Η ένταση κλιμακώθηκε χρόνο με τον χρόνο, με έξαρση το 2020 στον Εβρο, όταν η Τουρκία δοκίμασε τη διά των προσφύγων εισβολή

Από την κοινή οθωμανική κληρονομία η Τουρκία απέσπασε τα Στενά, την Κωνσταντινούπολη, τη μικρασιατική ακτή.

Οι τότε λιγότερο σημαντικοί τόποι, τα νησιά και οι περιβάλλουσες θάλασσες, περιήλθαν στην Ελλάδα.

Παραμελημένος οικονομικά, ο νησιωτικός χώρος οδηγήθηκε σε δημογραφική απίσχνανση.

Επί μερικές δεκαετίες ο «ιστορικός συμβιβασμός» Βενιζέλου – Κεμάλ δεν αμφισβητήθηκε.

Στον χάρτη της Μέσης Ανατολής γίνεται αμέσως αντιληπτό ποια θρυαλλίδα θα δυναμίτιζε την ισορροπία αυτή.

Σταυροδρόμι των μεγάλων διακυβευμάτων της περιοχής, η Κύπρος ενεπλάκη αναπόφευκτα στις παγκόσμιες συγκρούσεις, συμπαρασύροντας Τουρκία και Ελλάδα. Στις πηγές έντασης έχει προστεθεί η πρόσφατη αναβάθμιση των θαλασσών.

Η υποτιμημένη κληρονομία της Ελλάδας απέκτησε μείζονα σημασία. Η Τουρκία προσπαθεί έκτοτε να της αποσπάσει τμήματα – χωρίς, βέβαια, να διανοείται να παραχωρήσει τίποτα εις αντάλλαγμα.

Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις ακολουθούν σπειροειδή τροχιά.

Κάθε κύκλος οδηγεί σε αδιέξοδα, με αυξανόμενες τουρκικές απαιτήσεις.

Η πολιτική ανοίγματος Σημίτη – Παπανδρέου μετά τους σεισμούς του 1999, μολονότι δημιούργησε θετικό κλίμα, δεν άφησε απτά αποτελέσματα.

Η ένταση κλιμακώθηκε χρόνο με τον χρόνο, με έξαρση το 2020 στον Εβρο, όταν η Τουρκία δοκίμασε τη διά των προσφύγων εισβολή. Ακολούθησαν απειλές για νύκτωρ επέλαση, η μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί, ο χάρτης urbi et orbi της Γαλάζιας Πατρίδας. Σήμερα η Τουρκία ακολουθεί ρητορική φιλίας και συνεννόησης.

Ανοίγει άραγε ένα παράθυρο ευκαιρίας;

Χωρίς να αποκλείεται, δεν είναι πιθανόν. Οπως και με την Κύπρο ήδη από τη δεκαετία του 1960, έτσι και με το Αιγαίο η Τουρκία έχει καθορίσει μιαν ατζέντα και αναμένει την κατάλληλη αφορμή. Η τρέχουσα διαλλακτική συμπεριφορά δεν έχει αποδέκτη την Ελλάδα.

Στην πραγματικότητα αναφέρεται στην Ευρώπη και στην Αμερική.

Αναμφίβολα οι ελληνοτουρκικές σχέσεις επηρεάζονται από το γεωπολιτικό περιβάλλον. Η άμεση σοβιετική απειλή εξηγεί την ελληνοτουρκική σύγκλιση των πρώτων μεταπολεμικών χρόνων. Επίσης, η «διπλωματία των σεισμών» συνδέεται με το «Τέλος της Ιστορίας», το τότε κυρίαρχο αφήγημα του Francis Fukuyama· καθώς και με την προοπτική ένταξης της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ενωση.

Βιώνουμε μια τεκτονική αναδιοργάνωση του κόσμου. Η Ρωσία, το Ιράν και η Κίνα ξεσηκώνουν τον υπόλοιπο κόσμο εναντίον της Δύσης. Οι πόλεμοι στην Ουκρανία και στη Μέση Ανατολή αφορούν τα νέα σύνορα ανάμεσα στις μεγάλες περιφερειακές ενότητες ενός νεοσύστατου Ψυχρού Πολέμου.

Μέλος του ΝΑΤΟ και του ΟΟΣΑ, η Τουρκία θεωρητικά ανήκει στη Δύση. Οι αντι-ισραηλινές δηλώσεις του Ερντογάν αντιφάσκουν, όμως, με τη δυτική αλληλεγγύη. Κρατά συστηματικά ανοικτή την πόρτα στον «Παγκόσμιο Νότο» και την «Παγκόσμια Ανατολή». Παρέστη στη σύνοδο των BRICS στο Καζάν στις 22-24 Οκτωβρίου υπό την προεδρία του Βλαντιμίρ Πούτιν και επιδιώκει να γίνει μέλος τους. Η Τουρκία παραμένει ένας «επιτήδειος ουδέτερος», τους γεωπολιτικούς ελιγμούς του οποίου δυτικοί παράγοντες παρακολουθούν με έντονη φιλυποψία.

Η ένταση με την Ελλάδα δεν αποφέρει προς το παρόν αποτελέσματα.

Δύσκολα μπορεί η Τουρκία να εξαργυρώσει την πληθυσμιακή, οικονομική και στρατιωτική της υπεροχή σε εδαφικά και άλλα κέρδη. Στη σημερινή συγκυρία, στο τρέχον περιβάλλον αστάθειας, οποιαδήποτε επιθετική ενέργεια θα επέφερε γενική κατακραυγή.

Η Ελλάδα αποτελεί ένα χρήσιμο εργαλείο για την ανέξοδη βελτίωση της εικόνας της Τουρκίας στη Δύση. Οι πολλαπλές κρίσεις έχουν δημιουργήσει φόβους για μια γενικευμένη έκρηξη. Κάθε πιθανή πηγή έντασης, όπως τα ελληνοτουρκικά, εγείρει ανησυχία.

Οποιος φαίνεται να αποδυναμώνει τον κίνδυνο εισπράττει εύσημα. Οπως στην περίοδο Σημίτη – Παπανδρέου, η Ελλάδα χρησιμοποιείται ως άλλοθι στις προσπάθειες της Τουρκίας να διατηρήσει δεσμούς με τη Δύση, εξισορροπώντας δράσεις και πολιτικές μη συμβατές με τις δυτικές αξίες και τη δυτική αλληλεγγύη.

Η Ελλάδα πρέπει να σταθμίσει αν και έναντι ποίων ανταλλαγμάτων είναι διατεθειμένη να προσφέρει το άλλοθι αυτό· να φροντίσει ώστε η αξιοπιστία την οποία κερδίζει η Τουρκία να μην εξασφαλίζεται εις βάρος μας.

Τέλος, εάν αποφασίσει να μην ακολουθήσει την Τουρκία σε αυτό το παίγνιο, πρέπει να προστατεύσει τη δική της εικόνα, καθώς αναμφίβολα θα καταγγελθεί ως η αδιάλλακτη.


*Ο Γιώργος Πρεβελάκης είναι ομότιμος καθηγητής Γεωγραφίας και Γεωπολιτικής στη Σορβόννη (Paris 1), Distinguished Visiting Professor, Hellenic American University

(από την εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ»)