Οι σχέσεις Τουρκίας – Αιγύπτου βρέθηκαν στο ναδίρ για μια δεκαετία, αμέσως μετά την ανατροπή Μόρσι το 2013. Στο διάστημα αυτό, ο Ερντογάν χαρακτήρισε τον Σίσι δικτάτορα, με τον οποίο δεν επρόκειτο ποτέ να συναντηθεί. Στη Μουσουλμανική Αδελφότητα προσέφερε πολιτική στήριξη, ακόμη και ασφαλές καταφύγιο, έναντι του καθεστώτος Σίσι, στην Τουρκία

Στα χρόνια που ακολούθησαν η Αίγυπτος σφυρηλάτησε τις σχέσεις της με την Ελλάδα και την Κύπρο, με κορυφαία στιγμή την υπογραφή συμφωνίας τμηματικής οριοθέτησης ΑΟΖ με την Αθήνα. Το Κάιρο ήταν βέβαια προσεκτικό, ώστε από τη μία συνέβαλε μεν στον διεμβολισμό του τουρκολιβυκού συμφώνου και από την άλλη απαίτησε από την ελληνική πλευρά να μην υπερβεί τον 28ο μεσημβρινό, όπου η Τουρκία έχει αξιώσεις. Η τουρκική ηγεσία, αντιλαμβανόμενη τα επίχειρα της διάρρηξης των σχέσεών της με Ισραήλ και Αίγυπτο, υποχρεώθηκε σε ριζική αναθεώρηση της πολιτικής της. Εκλεισε γραφεία των Αδελφών Μουσουλμάνων και εξέδωσε μέλη τους στην Αίγυπτο ως ένδειξη καλής θέλησης. Ο Ερντογάν έριξε θεαματικά τους τόνους εις βάρος του Αιγύπτιου ομολόγου του και με όχημα τις σταθερά καλές εμπορικές σχέσεις, την προοπτική επενδύσεων τουρκικών εταιρειών στη χειμαζόμενη αιγυπτιακή οικονομία και τη θέση της Τουρκίας στην Αφρική (σε χώρες ενδιαφέροντος της Αιγύπτου, όπως η Αιθιοπία και η Σομαλία), προσέγγισε τον Σίσι. Πλέον, η Αγκυρα προσφέρει στο Κάιρο ακόμη και αμυντική συνεργασία και ανεπτυγμένα τουρκικά συστήματα ως δέλεαρ, ενώ πιέζει για ενεργειακές συμπράξεις σε φυσικό αέριο και πυρηνική ενέργεια, με το πλεονέκτημα της δεύτερης μεγαλύτερης αγοράς στην περιοχή, αλλά και της κατασκευής εργοστασίων πυρηνικής ενέργειας στην τουρκική επικράτεια. Προφανώς, ορισμένα από τα προαναφερθέντα σχέδια είναι μεγαλεπήβολα και πιθανόν ανεφάρμοστα, και περισσότερο δείχνουν την πρόθεση κυρίως της τουρκικής πλευράς για αποκατάσταση των σχέσεων.

Οι διαφορές, ωστόσο, με τη Λιβύη παρέμεναν τουλάχιστον μέχρι πρότινος, όμως και εδώ η Αίγυπτος δεν μπορούσε να αγνοήσει την εμπλοκή της Τουρκίας στα τεκταινόμενα στην πρώτη. Το ζήτημα όμως που έφερε εκ των πραγμάτων κοντά τις δύο ηγεσίες είναι οι εξελίξεις στη Μέση Ανατολή και η στάση του Ισραήλ, γεγονός που έδωσε στην Τουρκία τη δυνατότητα να αναζητήσει αρχικά συγκλίσεις και εν συνεχεία να υπερασπιστεί την Αίγυπτο απέναντι στις καταγγελίες Νετανιάχου για απροθυμία ελέγχου του περάσματος στη Γάζα.

Μέσα σ’ αυτό το νέο περιβάλλον η Ελλάδα δεν πανικοβάλλεται, εντούτοις οφείλει να κινηθεί προληπτικά και ενεργητικά, με έμφαση στην περιφερειακή ασφάλεια και τις απτές συνεργασίες, ακόμη και σε ενεργοποίηση της ελληνοαιγυπτιακής συμφωνίας. Το πλεονέκτημα της Αθήνας είναι ο ρόλος της γέφυρας για την αναβάθμιση της σχέσης ανάμεσα σε Κάιρο και Ε.Ε., όπως και η δεσπόζουσα θέση της στους δυτικούς (ειδικότερα τους αμερικανικούς) σχεδιασμούς στην ευρύτερη περιοχή. Η εξασφάλιση ευρωπαϊκών κονδυλίων είναι απαραίτητη για την Αίγυπτο και μπορεί κάλλιστα να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στο μεταναστευτικό και στην ενέργεια. Επενδύσεις από ελληνικές εταιρείες και ενίσχυση των συνεργειών σε κυβερνητικό επίπεδο (με συχνότερη διεξαγωγή των Ανωτάτων Συμβουλίων Συνεργασίας) θα βοηθήσουν. Είναι, πάντως, προς διερεύνηση (γιατί συνεπάγεται και κινδύνους) η προοπτική να αναλάβουμε την πρωτοβουλία, με ευρωπαϊκό «καπέλο», για τη σύγκληση περιφερειακής διάσκεψης, με προσδιορισμένη ατζέντα και χρονοδιάγραμμα.

*O κ. Κωνσταντίνος Φίλης είναι διευθυντής του Ινστιτούτου Διεθνών Υποθέσεων (IGA) και καθηγητής του Αμερικανικού Κολλεγίου Ελλάδος

(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ")