Ελάχιστα πρέπει να αναστατωνόμαστε για το τι λένε ότι σκοπεύουν να κάνουν ως πρόεδροι η Καμάλα Χάρις ή ο Ντόναλντ Τραμπ. Οι υποψήφιοι δίνουν πάντα υποσχέσεις που ξέρουν ότι δεν θα μπορέσουν να τηρήσουν. Αλλά όταν ο Τραμπ λέει ότι θα δώσει ώθηση στην αμερικανική μεταποίηση αυξάνοντας τους εισαγωγικούς δασμούς και μειώνοντας την ισοτιμία του δολαρίου, βλέπω λόγους να ανησυχώ:

Ο Πρόεδρος έχει τη δύναμη να επιχειρήσει και τα δύο με μία εντολή του, αλλά το σχέδιο αυτό είναι εγγενώς αντιφατικό.

Για να κατανοήσουμε το πρόβλημα, πρέπει πρώτα να κατανοήσουμε τη φύση των εμπορικών ανισορροπιών. Εάν οι εγχώριες επενδύσεις των ΗΠΑ υπερβαίνουν τις συνδυασμένες αποταμιεύσεις των αμερικανικών νοικοκυριών, των επιχειρήσεων, και της κυβέρνησης, το κενό πρέπει να καλυφθεί με δανεισμό από το εξωτερικό. Αυτό απαιτεί δολάρια, τα οποία οι ξένοι αποκτούν κυρίως πουλώντας περισσότερα αγαθά και υπηρεσίες στις ΗΠΑ από όσα αγοράζουν από αυτές. Απαιτεί,επίσης,το δολάριο να αποτιμάται σε επίπεδο που, από τη σκοπιά των ΗΠΑ, δημιουργεί εμπορικό έλλειμμα επαρκές για να καλύψει το έλλειμμα της εγχώριας αποταμίευσης. Για παράδειγμα,ένα ισχυρότερο δολάριο αυξάνει το έλλειμμα καθιστώντας τις αμερικανικές εξαγωγές λιγότερο ανταγωνιστικές και τις εισαγωγές πιο προσιτές.

Σκεφτείτε τώρα τι θα συμβεί όταν οι ΗΠΑ αυξήσουν τους εισαγωγικούς δασμούς (ας υποθέσουμε προς το παρόν ότι δεν θα υπάρξουν αντίποινα από το εξωτερικό). Οι ακριβότερες εισαγωγές καθιστούν τους Αμερικάνους παραγωγούς πιο ανταγωνιστικούς στο εσωτερικό της χώρας. Αλλά όσο το εγχώριο έλλειμμα αποταμίευσης δεν αλλάζει, το εμπορικό έλλειμμα δεν μπορεί να μειωθεί. Αντίθετα, το δολάριο πρέπει να ανατιμηθεί για να αποκατασταθεί η ισορροπία μέσω της μείωσης των αμερικανικών εξαγωγών. Ως αποτέλεσμα, οι συνολικές πωλήσεις των Αμερικάνων παραγωγών δεν μεταβάλλονται: Απλώς πωλούν περισσότερα στο εσωτερικό και λιγότερα στο εξωτερικό.

Με άλλα λόγια, όσο οι ΗΠΑ συνεχίζουν να δανείζονται με τον ίδιο ρυθμό, οι πολιτικές των υψηλότερων δασμών και του ασθενέστερου δολαρίου βρίσκονται σε θεμελιώδη αντίφαση. Μια διέξοδος από αυτό το δίλημμα θα ήταν να συρρικνωθεί το έλλειμμα εγχώριας αποταμίευσης με τη μείωση του ελλείμματος του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού. Αλλά οι προτεινόμενες από τον Τραμπ φορολογικές περικοπές θα έκαναν το αντίθετο, αυξάνοντας το δημοσιονομικό έλλειμμα κατά περίπου 4 τρισεκατομμύρια δολάρια την επόμενη δεκαετία. Κατά τα άλλα, ένα μεγαλύτερο έλλειμμα σημαίνει λιγότερη αποταμίευση, πράγμα που σημαίνει ότι το δολάριο θα πρέπει να ανατιμηθεί ακόμη περισσότερο.

Υπάρχει ένας άλλος, λιγότερο επιθυμητός τρόπος για να μειωθεί το έλλειμμα της εγχώριας αποταμίευσης: Να προκληθεί ύφεση στις ΗΠΑ, ώστε να μειωθούν οι επενδύσεις σε σχέση με τις αποταμιεύσεις. Οι πολιτικές του Τραμπ θα μπορούσαν ενδεχομένως να επιτύχουν ακούσια κάτι τέτοιο, εάν η αντίσταση των ακριβότερων εισαγωγών στην κατανάλωση των αμερικανικών νοικοκυριών με χαμηλό και μεσαίο εισόδημα αποδειχθεί μεγαλύτερη από την ώθηση των φορολογικών περικοπών για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά με υψηλότερο εισόδημα, τα οποία τείνουν να αποταμιεύουν περισσότερα από τα κέρδη τους.

Η πιθανή ζημία δεν τελειώνει εδώ. Οι υψηλότεροι δασμοί θα υποδαύλιζαν επίσης τον πληθωρισμό, καθώς οι τιμές των εισαγωγών θα αυξάνονταν και οι εγχώριοι παραγωγοί θα αποκτούσαν ισχύ στην τιμολόγηση αγαθών. Οι ξένες κυβερνήσεις πιθανόν να προβούν σε αντίποινα, καθιστώντας τις αμερικανικές εξαγωγές ακόμη λιγότερο ανταγωνιστικές στο εξωτερικό. Οι οικονομικές τριβές θα αυξάνονταν, καθώς οι αμερικανικές επιχειρήσεις θα αναγκάζονταν να προσαρμόσουν την παραγωγή τους για να προσαρμοστούν στις μεταβολές των εγχώριων και ξένων τιμών. Η παραγωγικότητα θα πλήττονταν καθώς η παραγωγή θα μετατοπιζόταν από τομείς όπου οι ΗΠΑ είχαν συγκριτικό πλεονέκτημα σε τομείς όπου οι δασμοί παρείχαν προστασία από τον ξένο ανταγωνισμό.

Οι υποσχέσεις του Τραμπ μπορεί να ακούγονται καλές στους ψηφοφόρους που ελπίζουν ότι οι υψηλότεροι δασμοί θα προωθήσουν την αναγέννηση της αμερικανικής μεταποίησης. Μακάρι να ήταν τόσο εύκολο. Δυστυχώς, οι ΗΠΑ θα κατέληγαν σε χειρότερη κατάσταση από σήμερα.

 

*Ο Bill Dudley υπηρέτησε ως Πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας Αποθεμάτων της Νέας Υόρκης την περίοδο 2009-2018. Σήμερα είναι Επικεφαλής της Επιτροπής Μπρέτον Γουντς και μη-εκτελεστικός Διευθυντής της UBS.

(από Bloomberg- μετάφραση: Αρχοντία Γ. Καλλιτέρη)