Η βασική αιτία είναι η ισχνή εγχώρια κατανάλωση της κινεζικής αγοράς, η οποία σε συνδυασμό με την ισχυρή ζήτηση που καταγράφεται σε ξένες αγορές, όπως εκείνη των ΗΠΑ, οδηγεί στην αύξηση των κινεζικών εξαγωγών.
Από την άλλη πλευρά, η ανάλυση του ΔΝΤ καταδεικνύει πως οι επιδοτήσεις της Κίνας σε συγκεκριμένους τομείς που θεωρεί στρατηγικής σημασίας, όπως η ηλεκτροκίνηση και η πράσινη ενέργεια, δεν επηρεάζουν δραστικά το εμπορικό ισοζύγιο. Χαρακτηριστικά, οι επιδοτούμενοι κλάδοι έχουν 1% μεγαλύτερες εξαγωγές συγκριτικά με τους μη επιδοτούμενους κλάδους. Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας, οι εξαγωγές της Κίνας δεν περιορίζονται στους επιδοτούμενους τομείς, ούτε καν σε συγκεκριμένους τομείς της αγοράς, αλλά εκτείνονται σε μεγάλο φάσμα διαφορετικών κλάδων.
Το εμπορικό πλεόνασμα της Κίνας ανά κλάδο σε ποσοστό του ΑΕΠ. Πηγή: ΔΝΤ
Η δημοσίευση αυτή σίγουρα κινείται αντίθετα στο κυρίαρχο πλέον ρεύμα στις δυτικές πρωτεύουσες που τίθεται υπέρ μίας αυξανόμενα προστατευτικής πολιτικής έναντι της Κίνας. Υπενθυμίζεται ότι και οι δύο δυνάμεις τους αμερικανικού πολιτικού συστήματος, Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικάνοι, έχουν επιβάλει υψηλότατους δασμούς έναντι των εισαγωγών κινεζικών προϊόντων, παρά τις εκ διαμέτρου αντίθετες απόψεις τους σε πολλά άλλα ζητήματα.
Αντίστοιχη είναι η εικόνα και στην Ευρώπη, όπου οι πάλαι ποτέ ένθερμοι υποστηρικτές της ελεύθερης αγοράς και του διεθνούς εμπορίου πατούν «φρένο» ώστε να αποφύγουν την κινεζική κυριαρχία στην ευρωπαϊκή αγορά. Το κατά πόσο οι ηγεσίες σε Ουάσιγκτον και Βρυξέλλες θα ακούσουν αυτό το κάλεσμα μένει να φανεί, ειδικά ενόψει των προεδρικών εκλογών του Νοεμβρίου.