Ολα δείχνουν ότι το κόμμα της πρώην καγκελαρίου, η Χριστιανοδημοκρατική Ένωση (CDU),σχεδιάζει τώρα να επαναφέρει το ζήτημα της πυρηνικής ενέργειας στο προεκλογικό του πρόγραμμα, ως απαραίτητο για το ενεργειακό μείγμα της Γερμανίας.
Στο σχετικό κείμενο που κυκλοφόρησε σε πρόσφατη ημερίδα του κόμματος με τίτλο «Νέα ενεργειακή ατζέντα για τη Γερμανία» αναφέρεται χαρακτηριστικά: «Σκοπεύουμε να προχωρήσουμε σε μια τεχνική αποτίμηση όσο το δυνατόν γρηγορότερα για το εάν, δεδομένου του αντίστοιχου σταδίου αποσυναρμολόγησης, είναι ακόμα δυνατή η επανέναρξη της λειτουργίας των πυρηνικών σταθμών που έκλεισαν πρόσφατα με εύλογη τεχνική και οικονομική προσπάθεια».
Προς το παρόν δεν γίνεται δηλαδή λόγος για κατασκευή νέων μονάδων παραγωγής, αλλά για το ενδεχόμενο επαναλειτουργίας κάποιων που έχουν κλείσει. Οι Χριστιανοδημοκράτες είχαν επικρίνει το 2023 την απόφαση της κυβέρνησης Σολτς να «κατεβάσει το διακόπτη» στα τρία τελευταία εργοστάσια στη χώρα, σε μια περίοδο που η κοινωνία και η βιομηχανία βίωναν τις συνέπειες της ενεργειακής κρίσης, και παρά το γεγονός ότι ο καγκελάριος είχε προηγουμένως εγκρίνει μια παράταση λίγων μηνών σε σχέση με το αρχικό σχέδιο. Τα εργοστάσια αυτά βρίσκονται σε φάση αποσυναρμολόγησης και οι γνώμες διΐστανται για το ενδεχόμενο κόστος επαναλειτουργίας τους.
Η προσέγγιση αυτή είναι πάντως πολύ πιθανό να δημιουργήσει προβλήματα στους Χριστιανοδημοκράτες σε μια ενδεχόμενη αναζήτηση μετεκλογικών εταίρων. Για παράδειγμα οι Πράσινοι, που φαντάζουν ως ένα δυνητικός σύμμαχος, ειδικά αν στην επόμενη Βουλή δεν συμμετέχουν οι Φιλελεύθεροι, θα είχαν τεράστιο πρόβλημα με την εκλογική «πελατεία» τους, αν συναινούσαν σε μια νέα «αναστροφή από την αναστροφή» της Μέρκελ.
Το θέμα φαίνεται ότι θα μπει στην ατζέντα της προεκλογικής περιόδου, αφού η χώρα έχει ανάγκη από φτηνή ενέργεια και οι πρόσφατες αποφάσεις της ΕΕ να εντάξουν την πυρηνική ενέργεια στον κατάλογο των «καθαρών», μετά από απαίτηση χωρών όπως η Γαλλία, δείχνουν ποιο είναι και το κλίμα στην Ευρώπη. Αυτό δείχνει και η στάση του υποψήφιου καγκελάριου της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης Φρίντριχ Μερτς , ο οποίος παλιότερα δήλωνε ότι το θέμα έχει κλείσει, αλλά εσχάτως έχει σαφώς αλλάξει ρητορική.
Αλλά οι καιροί αλλάζουν και τα πολιτικά κόμματα αναζητούν λύσεις για μια οικονομία που διανύει ουσιαστικά μια περίοδο παρατεταμένης ύφεσης εξαιτίας και της αύξησης του κόστους της ενέργειας. Η Γερμανία είχε εξάλλου επικριθεί από τους «συμμάχους» της ως αφελής για το γεγονός ότι είχε επιτρέψει την εξάρτησή της από τα φθηνά ρωσικά ορυκτά καύσιμα. Μπορεί να περιμένει κανείς από μια νέα κυβέρνηση με βασικό κορμό τη Χριστιανοδημοκρατία μια αλλαγή πλεύσης, σε πνεύμα «Zeitenwende» , ανάλογη εκείνης της σημερινής αποχωρούσας κυβέρνησης για τις στρατιωτικές δαπάνες το 2022;
Μεταξύ των άλλων προτάσεων που μπαίνουν σε συζήτηση στο σχετικό κείμενο θέσεων της CDU είναι και το ζήτημα της «έρευνας και ανάπτυξης πυρηνικών σταθμών παραγωγής ενέργειας τέταρτης και πέμπτης γενιάς. Αυτοί επιβάλλεται να είναι πιο αποδοτικοί και ασφαλέστεροι από τους προκατόχους τους. Θα πρέπει επίσης να μελετηθούν και οι λεγόμενοι «μικροί αρθρωτοί αντιδραστήρες», που προς το παρόν δεν είναι ακόμη λειτουργικοί.
Αναφορά γίνεται και στα φιλόδοξα σχέδια της ΕΕ στον τομέα της αποκαλούμενης πυρηνικής σύντηξης. «Ο πρώτος αντιδραστήρας σύντηξης στον κόσμο που θα συνδέεται με το ηλεκτρικό δίκτυο θα πρέπει να βρίσκεται στη Γερμανία», είναι ο μεγαλεπήβολος στόχος. Προκειμένου να επιταχυνθεί η ανάπτυξή του, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα πρέπει επομένως να επιδοτήσει δύο τέτοιους αντιδραστήρες σύντηξης με ανταγωνιστικές μεταξύ τους τεχνολογίες». Όλα αυτά μοιάζουν προς το παρόν λίγο μακρινά. Με τον χειμώνα να πλησιάζει και την προεκλογική περίοδο να έχει ουσιαστικά ανοίξει, αυτό που θα περιμένουν να ακούσουν άμεσα οι πολίτες από τα κόμματα είναι το πώς μπορούν να υπολογίζουν σε φθηνή, καθαρή και αξιόπιστη ενέργεια για την καθημερινότητά τους.
*Πηγή: Deutsche Welle