Ένα καλά οργανωμένο σύστημα λαθρεμπορίου καυσίμων έχει στηθεί μεταξύ Ιράκ και Ιράν, σύμφωνα με πληροφορίες του πρακτορείου Reuters. Το πολύπλοκο κύκλωμα που περιλαμβάνει επιχειρηματικούς, πολιτικούς, και στρατιωτικούς παράγοντες αποκομίζει κέρδη που αγγίζουν τουλάχιστον 1 δις δολάρια ετησίως. Η αποκάλυψη των παράνομων εξαγωγών θα μπορούσε να προκαλέσει σοβαρές τριβές μεταξύ Ουάσιγκτον και Βαγδάτης σε μία συγκυρία όπου η Μέση Ανατολή βρίσκεται σε ευρύ αναβρασμό. Σύμφωνα με 

το Reuters, τα δυτικά κράτη ήδη γνωρίζουν την ύπαρξη του κυκλώματος μεταξύ Ιράκ και Ιράν, καθώς οι εθνικές υπηρεσίες πληροφοριών έχουν ολοκληρώσει τουλάχιστον τρεις ερευνητικές εκθέσεις επί του θέματος. Μολονότι η επιρροή της Τεχεράνης στο Ιράκ αποτελεί διαχρονικό φαινόμενο μετά την πτώση του Μπααθικού καθεστώτος του Σαντάμ Χουσέιν, το λαθρεμπόριο καυσίμων έχει ανθίσει από την εκλογή του σημερινού Πρωθυπουργού, Μοχάμεντ Σία αλ-Σουντάνι το 2022. Ο αλ-Σουντάνι, όπως και οι περισσότεροι ηγέτες στο μεταπολεμικό Ιράκ, ανελίχθηκε και παραμένει στην εξουσία χάρη στην υποστήριξη των Σηιτικών φιλο-Ιρανικών κομμάτων και παραστρατιωτικών οργανώσεων που δρουν στη χώρα. Εντούτοις, διατηρεί ισορροπημένες σχέσεις με την Ουάσιγκτον, έχοντας μάλιστα υπερασπιστεί τη συνεχιζόμενη παρουσία του αμερικανικού στρατού στο Ιράκ.

Με βάση τις διαθέσιμες πληροφορίες, το κύκλωμα αξιοποιεί τις επιδοτήσεις πετρελαίου προς τα εργοστάσια παραγωγής ασφάλτων. Ποσότητες μεταξύ 500.000-750.000 τόνων ή 3,4-5 εκατομμυρίων βαρελιών βαρέως πετρελαίου (HFO) απομακρύνεται παράτυπα. Στη συνέχεια, το καύσιμο ακολουθεί δύο πιθανές διαδρομές: Κατά την πρώτη, οι λαθραίες ποσότητες αναμειγνύονται με παρόμοια προϊόντα ιρανικής παραγωγής και εξάγονται ως ιρακινές, παρακάμπτοντας έτσι τις κυρώσεις εναντίον του Ιράν, με τα κέρδη να καταλήγουν στην Τεχεράνη. Κατά τη δεύτερη, οι λαθραίες ποσότητες εξάγονται απευθείας με διαφορετικά στοιχεία, με τα κέρδη να καταλήγουν στις φιλο-Ιρανικές οργανώσεις που διαχειρίζονται το κύκλωμα, μεταξύ αυτών και η περίφημη Asaib Ahl al-Haq (AAH). Και στις δύο περιπτώσεις, ο κύριος προορισμός των εξαγωγών είναι άλλα ασιατικά κράτη. Όπως καταδεικνύουν τα επίσημα στοιχεία, το Ιράκ οδεύει προς έτος-ρεκόρ για τις εξαγωγές πετρελαίου το 2024, φτάνοντας τα 380.000 βαρέλια ημερησίως και έχοντας διπλασιάσει τις ποσότητες συγκριτικά με το 2021.

Οι Αμερικανοί αξιωματούχοι γνωρίζουν ήδη το θέμα, ενώ φαίνεται να έχουν προειδοποιήσει τις αρχές του Ιράκ κατά τη διάρκεια προηγούμενων επαφών τους. Η κατάσταση της ιρακινής κυβέρνησης μάλλον θα περιπλακεί περαιτέρω με την επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο. Ο Τραμπ επιθυμεί αφενός να κλιμακώσει τις πιέσεις προς την Τεχεράνη ώστε να διαμορφώσει επωφελείς για την Ουάσιγκτον συμφωνίες για διάφορα θέματα, και αφετέρου να αποσύρει τα αμερικανικά στρατεύματα από το Ιράκ, συνεχίζοντας την πολιτική που είχε προωθήσει κατά την πρώτη θητεία του.

Μία δυνητική απόσυρση των αμερικανικών στρατευμάτων από τα ιρακινά εδάφη θα ανέτρεπε το καθεστώς ασφαλείας στη Μέση Ανατολή, σε μία συγκυρία όπου ο φόβος για τζιχαντιστική προέλαση επανεμφανίζεται στη γειτονική Συρία. Οι πρόσφατες εξελίξεις εκεί, αλλά και η γενικότερη στάση της Τεχεράνης τους τελευταίους μήνες, έχει αναδείξει τα κενά που υπάρχουν στον λεγόμενο «άξονα της αντίστασης» των φιλο-Ιρανικών δυνάμεων στην περιοχή. Ως εκ τούτου, ο αλ-Σουντάνι πιθανότατα θα κληθεί να επιλέξει ανάμεσα στην υποστήριξη των Αμερικάνων ή των Ιρανών εντός του 2025.