Η Τσεχία φαίνεται πως αποτελεί το πιο πρόσφατο θύμα αυτού του διλήμματος, με την κυβέρνηση μάλιστα να απειλείται με αγωγές. Πιο συγκεκριμένα, η κυβέρνηση της Τσεχίας εξετάζει το ενδεχόμενο να μειώσει αναδρομικά τις επιδοτήσεις για ηλιακές υποδομές που είχαν εισέλθει στο δίκτυο την τελευταία δεκαπενταετία. Η ηγεσία της χώρας εξήγησε πως αυτή η κίνηση αποσκοπεί στην εξισορρόπηση των δημοσιονομικών υποχρεώσεων της, προτάσσοντας επίσης την ήδη βεβαρυμμένη φορολόγηση των πολιτών.
Αναμενόμενα, οι εταιρείες διαχείρισης ηλιακών εγκαταστάσεων διαφωνούν με τη συγκεκριμένη αλλαγή, με τρεις επιχειρήσεις να έχουν ήδη απειλήσει πως θα προσφύγουν στη δικαιοσύνη. Για τους ανθρώπους του κλάδου, η διακοπή των επιδοτήσεων θα οδηγούσε αρκετούς διαχειριστές σε χρεωκοπία, καθώς παραμένουν μη ανταγωνιστικοί στην ελεύθερη αγορά. Πέρα από το κόστος που θα υποστούν από την Τσεχική αγορά, οι κατασκευαστές ΑΠΕ θα βρίσκονταν μπροστά και σε ένα κοινοτικό προηγούμενο, με άλλα κράτη-μέλη να ακολουθούν στο μέλλον.
Η Τσεχία δεν είναι το μοναδικό ευρωπαϊκό κράτος που καλείται να απαντήσει στο δίλημμα μεταξύ δημοσιονομικής τάξης και πράσινων επενδύσεων. Ορισμένες κυβερνήσεις έχουν ήδη διακόψει κάποιες πράσινες επιδοτήσεις, θεωρώντας πως το βάρος ήταν πολύ μεγάλο για τον κρατικό προϋπολογισμό. Για παράδειγμα, Γερμανία, Ιταλία, και Πολωνία έχουν ήδη σταματήσει τις επιδοτήσεις για τις αντλίες θέρμανσης, μία τεχνολογία που θεωρείται εξαιρετικά κρίσιμη για την ενεργειακή αναβάθμιση των κατοικιών.
Το πρόβλημα για τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις είναι πως υπάγονται στη Συνθήκη για τον Χάρτη Ενέργειας (Energy Charter Treaty). Πρόκειται για μία διεθνή συμφωνία που ισχύει από το 1998 με στόχο «την προστασία των επενδύσεων, την επίλυση διαφορών, τη διαμετακόμιση και το εμπόριο στον τομέα της ενέργειας». Η ΕΕ ενέκρινε την αποχώρησή της από τη Συνθήκη το 2024, ωστόσο αυτή θα ισχύσει μετά τα μέσα του 2025. Εντός αυτού του νομικού πλαισίου, οι εταιρείες θα μπορούσαν να μηνύσουν την τσεχική κυβέρνηση, με τις δικαστικές διαδικασίες να κρατούν για χρόνια. Παρόμοιες δικαστικές περιπέτειες έχει αντιμετωπίσει και η Ισπανία κατά την τελευταία δεκαετία.
Πέραν του χρηματικού ζητήματος, πολλοί αναλυτές προειδοποιούν πως τα ευρωπαϊκά κράτη δεν μπορούν να επιτύχουν στους κλιματικούς στόχους που έχουν θέσει χωρίς το κίνητρο των επιδοτήσεων. Από την άλλη, οι ευρωπαϊκές οικονομίες βρίσκονται ήδη σε μία δεινή κατάσταση, καθώς καλούνται να επενδύσουν και σε έναν ακόμα πιο κοστοβόρο τομέα, την άμυνα. Με τους ιδιαίτερα αυστηρούς δημοσιονομικούς περιορισμούς που έχει επιβάλει η ΕΕ, πολλές κυβερνήσεις αναγκάζονται πλέον να επιλέξουν ποια θα είναι η προτεραιότητά τους, χωρίς κανείς να υπολογίσει τις όποιες αρνητικές κοινωνικές αντιδράσεις θα επιφέρει αυτή η απόφαση.