Δεν προτιθέμεθα να μετάσχουμε στον καυγά μεταξύ του Κέντρου Προγραμματισμού (ΚΕΠΕ) που υποστηρίζει ότι η Ελλάδα έχει «ωρομίσθιο» με  χαμηλότερη αγοραστική δύναμη κι απ’ την Βουλγαρία, και του υπουργού Επικρατείας κ. Άκη Σκέρτσου , που κατηγόρησε το ΚΕΠΕ για παραπλανητικά στοιχεία και ισχυρίσθη ότι «ο δείκτης τιμών καταναλωτή μεταξύ των ετών 2019 και 2023 (ΣΣ: κυβέρνηση ΝΔ) αυξήθηκε 13,4% έναντι ανόδου

του κατωτάτου μισθού κατά 27,7%, με το καθαρό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών να ευρίσκεται στην 16η θέση», μεταξύ των 27 χωρών-μελών της Ευρωπαϊκής …διαίρεσης.

Αμφότερα τα στρατόπεδα «μαλώνανε σε ξένο αχυρώνα» κατά τον θυμόσοφο λαό μας που πληρώνει την «ακρίβεια της ζωής». Τι σχέση  έχουν ο πληθωρισμός στην Ελλάδα – άνω του 35% μετά την Πανδημία με τον αντίστοιχο της ΓΙΟΥΡΟΣΤΑΤ, που δεν λαμβάνει υπ’ όψιν  τα καύσιμα και είδη διατροφής, οι τιμές των οποίων σχεδόν διπλασιάσθησαν την τελευταία 5ετία;

Αντιπροσωπευτικότερος  είναι ο κοινωνικός αντίκτυπος των χαμηλών αμοιβών στην Ελλάδα το 2024 εν σχέσει με τις ισχύουσες αμοιβές στις άλλες χώρες της ΕΕ που φθάνουν και στο διπλάσιο.

Αντίθετα, η ακρίβεια ζωής επηρεάζει τις αποφάσεις του Κοινού. Στις εφετινές εισαγωγικές εξετάσεις δια τις Στρατιωτικές σχολές, έμειναν κενές 460 θέσεις  μελλοντικών αξιωματικών των Ενόπλων Δυνάμεων (ΕΔ) .

Οι μισθοί πείνας των στρατιωτικών αναγκάζουν νεαρούς αξιωματικούς να δουλεύουν μετά την στρατιωτική τους υπηρεσία, ως  «ντελιβεράδες» στους ακριτικούς νομούς και νήσους της χώρας.

Ο επίσημος μισθός του ανθυπολοχαγού -περίπου χίλια ευρώ μηνιαίως – μόλις επαρκεί για το ενοίκιο κατοικίας στις Τουριστικές περιοχές λχ. στην Κω. Ως αποτέλεσμα πολλοί νέοι προτιμούν να εργασθούν  στην ποντοπόρο ναυτιλία ή τη πολιτική αεροπορία, παρά να ενταχθούν στον Στρατό ξηράς, στο Πολεμικό ναυτικό ή την Αεροπορία.

Εάν όμως απαιτούμε να έχομε σύγχρονες ΕΔ, προσηλωμένες στην υπεράσπιση της ακεραιότητας της πατρίδος κι απερίσπαστες απ’ τον καλπασμό των τιμών, που προξενούν τα ποικιλώνυμα καρτέλ, το Airbnb κι ο μαυραγορητισμός στα νησιά, θα πρέπει να ξεχάσουμε την ΓΙΟΥΡΟΣΤΑΤ, που δεν έχει να αντιμετωπίσει τον εξ Ανατολών κίνδυνο ως και το ΚΕΠΕ με την αγοραστική …αδυναμία των Βουλγάρων και ν’ αντιμετωπίσουμε το Ελληνικό πρόβλημα του πληθωρισμού, στη ρίζα του.

Στη χώρα μας, η αγορά είναι «αμπέλι ξέφραγο» στις ανατιμήσεις αγαθών, μεταξύ των οποίων το ηλεκτρικό ρεύμα, αλλ’ απόρθητο οχυρό στις  αναπροσαρμογές των μισθών του ειδικευμένου προσωπικού του κράτους.

Βέβαια, παρά τα πλεονάσματα του κρατικού προϋπολογισμού -συνεταίρος γαρ η εφορία με τους παχυλούς λογαριασμούς  εις βάρος των καταναλωτών– η επιλεκτική βελτίωση των πράγματι εργαζομένων στο δημόσιο είναι δυσχερής χωρίς αξιολόγηση, που τορπιλίζει ο συνδικαλισμός.

Αν όμως τα χρήματα του κρατικού προϋπολογισμού δεν φθάνουν για το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό του ΕΣΥ, τα Σώματα Ασφαλείας και το μάχιμο προσωπικό των ΕΔ, τότε να μειωθεί ο αριθμός των 850.000 δημοσίων υπαλλήλων (ΔΥ) που δεν δικαιολογεί η επέκταση της δραστηριότητος του κράτους απ’ το 1974, όταν ήσαν μόλις 250.000 οι ΔΥ έναντι των 850.000 που είναι σήμερα, κατόπιν των ολέθριων διορισμών της Μεταπολίτευσης για λόγους ψηφοθηρικούς.

Οι «κατώτατοι μισθοί», «άρση των περιορισμών εργασίας» και «μέση αγοραστική δύναμη του ωραρίου» κλπ. κλπ., εις ουδέν αντανακλούν την σημερινή πραγματικότητα του κόστους ζωής των μισθοβίων. Απλώς αποτελούν στατιστικούς δείκτες τους οποίους θεωρούσε παραπλανητικά ψεύδη ο Μπένζιαμιν Ντισραέλι (1804-1881) ήδη στην εποχή του (*).

 

(*)Βρετανός πρωθυπουργός επί βασιλίσσης Βικτωρίας. Περίφημος ο αφορισμός του, «υπάρχουν τριών ειδών ψεύδη: τα συνήθη, τα καταστρεπτικά κι …η Στατιστική»!