Όπως τόνισε, η απόφαση είναι το επιστέγασμα πολλών διαβουλεύσεων με όλα τα εμπλεκόμενα μέρη και των διευκρινίσεων που έχουν δοθεί, ώστε η Κυπριακή Δημοκρατία να έχει ενώπιόν της πραγματικά δεδομένα αναφορικά με τις οικονομικές, τεχνικές και νομικές πτυχές του έργου.
Η σημασία του έργου τόσο για την Κύπρο όσο και για την Ευρωπαϊκή Ένωση επιβεβαιώνονται από το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε χρηματοδότηση από τον Μηχανισμό «Συνδέοντας την Ευρώπη» (Connecting Europe Facility – CEF) με το υψηλότερο ιστορικά ποσό των €657 εκατ., πρόσθεσε ο κ. Παπαναστασίου.
Ωστόσο, πηγές από την ελλαδική πλευρά σχολιάζοντας τις δηλώσεις του Κύπριου Υπουργού Ενέργειας, επισήμαναν ότι ο κ. Παπαναστασίου αναφέρθηκε μόνο στον τρόπο επιδότησης του κόστους που θα ανακτήσει ο ΑΔΜΗΕ στα πρώτα πέντε χρόνια κατασκευής. Μάλιστα, όπως πρόσθεσαν, η Αθήνα αναμένει περισσότερες λεπτομέρειες για τις αποφάσεις της Λευκωσίας.
Το σημείο αυτό είναι μόνο το ένα από τα τρία, συνολικά, σημεία της συμφωνίας στην οποία κατέληξαν Αθήνα και Λευκωσία κατά τη συνάντηση της περασμένης Τρίτης, 10ης Σεπτεμβρίου, ώστε να προχωρήσει το έργο. Τα άλλα δύο, στα οποία, όπως τονίζουν οι ως άνω πηγές εξ Αθηνών, δεν αναφέρθηκε ο Κύπριος Υπουργός Ενέργειας, Εμπορίου και Βιομηχανίας, είναι:
(ii) να εισέλθει η Κυπριακή Δημοκρατία μέτοχος στην ηλεκτρική διασύνδεση Great Sea Interconnector. Σήμερα μοναδικός μέτοχος είναι ο ΑΔΜΗΕ, ο οποίος έχει και την ευθύνη υλοποίησης του έργου για το καλώδιο Ελλάδας – Κύπρου (Great Sea Interconnector). Με βάση τη συμφωνία η Λευκωσία θα εισέλθει στο μετοχικό κεφάλαιο με 100 εκατ. ευρώ.
Και (ii) να αυξήσει η Ελλάδα το ποσοστό της γεωπολιτικής εγγύησης για την υλοποίηση του έργου του καλωδίου Ελλάδας – Κύπρου.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η αναλογία ανάμεσα στις δύο χώρες για την παροχή γεωπολιτικής εγγύησης στην ασφάλεια του έργου διαμορφώνεται στο 50 – 50 με την Ελλάδα να αυξάνει τη σχετική συμμετοχή της.
Ολόκληρη η δήλωση του Κύπριου υπουργού Ενέργειας, Εμπορίου και Βιομηχανίας, Γιώργος Παπαναστασίου μετά το πέρας του χθεσινού Υπουργικού Συμβουλίου στη Λευκωσία:
«Το Υπουργικό Συμβούλιο ενέκρινε σήμερα πρόταση του Υπουργείου Ενέργειας, Εμπορίου και Βιομηχανίας αναφορικά με την ηλεκτρική διασύνδεση Κύπρου – Κρήτης. Το έργο θα συμβάλει στην άρση της ενεργειακής απομόνωσης της Κύπρου, αφού θα διασυνδέσει το εθνικό σύστημα μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας με τα αντίστοιχα διευρωπαϊκά συστήματα και θα αυξήσει την ενεργειακή ασφάλεια της χώρας μας. Η επίτευξη του στόχου αυτού είναι ιδιαίτερης σημασίας και για τη διατήρηση και περαιτέρω επιτάχυνση μεσοπρόθεσμα της οικονομικής ανάπτυξης και της ευημερίας των πολιτών της χώρας, καθώς βασικός στόχος είναι η μείωση της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος μέσω της ηλεκτρικής διασύνδεσης, της έλευσης Φ/Α και των ΑΠΕ.
Η σημασία του έργου τόσο για την Κύπρο όσο και για την Ευρωπαϊκή Ένωση επιβεβαιώνονται από το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε χρηματοδότηση από τον Μηχανισμό «Συνδέοντας την Ευρώπη» (Connecting Europe Facility – CEF) με το υψηλότερο ιστορικά ποσό των €657 εκατ.
Το Υπουργικό Συμβούλιο, κατά τη σημερινή συνεδρία, ενέκρινε τη διάθεση ποσού €25εκατ. ανά έτος, αυστηρώς, για περίοδο 5 ετών ως επιδότηση της αντίστοιχης αύξησης που δυνατόν να επέλθει στους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος για το δικαίωμα ανάκτησης εξόδων κατά την κατασκευαστική περίοδο διασύνδεσης, δηλαδή από 1/1/2025 μέχρι 31/12/2029, ώστε οι καταναλωτές να μην επιβαρύνονται από αυτή την αύξηση.
Το ποσό αυτό θα εκταμιεύεται από το πάγιο ταμείο της Δημοκρατίας και συγκεκριμένα από το σύστημα δημοπράτησης των δικαιωμάτων ρύπων. Η πρώτη δόση των €25 εκατ. θα συμπεριληφθεί σε συμπληρωματικό προϋπολογισμό.
Η σημερινή απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου είναι το επιστέγασμα πολλών διαβουλεύσεων με όλα τα εμπλεκόμενα μέρη και των διευκρινίσεων που έχουν δοθεί, ώστε η Κυπριακή Δημοκρατία να έχει ενώπιόν της πραγματικά δεδομένα αναφορικά με τις οικονομικές, τεχνικές και νομικές πτυχές του έργου.
Ως Κυβέρνηση επιδείξαμε την απαραίτητη υπευθυνότητα και δέουσα επιμέλεια που πρέπει να χαρακτηρίζει τη λήψη αποφάσεων που αφορούν έργα τέτοιου βεληνεκούς, με μοναδικό στόχο την εξυπηρέτηση των συμφερόντων του Κυπριακού λαού στον οποίο είμαστε υπόλογοι.
Το αμέσως επόμενο διάστημα, και στη βάση του οδικού χάρτη που έχει καταρτιστεί, θα βρισκόμαστε σε διαρκή επικοινωνία τόσο με την Ελληνική πλευρά όσο και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την περαιτέρω πρόοδο της υλοποίησης του έργου αλλά και με μέρη που έχουν ήδη επιδείξει πραγματικό ενδιαφέρον συμμετοχής στο έργο».