για την τεχνολογία αυτή είναι εκρηκτική. Ωστόσο η παραγωγή των ημιαγωγών αντιμετωπίζει ένα σημαντικό πρόβλημα, την όλο και περισσότερη ηλεκτρική ενέργεια που απαιτείται για την κατασκευή τους.
Ειδικοί προειδοποιούν ότι με την κάλυψη της αυξανόμενης ζήτησης για τσιπ διακυβεύεται η πράσινη μετάβαση. Ενδεικτικά, τα τελευταία μοντέλα των μικροεπεξεργαστών, τα οποία είναι αναγκαία για την ανάπτυξη μοντέλων τεχνητής νοημοσύνης και τα data centers, καταναλώνουν περίπου ένα μεγαβάτ ηλεκτρικής ενέργειας, όσο δηλαδή καταναλώνει ένα νοικοκυριό στην Ισπανία σε τέσσερις μήνες. Πριν από μία δεκαετία, η McKinsey προειδοποίησε ότι ένα τυπικό εργοστάσιο παραγωγής τσιπ καταναλώνει ετησίως τόση ενέργεια όση περίπου 50.000 σπίτια. Τα «μεγα-εργοστάσια» αυτού του είδους χρησιμοποιούν περισσότερη ενέργεια από τις μονάδες κατασκευής αυτοκινήτων και τα διυλιστήρια μαζί, σύμφωνα με τη McKinsey.
Στις περισσότερες περιοχές του κόσμου, η υψηλή ενεργειακή ζήτηση δεν θεωρείται πρόβλημα, τουλάχιστον όχι ακόμα. Σύμφωνα με το World Semiconductor Trade Statistics, οι παγκόσμιες πωλήσεις ημιαγωγών αυξήθηκαν κατά 16,3% σε ετήσια βάση στην αρχή του έτους, φτάνοντας τα 39,7 δισ. δολάρια και αναμένεται να αυξηθούν επιπλέον 13,1% το 2024.
Βασικός παίκτης στην κατασκευή της τεχνολογίας είναι η Ταϊβάν, η οποία υπολογίζεται ότι παράγει το 60%-70% των παγκόσμιων αναγκών σε τσιπ. Συγκεκριμένα, η κορυφαία εταιρεία παραγωγής τσιπ της χώρας, η Taiwan Semiconductor Manufacturing Company (TSMC), αναμένεται σύντομα να καταναλώνει περισσότερη ενέργεια από ολόκληρα κράτη, όπως η Σρι Λάνκα που έχει πληθυσμό 21 εκατομμυρίων. Το 2020, η εταιρεία ευθυνόταν για περίπου το 6% της συνολικής κατανάλωσης ενέργειας στην Ταϊβάν, ένα ποσοστό το οποίο αναμένεται να αυξηθεί στο 12,5% το 2025.
Το πρόβλημα είναι ότι η βιομηχανία τσιπ της Ταϊβάν εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τα ορυκτά καύσιμα, με τουλάχιστον το 80% της ενέργειας να προέρχεται από την καύση άνθρακα και φυσικού αερίου, σύμφωνα με στοιχεία από το think tank News Lines Institute. Προκειμένου να αντιμετωπίσει αυτό το ζήτημα, το 2016, η κυβέρνηση της χώρας έβαλε στόχο να προμηθεύεται το 20% της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές μέχρι το 2025, αναπτύσσοντας την κατάλληλη δυναμικότητα ηλιακής και αιολικής ενέργειας.
Ωστόσο, ο στόχος αυτός φαίνεται όλο και πιο ανέφικτος. Σύμφωνα με την τελευταία ενεργειακή ανάλυση που δημοσιεύθηκε τον Ιούλιο, το 2021 μόλις το 6% προερχόταν από ανανεώσιμες πηγές, με αποτέλεσμα οι αξιωματούχοι να χαμηλώσουν τον στόχο στο 15%. Αλλες χώρες με παραγωγή ημιαγωγών αντιμετωπίζουν αντίστοιχα προβλήματα. Στη Νότιο Κορέα, η Samsung διαχειρίζεται έξι εργοστάσια κατασκευής τσιπ, τα οποία αποτελούσαν το 3% της συνολικής κατανάλωσης της χώρας το 2021. Μάλιστα, προκειμένου να ανταγωνιστεί την TMSC σκοπεύει να ενισχύσει τον αριθμό συγκεκριμένων μηχανημάτων, κλιμακώνοντας την πίεση για τις ενεργειακές υποδομές της χώρας που επίσης εξαρτώνται σε τεράστιο βαθμό από τον άνθρακα και το φυσικό αέριο. Από την πλευρά της, η βιομηχανία των τσιπ υποστηρίζει ότι η πρόοδος στη συγκεκριμένη τεχνολογία οδηγεί σε βελτιώσεις στη βιωσιμότητα και την ενεργειακή απο-δοτικότητα σε άλλους τομείς.
(από την εφημερίδα «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»)