρίσκονται σε φάση ενεργειακής μετάβασης, ο ΙΕΑ έχει έρθει αντιμέτωπος με τα διαφορετικά συμφέροντα των μεγάλων παικτών: Από τη μία πλευρά, οι υποστηρικτές των κλιματικών δράσεων και πολλές κυβερνήσεις προσδοκούν τις αναλύσεις του ΙΕΑ ώστε να προωθήσουν την πράσινη μετάβαση. Από την άλλη πλευρά, οι μεγάλοι πετρελαϊκοί όμιλοι και τα κράτη-παραγωγοί υδρογονανθράκων δυσανασχετούν με τις πρόσφατες αναλύσεις του Οργανισμού σχετικά με τα ορυκτά καύσιμα

Στη μέση, ο ίδιος ο ΙΕΑ καλείται να υιοθετήσει μία προσέγγιση καθώς οι συζητήσεις για την ενεργειακή στρατηγική γίνονται όλο και πιο “πολιτικοποιημένες”, ενώ ταυτόχρονα οφείλει να διαχειριστεί την εσωτερική του δομή.

Στο επίκεντρο αυτού του περίπλοκου σχήματος βρίσκεται ο σημερινός επικεφαλής του ΙΕΑ, ο ΦατίχΜπιρόλ. Ο Μπιρόλ γεννήθηκε στην Τουρκία, όπου και σπούδασε ηλεκτρολόγος μηχανικός, ενώ συνέχισε τις σπουδές του εξειδικευόμενος στην οικονομία της ενέργειας. Αυτές οι σπουδές του επέτρεψαν να εισέλθει σε κορυφαίους οργανισμούς, καθώς πριν τον ΙΕΑ, εργαζόταν για τον OPEC. Από το 1995, όταν ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του στον ΙΕΑ, ο Μπιρόλ φαίνεται να έχει αφιερώσει τη ζωή του στον Οργανισμό, ανεβαίνοντας σταδιακά στην εσωτερική ιεραρχία. Μετά από δύο δεκαετίες, το 2015, κατάφερε να αναλάβει τον ρόλο του Εκτελεστικού Διευθυντή του ΙΕΑ, όντας ο πρώτος επικεφαλής που αναδείχθηκε μέσα από τις τάξεις του. Μολονότι ο Μπιρόλ είχε διοριστεί με την αποστολή να εκσυγχρονίσει τον ΙΕΑ, οι πρώτες του μεταρρυθμίσεις αφορούσαν περισσότερο σε ενδο-οργανικά ζητήματα, παρά σε αλλαγή πολιτικής. Για παράδειγμα, το 2015, η νέα ηγεσία του ΙΕΑ πραγματοποίησε ένα μεγάλο άνοιγμα προς τα κράτη της Ασίας και της Αφρικής, δημιουργώντας τον θεσμό των διασυνδεδεμένων κρατών.

Αδιαμφισβήτητα, ο Μπιρόλ έχει καταφέρει να αναπτύξει τον ΙΕΑ. Μέσα στη δεκαετία 2015-2024, το προσωπικό του οργανισμού υπερδιπλασιάστηκε από 200 σε 420 εργαζομένους. Αντίστοιχα, ο ΙΕΑ παράγει πλέον πολύ μεγαλύτερο έργο— από 37 εκθέσεις το 2015 σε 197 εκθέσεις το 2022. Όπως δηλώνει ο Μπιρόλ, αυτός ο αριθμός-ρεκόρ συνδέεται με το αυξημένο ενδιαφέρον των κυβερνήσεων για συμβουλευτικές αναλύσεις στον τομέα της ενεργειακής ασφάλειας. Η Laura Cozzi, η επικεφαλής της πιο γνωστής έκθεσης του ΙΕΑ, του ετήσιου ‘World Energy Outlook’, θεωρεί πως η προσέγγιση της ομάδας της είναι η πιο ολιστική, καθώς λαμβάνει υπόψη δεδομένα από δεκάδες κράτη σε διαφορετικούς τομείς.

Ωστόσο, η πιο αμφιλεγόμενη αλλαγή επί ηγεσίας Μπιρόλ είναι η προώθηση της ενεργειακής μετάβασης. Η μεταστροφή αυτή θεωρήθηκε ριζοσπαστική από ορισμένους κύκλους, ωστόσο ήταν μάλλον αναμενόμενη. Το 1974, όταν ιδρύθηκε ο ΙΕΑ, τα κράτη-μέλη ήθελαν να αποφύγουν μία νέα ενεργειακή κρίση όπως εκείνη του 1973. Για αρκετές δεκαετίες, ο ΙΕΑ ασχολούταν σχεδόν αποκλειστικά με το πετρέλαιο, έχοντας την ασφάλεια της διεθνούς εφοδιαστικής αλυσίδας και τη δημιουργία πετρελαϊκών αποθεμάτων ως προτεραιότητα. Εντούτοις, το 2015 όταν διορίστηκε ο Μπιρόλ, δύο από τα βασικά ζητούμενα ήταν η διεύρυνση της ενεργειακής ασφάλειας πέρα από το πετρέλαιο στο φυσικό αέριο και τον ηλεκτρισμό, καθώς και η ανάπτυξη πράσινων ενεργειακών τεχνολογιών και η ενεργειακή αποδοτικότητα. Έχοντας αυτή την αποστολή, ήταν θέμα χρόνου μέχρι ο ΙΕΑ να βρεθεί απέναντι στα μεγάλα πετρελαϊκά συμφέροντα.

Έχοντας εργαστεί για τον OPEC, ο Μπιρόλ ήταν ένας από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές του πετρελαίου. Το 2017, ο Μπιρόλ είχε μιλήσει στο ενεργειακό συνέδριο CERAWeek στο Τέξας, ενθαρρύνοντας τους πετρελαϊκούς κολοσσούς να επενδύσουν ακόμα περισσότερο στον τομέα. Επτά χρόνια αργότερα, το 2024, ο Μπιρόλ καλούσε τις ίδιες εταιρείες να επανεξετάσουν τα επιχειρηματικά τους σχέδια, αντιδρώντας στα «πισωγυρίσματα» των μεγάλων πετρελαϊκών ομίλων ως προς τους κλιματικούς στόχους που είχαν θέσει. Αναμενόμενα, οι γίγαντες της βιομηχανίας ορυκτών καυσίμων δεν καλωσόρισαν αυτήν τη μεταστροφή. Αντιθέτως, τα πετρελαϊκά συμφέροντα ήδη δρομολογούν την απομάκρυνση του Μπιρόλ ως προτεραιότητα της δεύτερης θητείας Τραμπ. Τραμπ και Μπιρόλ δεν έχουν συναντηθεί ποτέ, αλλά με δεδομένη την γνωστή αντιπάθεια του πρώην Προέδρου προς οτιδήποτε «πράσινο», η σύγκρουση των δύο ανδρών φαντάζει αναπόφευκτη. Οι Ρεπουμπλικάνοι υποστηρικτές του Τραμπ δεν διστάζουν να απειλήσουν τον ΙΕΑ με μειώσεις στη χρηματοδότηση και άλλα μέτρα.



Με τις μεγάλες πετρελαϊκές σε θέσεις μάχης, ο OPEC έχει ήδη κηρύξει τον πόλεμο εναντίον του Μπιρόλ. Ο Γενικός Γραμματέας του OPEC, Χάιθαμ Αλ-Γκάις έχει κατηγορήσει τον ΙΕΑ για «αντι-πετρελαϊκή ρητορική». Καθώς τα μέλη του OPEC ήδη προσπαθούν να διασώσουν την παγκόσμια αγορά πετρελαίου επιβάλλοντας περικοπές στην παραγωγή, η αλλαγή πλεύσης του ΙΕΑ ήταν ένα επώδυνο πλήγμα. Το πιο πρόσφατο σημείο τριβής μεταξύ των δύο οργανισμών είναι η πρόβλεψη για το μέλλον του πετρελαίου. Οι εκθέσεις του OPEC προβλέπουν συνεχή αύξηση στην παραγωγή καυσίμου, φτάνοντας τα 116 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως το 2045 από 96 εκατομμύρια το 2023. Αντιθέτως, οι εκθέσεις του ΙΕΑ προβλέπουν κορύφωση της παραγωγής πετρελαίου το 2029, αγγίζοντας τα 105 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως. Για τους επικριτές του ΙΕΑ, τα συμπεράσματα του Οργανισμού δεν είναι απλώς πολιτικοποιημένα, αλλά θέτουν σε κίνδυνο την παγκόσμια ενεργειακή ασφάλεια.

 

Οι αντίρροπες προβλέψεις του ΙΕΑ και του OPEC. Πηγή: Financial Times.

Οι αποκλίσεις μεταξύ ΙΕΑ και OPEC δεν είναι απλώς μαθηματικές, αλλά έχουν πραγματικά αποτελέσματα. Ο ΙΕΑ συγκαταλέγεται μεταξύ των αρκετών άλλων οργανισμών— διεθνών, εθνικών ή ΜΚΟ— που υποστηρίζουν την ενεργειακή μετάβαση. Δεδομένου του κύρους του ΙΕΑ, οι εκθέσεις του επηρεάζουν τις αποφάσεις των πολιτικών και των οικονομικών ηγεσιών για το πού πρέπει να κατευθυνθούν οι νέες ενεργειακές επενδύσεις. Αντιθέτως, τόσο οι μεγάλες πετρελαϊκές— για προφανείς λόγους— όσο και τα κράτη παραγωγοί του OPEC/OPEC+, έχουν κάθε λόγο να προωθούν την περαιτέρω ανάπτυξη της αγοράς πετρελαίου. Για παράδειγμα, η περίοδος μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία απέδειξε πως τα έσοδα από τις ενεργειακές εξαγωγές είναι απαραίτητα για την επιβίωση της ήδη αδύναμης ρωσικής οικονομίας, με το Κρεμλίνο να εφευρίσκει διάφορους τρόπους ώστε να βρει νέους πελάτες. Αντίστοιχα, η ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας είχε αντιληφθεί πως η μονοκαλλιέργεια του πετρελαίου δεν ήταν (οικονομικά) βιώσιμη, υιοθετώντας το πολυσυζητημένο «Όραμα 2030», το οποίο, ωστόσο, φαίνεται να παραπαίει.

Μολονότι είναι δύσκολο να προβλεφθεί με ακρίβεια το μέλλον του πετρελαίου, μία σειρά πρόσφατων συγκυριών αναδεικνύει το ότι ο «μαύρος χρυσός» παραμένει άρρηκτα συνδεδεμένος με τις γεωπολιτικές συγκυρίες: η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η σύγκρουση στη Μέση Ανατολή, το κλείσιμο της Ερυθράς Θάλασσας από τους Χούθι, η συρρίκνωση της ζήτησης εξαιτίας της πανδημίας κτλ., απέδειξαν πόσο τρωτή είναι η ζήτηση του πετρελαίου. Στο άλλο άκρο, η ταχύτατη ανάπτυξη των ΑΠΕ και η δραματική πτώση των τιμών της ενέργειας ως αποτέλεσμα, κατέδειξε πως ορισμένες φορές οι οικονομικές προβλέψεις απέχουν πολύ από την πραγματικότητα. Το σίγουρο είναι πως το πετρέλαιο δεν χωράει— και κατά πάσα πιθανότητα δεν χρειάζεται— στο μέλλον όπου έχει επιτευχθεί το μηδενικό αποτύπωμα άνθρακα. Το διακύβευμα πλέον είναι κατά πόσο αυτό το μέλλον θα υλοποιηθεί μέσα στο σχεδιαζόμενο χρονοδιάγραμμα.