Τώρα, όμως, η Volkswagen αντιμετωπίζει οικονομικά προβλήματα και έχει ήδη προκαλέσει σοκ στη Γερμανία ανακοινώνοντας την πρόθεσή της να κλείσει μονάδες της εντός της ίδιας της χώρας της. Γι’ αυτό και επικρατεί μεγάλη ανησυχία και όχι μόνο μεταξύ των εργατών που ενδέχεται να χάσουν τη δουλειά τους. Το ακανθώδες θέμα είναι το αν και πώς θα επιβιώσει τώρα το Βόλφσμπουργκ, μια πόλη 120.000 κατοίκων, εκ των οποίων οι 60.000 εργάζονται για τη μονάδα της Volkswagen. Δεδομένου ότι αμείβονται με ωρομίσθιο 62 ευρώ, έχουν αναπόφευκτα το μεγαλύτερο εργατικό κόστος για τη γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία χάρη στην οποία ο πληθυσμός του Βόλφσμπουργκ είναι από τους πλουσιότερους στη Γερμανία. Για την ακρίβεια, ένα μέσο εισόδημα στην πόλη ανέρχεται σε 5.238 ευρώ τον μήνα και ο πληθυσμός της έρχεται δεύτερος σε ευημερία μετά τον πληθυσμό της Ινγκολστατ, όπου βρίσκεται η μονάδα της Audi. Με λίγα λόγια, το Βόλφσμπουργκ υπάρχει και ζει επειδή υπάρχει η μονάδα της Volkswagen, και όταν φτερνίζεται η Volkswagen το Βόλφσμπουργκ αρρωσταίνει.
Μιλώντας στην Deutsche Welle, η Κριστίν Ρέσερ, που έχει ζήσει όλη τη ζωή της στο Βόλφσμπουργκ, εξομολογείται πως εδώ είναι ακόμη ζωντανό το παραδοσιακό όνειρο του Γερμανού εργάτη για ένα σπίτι με κήπο, ένα αυτοκίνητο, μια σύζυγο και δύο παιδιά. Η Ρέσερ είναι μεσίτρια και επιδεικνύει στη γερμανική εφημερίδα τα σπίτια της περιοχής, που μοιάζουν με κάπως απλές σουίτες αλλά αποτελούν τυπικό δείγμα της περιοχής και έχουν ακόμη εμφανή τα χαρακτηριστικά της δεκαετίας του 1960, οπότε και χτίστηκαν. Οπως τονίζει, όμως, τότε ήταν η χρυσή εποχή της VW, αλλά τώρα η Ρέσερ νιώθει την τεράστια ανασφάλεια που περιβάλλει την πόλη και προπαντός του εργάτες της VW. Οπως αποκαλύπτει, δεν είναι λίγοι εκείνοι που της ζητούν «να πουλήσει τα σπίτια τους προτού καταρρεύσει εντελώς η αξία τους». Κάποιοι άλλοι από τους πελάτες της ακύρωσαν συμβόλαια αγοράς κατοικιών στην περιοχή, μια και «ο κόσμος διστάζει να αγοράσει καινούργιο σπίτι και κρατάει τα χρήματα μέχρις ότου αποφασίσει η VW τι ακριβώς θα κάνει».
Οι ένδοξες ημέρες του Βόλφσμπουργκ εκτίθενται στο μουσείο της Volkswagen στην οδό Ντίζελ, όπου μπορεί να δει κανείς ρετρό μοντέλα και ιδιαιτέρως τα πιο δημοφιλή όπως ο διάσημος Σκαραβαίος, που έχει παραχθεί πάνω από ένα εκατoμμύριο φορές το διάστημα 1938-2003 ή το εξίσου διάσημο Μinibus, το συνυφασμένο με τη γερμανική γενιά των λουλουδιών της δεκαετίας του 1960. Το μουσείο είναι από τις σημαντικότερες τουριστικές ατραξιόν της πόλης, που προσελκύει κάθε χρόνο περισσότερους από 300.000 τουρίστες. Τώρα όμως έρχονται όλο και λιγότεροι, όπως εξομολογείται οδηγός ταξί στην περιοχή και προσθέτει ότι πριν από μερικά χρόνια οι εταιρείες των ταξί «δεν προλάβαιναν να ανταποκριθούν στην τόσο μεγάλη ζήτηση από τουρίστες και επιχειρηματίες». Ο φόβος των κατοίκων είναι ότι πρόκειται για δυσοίωνο σημάδι πως είναι μετρημένες πλέον οι μέρες της πόλης ως πρωτεύουσας της ευρωπαϊκής αυτοκινητοβιομηχανίας. Γιατί είναι πιθανόν η θρυλική VW, η πρώτη σε πωλήσεις αυτοκινητοβιομηχανία μέχρι πριν από λίγα χρόνια, να μην μπορεί να προσελκύσει αρκετή πελατεία ώστε να πουλήσει τα ηλεκτροκίνητα οχήματά της.
Ακόμη και το περασμένο έτος, ο όμιλος αυτοκινητοβιομηχανιών με τα 10 διάσημα εμπορικά σήματά του κατέγραψε κέρδη άνω των 18 δισ. ευρώ και κατέβαλε στους μετόχους του μερίσματα ύψους 4,5 δισ. ευρώ. Και όμως, η διοίκηση της εταιρείας έθεσε σε εφαρμογή ειδικό πρόγραμμα με στόχο την εξοικονόμηση 10 δισ. ευρώ έως το 2026 και την τόνωση της ανταγωνιστικότητάς της. Και φέτος τον Αύγουστο ανακοίνωσε ότι θα χρειαστούν περαιτέρω μέτρα εξοικονόμησης, μεταξύ των οποίων το λουκέτο σε πιθανώς δύο μονάδες εντός Γερμανίας και δραστικές μειώσεις του προσωπικού, που αριθμεί 120.000 εργάτες στη χώρα. Καθώς οδεύουν προς τις πύλες της VW, οι εργάτες της φαίνονται εμφανώς με πεσμένη διάθεση και σχεδόν κανείς δεν είναι πρόθυμος να μιλήσει σε δημοσιογράφους προφανώς επειδή δεν έχουν πια τη διάθεση να απαντούν στην ίδια ερώτηση ξανά και ξανά. Ενας εξ αυτών παραδέχεται ότι όλοι φοβούνται για τις θέσεις εργασίας τους και ένας άλλος προσθέτει ότι δεν μπορούν να κάνουν τίποτε άλλο παρά να μείνουν αισιόδοξοι σε ό,τι αφορά το μέλλον της VW, τονίζοντας πως «έχει επιβιώσει σε τόσες κρίσεις, θα επιβιώσει και σε αυτήν».
(από την εφημερίδα «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», 22 Οκτωβρίου 2024)