Eδώ και δεκαετίες οι ΗΠΑ είναι ευάλωτες στους κραδασμούς στην τιμή του πετρελαίου που προκαλεί η πολιτική αστάθεια στη Μέση Ανατολή.
Το 1973, η τιμή του πετρελαίου τετραπλασιάστηκε όταν η αμερικανική στήριξη στο Ισραήλ, στον πόλεμο του Γιομ Κιπούρ με τη Συρία και την Αίγυπτο, ώθησε τα αραβικά μέλη του ΟΠΕΚ να επιβάλουν εμπάργκο πετρελαίου στις ΗΠΑ. Παρόμοια σοκ στην τιμή του πετρελαίου σημειώθηκε κατά την Ιρανική Επανάσταση το 1979 και την περίοδο του Πολέμου του Κόλπου του 1990.
Έτσι, τον Απρίλιο του 2024, οι πυραυλικές επιθέσεις του Ιράν κατά του Ισραήλ προκάλεσαν φόβους για νέα άνοδο της τιμής του πετρελαίου. Όμως, παρά τη σύντομη άνοδο, η τιμή του Brent και της αμερικανικής ποικιλίας του αργού πετρελαίου σταθεροποιήθηκαν γρήγορα.
Και παρόλο που η σύγκρουση έχει κλιμακωθεί από τότε σε ολόκληρη την περιοχή, ένα πετρελαϊκό σοκ από τη Μέση Ανατολή είναι απίθανο να καταστρέψει την οικονομία των ΗΠΑ με τον ίδιο τρόπο όπως στο παρελθόν.
Αυτό μπορεί να εξηγηθεί από τον σημαντικό αντίκτυπο της επανάστασης του σχιστολιθικού πετρελαίου στις ΗΠΑ, που είχε ως απόρροια την άφθονη προσφορά αμερικανικού πετρελαίου στις παγκόσμιες αγορές.
Πριν από δύο δεκαετίες, οι ΗΠΑ παρήγαγαν περίπου 7 εκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου την ημέρα και κατανάλωναν 21 εκατομμύρια. Τώρα, παράγουν σχεδόν 22 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα και είναι με διαφορά ο μεγαλύτερος παραγωγός πετρελαίου στον κόσμο. Οι εισαγωγές από τον Κόλπο έχουν μειωθεί δραματικά και το 2019 οι ΗΠΑ έγιναν καθαρός εξαγωγέας πετρελαίου για πρώτη φορά.
Ωστόσο, στελέχη των εταιρειών της αμερικανικής βιομηχανίας του σχιστολιθικού πετρελαίου διατηρούν επιφυλάξεις σχετικά με την ικανότητα των παραγωγών να αυξήσουν γρήγορα την προσφορά για να μετριάσουν τον αντίκτυπο από ένα απότομο πετρελαϊκό σοκ.
Τούτο διογκώνεται από την απροθυμία της Wall Street να χρηματοδοτήσει νέα έργα εξόρυξης, καθώς οι επενδυτές προτιμούν να διοχετεύουν τα κέρδη στα μερίσματα και τις επαναγορές μετοχών.
Επίσης, κάποιοι αναλυτές υποστηρίζουν ότι το σχιστολιθικό πετρέλαιο εμφανίζει έντονες διακυμάνσεις τιμών, καθιστώντας το ένα μη αξιόπιστο συστατικό της παγκόσμιας αγοράς πετρελαίου.
(πηγή: Financial Times - από euro2day.gr)