Η κλιμάκωση προκάλεσε άμεση αντίδραση του Πεκίνου, που διακόπτει τις εξαγωγές των λεγόμενων μετάλλων «διπλής χρήσης» τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν είτε σε εμπορικές βιομηχανίες είτε για στρατιωτικούς σκοπούς.
Σχολιάζοντας την απόφαση του Λευκού Οίκου να απαγορεύσει τις εξαγωγές των προηγμένων μικροεπεξεργαστών στην Κίνα, η εκπρόσωπος Εμπορίου των ΗΠΑ, Τζίνα Ραϊμόντο, τόνισε πως η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει λάβει τη σκληρή και στρατηγικής σημασίας απόφαση «να εμποδίσει τον στρατιωτικό εκσυγχρονισμό της Κίνας, επιβάλλοντας ελέγχους στις εξαγωγές». Στο ίδιο μήκος κύματος και ο Τζέικ Σάλιβαν, σύμβουλος εθνικής ασφαλείας του προέδρου Μπάιντεν, που τόνισε πως «οι ΗΠΑ έλαβαν σημαντικά μέτρα για να προστατεύσουν την τεχνολογία μας και να αποτρέψουν τη χρήση της από τους εχθρούς μας κατά τρόπο ικανό να απειλήσει την εθνική μας ασφάλεια». Προσέθεσε επίσης πως η Ουάσιγκτον θα εξακολουθήσει να συνεργάζεται με τους συμμάχους της και τους εταίρους της «ώστε να διασφαλίσει τις τεχνολογίες και την τεχνογνωσία μας».
Ανάμεσα στους νέους περιορισμούς είναι η απαγόρευση στις πωλήσεις μικροεπεξεργαστών προς 140 κινεζικές εταιρείες, μεταξύ των οποίων η άλλοτε πανίσχυρη Huawei και η SMI, αλλά και οι βιομηχανίες μικροεπεξεργαστών Piotech και SiCarrier χωρίς την έκδοση ειδικής άδειας. Η απαγόρευση επηρεάζει επίσης μια ακόμη κινεζική εταιρεία, τη Naura Technology Group, που παράγει εξοπλισμό για μικροεπεξεργαστές. Παράλληλα, όμως, επηρεάζει και μια σειρά άλλων εταιρειών της Ιαπωνίας, της Νότιας Κορέας και της Σιγκαπούρης. Παράλληλα απαγορεύει τις εξαγωγές περίπου 12 ειδών προϊόντων εξοπλισμού για την παραγωγή μικροεπεξεργαστών, όπως και τρία είδη εργαλείων λογισμικού για την ανάπτυξη και παραγωγή μικροεπεξεργαστών. Σε μια προσπάθεια να κατευνάσει την ανησυχία συμμάχων και εμπορικών εταίρων των ΗΠΑ, ο Αλαν Εστεβέζ, γραμματέας Εμπορίου για τη Βιομηχανία και την Ασφάλεια, τόνισε πως η υπερδύναμη «είναι σε συνεχή επαφή με συμμάχους και εταίρους και αξιολογεί και επανεκτιμά τους ελέγχους».
Στο θέμα έσπευσε να τοποθετηθεί η ολλανδική βιομηχανία εξοπλισμού μικροεπεξεργαστών ASML, η μόνη που παράγει τις μηχανές της πλέον υψηλής τεχνολογίας για την κατασκευή μικροεπεξεργαστών. Οπως τόνισε σε ανακοίνωσή της, εκτιμά πως οι νέοι έλεγχοι και περιορισμοί από τις ΗΠΑ δεν πρόκειται να επηρεάσουν τις προβλέψεις της για τα οικονομικά της αποτελέσματα. Προσέθεσε, όμως, πως αν της ασκήσει πιέσεις η ολλανδική κυβέρνηση, οι τελευταίοι αυτοί περιορισμοί θα εμποδίσουν τις εξαγωγές της συστημάτων υπεριώδους λιθογραφίας προς ορισμένες βιομηχανίες της Κίνας. Σημειωτέον ότι οι υφιστάμενοι περιορισμοί στη χρήση αμερικανικής τεχνολογίας την εμποδίζουν, έτσι κι αλλιώς, να εξάγει μηχανές υπεριώδους λιθογραφίας στην Κίνα. Σύμφωνα, πάντως, με τον Τιμπό Ντεναμιέλ, συνεργάτη του Κέντρου Στρατηγικών και Διεθνών Μελετών, η τελευταία κίνηση της Ουάσιγκτον απλώς επιβεβαιώνει «την πορεία που έχει πάρει η αμερικανική πολιτική μάλλον, παρά μια σημαντική σκλήρυνση των προσπαθειών της υπερδύναμης». Διευκρίνισε μάλιστα ότι οι τελευταίοι αυτοί περιορισμοί ωχριούν μπροστά στις απειλές του Τραμπ για λήψη πολύ πιο δραστικών μέτρων.
Από την πλευρά του το Πεκίνο προχώρησε άμεσα σε αντίποινα, ανακοινώνοντας ότι διακόπτει τις εξαγωγές μετάλλων στρατηγικής σημασίας, όπως το γάλιο, το γερμάνιο, το αντιμόνιο, ενώ παράλληλα επιβάλλει αυστηρότερους ελέγχους στις εξαγωγές γραφίτη. Πρόκειται για πρώτες ύλες που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή μικροεπεξεργαστών, σε μπαταρίες, προηγμένα ηλεκτρονικά ήδη και σε φωτοβολταϊκά. Οι δύο μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου έχουν αυτοπαγιδευτεί σε έναν αγώνα δρόμου για την τεχνολογική υπεροχή κυρίως στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης και η επιβολή απαγορεύσεων ή αυστηρών ελέγχων σε εξοπλισμούς κρίσιμης σημασίας για αυτές τις βιομηχανίες αποτελεί τον τελευταίο τακτικό ελιγμό τους.
Οι δύο οικονομίες παρουσιάζουν αυξημένο βαθμό αλληλεξάρτησης, με τις ΗΠΑ να εξαρτώνται υπερβολικά από την Κίνα για γάλιο και αντιμόνιο. Κι ενώ οι ΗΠΑ παράγουν σημαντικό όγκο γερμάνιου, η Κίνα είναι αυτή που παράγει το 98% της παγκόσμιας προσφοράς στο συγκεκριμένο μέταλλο. Σύμφωνα με την αμερικανική Γεωλογική Επιθεώρηση, αν οι ΗΠΑ δεν μπορούν να εισάγουν γερμάνιο και γάλιο, η αμερικανική οικονομία θα υποστεί ζημία πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων, που σε μεγάλο βαθμό θα συγκεντρωθεί στη βιομηχανία μικροεπεξεργαστών. Ολα αυτά συμβαίνουν εν αναμονή της ανάληψης της εξουσίας από τον Τραμπ, που έχει καταστήσει σαφές ότι θα εντείνει την πίεση στην τεχνολογική βιομηχανία της Κίνας. Εξάλλου, η Κίνα έχει από τον Μάιο του 2023 απειλήσει να μπλοκάρει κάποιες πωλήσεις της κυβέρνησης από τη Micron επειδή η αμερικανική εταιρεία μικροεπεξεργαστών μνήμης δεν πέρασε στο πρόσφατο τεστ ασφαλείας στο οποίο δοκιμάστηκε.
Παράλληλα εντείνεται η ανησυχία μήπως ο αμερικανικός τεχνολογικός κολοσσός Intel αποτελέσει τον επόμενο στόχο, καθώς η Ενωση Κυβερνοασφάλειας της Κίνας (CSAC) τον έχει κατηγορήσει ότι «βλάπτει συνεχώς» την εθνική ασφάλεια της χώρας και τα συμφέροντά της και ότι πρέπει να ελέγχονται αυστηρά όσα προϊόντα του εξάγονται στην Κίνα. Το Πεκίνο έχει, πάντως, πολλές εναλλακτικές ακόμη για αντεκδίκηση κατά των μέτρων της Ουάσιγκτον, καθώς μπορεί να κάνει εξαιρετικά δύσκολη τη ζωή όσων αμερικανικών εταιρειών δραστηριοποιούνται στο έδαφός της. Τα τελευταία χρόνια πολλές αμερικανικές εταιρείες έχουν διαμαρτυρηθεί πως τα τελωνεία της Κίνας κωλυσιεργούν και καθυστερούν υπερβολικά τον εκτελωνισμό των προϊόντων τους, όπως και ότι σε περιόδους όξυνσης της έντασης με την Ουάσιγκτον πληθαίνουν απότομα οι κρατικοί έλεγχοι στις εγκαταστάσεις τους.
(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ")