Προβληματίζει η περαιτέρω αποδυνάμωση του κλάδου με μετακύλιση στα μακροχρόνια συμβόλαια

Σε χαμηλά τεσσάρων ετών έχουν υποχωρήσει οι ναύλοι των LNG στη spot αγορά, πλησιάζοντας τα όρια των λειτουργικών εξόδων και προκαλώντας ανησυχία για την περαιτέρω αποδυνάμωση που καταγράφεται.

Βάσει έκθεσης της ναυλομεσιτικής Jefferies, οι ναύλοι των πλοίων μεταφοράς υγροποιημένου φυσικού αερίου στις διαδρομές Ατλαντικού και Ειρηνικού για ένα LNG carrier τύπου TFDE (tri-fuel diesel electric) και χωρητικότητας 160.000 κυβικών μέτρων εκτιμώνται σε 18.000 δολάρια ανά ημέρα, ενώ για τα δίχρονα (two-stroke) σε 31.000 δολάρια ανά ημέρα.

Οι αναλυτές της Jefferies περιγράφουν τον κλάδο μεταφοράς υγροποιημένου φυσικού αερίου ως «υπό σημαντική πίεση», επισημαίνοντας ταυτόχρονα πως έχουν πλέον επηρεαστεί σοβαρά και τα μακροχρόνια συμβόλαια.

Σε αυτό το μεταβαλλόμενο σκηνικό περιλαμβάνεται η διαρκής αύξηση του στόλου των πλοίων μεταφοράς υγροποιημένου φυσικού αερίου, αλλά και η επιλογή εναλλακτικών διαδρομών από το Σουέζ, λόγω των επιθέσεων των Χούθι, εξελίξεις οι οποίες θέτουν υπό πίεση τη ναυλαγορά.

Στην ανάλυση υπογραμμίζονται η απουσία ευκαιριών arbitrage και οι ασυνήθιστα υψηλές θερμοκρασίες σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια, οι οποίες επιδεινώνουν την κατάσταση.

Επιπρόσθετα, τα υψηλά επίπεδα αποθήκευσης φυσικού αερίου στην Ευρώπη και την Ασία συμβάλλουν στο περιβάλλον με δυσμενείς ρυθμούς, με τους ειδικούς να εκφράζουν απαισιοδοξία για τα επόμενα δύο χρόνια, υποδεικνύοντας ότι οι ναύλοι είναι απίθανο να ανακάμψουν σύντομα στα υψηλά που παρατηρήθηκαν το 2022.

Υπερπροσφορά

Στο ίδιο μήκος κύματος και η έκθεση από την Clarksons Research για την εβδομάδα που έληξε στις 25 Οκτωβρίου, όπου τονίζεται ότι παραμένει η υπερπροσφορά στη spot αγορά πλοίων μεταφοράς LNG, ενώ η μέση τιμή για ένα σκάφος χωρητικότητας 174.000 κυβικών μέτρων μειώθηκε κατά 16% (σε εβδομαδιαία βάση) και διαμορφώθηκε στα 41.500 δολάρια ανά ημέρα.

Αυτό, σύμφωνα με την Clarksons, είναι και το χαμηλότερο επίπεδο από τον Ιούλιο του 2020, με το outlook να εμφανίζεται αρνητικό, καθώς -όπως επισημαίνεται- δεν αναμένεται να μετριαστεί άμεσα η τρέχουσα πίεση.

Σύμφωνα με την American Investment Bank «η συγκράτηση των τιμών του LNG από τα υψηλά επίπεδα που παρατηρήθηκαν κατά την περίοδο 2021-2022, σε συνδυασμό με τις μικρές διαφορές τιμών σε περιφερειακό επίπεδο, διατήρησαν περιορισμένους τους όγκους φορτίων spot».

Όπως καταγράφουν τα ίδια στοιχεία, ο Ατλαντικός δείχνει ελαφρώς μεγαλύτερη εμπλοκή στη ναυλαγορά, ενώ ο Ειρηνικός παραμένει σε μεγάλο βαθμό ανενεργός.

Στο πλαίσιο αυτό η υπερβολική χωρητικότητα πλοίων σε συνδυασμό με την καθυστέρηση σε έργα LNG ασκεί πρόσθετη πίεση στους ναύλους.

Σε ό,τι αφορά τους ναύλους, για ένα δίχρονο LNG carrier χωρητικότητας 160.000 κυβικών μέτρων σε συμβόλαιο τριετούς διάρκειας, σύμφωνα με την Clarksons, ανέρχονται σε 70.000 δολάρια την ημέρα, καταγράφοντας μια πολύ μεγάλη πτώση σε σύγκριση με τα 140.000 δολάρια/ημερησίως του περασμένου έτους.

Ναυπηγήσεις

Στην πτώση των ναύλων μεγάλο ρόλο παίζει η υπερπροσφορά διαθεσιμότητας πλοίων, με το βιβλίο παραγγελιών για LNG Carriers να γεμίζει ολοένα και περισσότερο.

Η τρέχουσα αναλογία βιβλίου παραγγελιών προς στόλο σε όρους χωρητικότητας σε κυβικά μέτρα ανέρχεται σε 50% έναντι 42,9% τον ίδιο μήνα του 2023 και, σύμφωνα με την Clarksons Research, πρόκειται μακράν για την υψηλότερη αναλογία orderbook προς στόλο από όλα τα τμήματα του κλάδου.

Σημειώνεται πως κατά τους πρώτους εννέα μήνες του 2024 υπογράφηκαν συνολικά 191 συμβόλαια, που αντιπροσωπεύουν το 30% του συνολικού βιβλίου παραγγελιών πλοίων μεταφοράς φυσικού αερίου.

Ως προ τον χάρτη των ναυπηγήσεων, τα νοτιοκορεατικά ναυπηγεία έχουν το μεγαλύτερο μερίδιο στο βιβλίο παραγγελιών, κατέχοντας το 57%, ακολουθούμενα από τα κινεζικά με μερίδιο 36%.

Υψηλό κόστος ναυπήγησης νέων LNG carriers

Ενώ οι ναύλοι μειώνονται, το κόστος για την κατασκευή νέων LNG carriers κινείται σε υψηλά επίπεδα.

Ενδεικτικά, το μέσο κόστος για την κατασκευή ενός νέου πλοίου έφτασε τα 261 εκατ. δολάρια, σημειώνοντας ελαφρά πτώση σε μηνιαία βάση (-0,8%), αλλά αύξηση κατά 2 εκατ. δολάρια σε σύγκριση με το καλοκαίρι του 2023.

Η συνολική τάση δείχνει προς υψηλότερα κόστη, γεγονός που προκαλεί ανησυχία στους επενδυτές και αυτή η διαφορά στην πορεία των ναύλων και του κόστους ναυπήγησης αποτελεί έναν από τους βασικούς λόγους προβληματισμού για την αγορά.

(από την εφημερίδα "ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ")