Σε νούμερα, εκτιμάται πως η Ρωσία θα απωλέσει έως και $6.5 δισ. τον χρόνο με τη διακοπή της συμφωνίας. Οι οικονομικές απώλειες της Ουκρανίας υπολογίζονται στα $800 εκατ., σημαντικά λιγότερες από της Ρωσίας. Επιπλέον, η Μόσχα θα βρεθεί αντιμέτωπη με τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της απώλειας μεριδίου στην αγορά φυσικού αερίου και θα πληγεί η αξιοπιστία της. Μακροπρόθεσμα, η μη ανανέωση της συμφωνίας μπορεί να αλλάξει ολόκληρη τη γεωπολιτική εξίσωση στην περιοχή.
Από το 2022, όταν τα ευρωπαϊκά κράτη δεσμεύτηκαν να αποσυνδεθούν από τις ρωσικές ενεργειακές προμήθειες μετά την εισβολή του Βλαντίμιρ Πούτιν στην Ουκρανία, το μερίδιο της Ρωσίας στις εισαγωγές φυσικού αερίου στην Ευρώπη έχει μειωθεί σημαντικά από το 40% που κατείχε. Παράλληλα, το μερίδιο της Ουκρανίας στις εν λόγω εξαγωγές έχει υποχωρήσει στο 5% από 11%.
Δεν κατάφεραν, όμως, όλες οι ευρωπαϊκές χώρες να απεξαρτηθούν ενεργειακά από τη Ρωσία. Οδεύοντας προς το 2025, η Αυστρία εξακολουθεί να εισάγει το μεγαλύτερο μέρος του φυσικού αερίου της από τη Ρωσία μέσω Ουκρανίας. Η Ουγγαρία εισάγει τα 2/3 του φυσικού της αερίου από τη Ρωσία και η Τσεχία ξανάρχισε τις εισαγωγές από τη Μόσχα.
Επίσης, η Βουλγαρία ενδέχεται να σταματήσει τη διαμετακόμιση ρωσικού φυσικού αερίου προς τη Σερβία μέσω του TurkStream από το νέο έτος, εάν η Gazprom δεν διασφαλίσει τη συμμόρφωση των πληρωμών με τις κυρώσεις των ΗΠΑ κατά της Gazprombank. Ο υπουργός Ενέργειας της χώρας, Βλαντίμιρ Μαλίνοφ, μιλώντας την περασμένη εβδομάδα στο Powers Summit, τόνισε ότι η Bulgartransgaz δεν μπορεί να συνεχίσει τη μεταφορά φυσικού αερίου χωρίς να καταβληθεί η πληρωμή του Δεκεμβρίου, η οποία ιστορικά διεκπεραιώνονταν μέσω της Gazprombank.
Παράλληλα, σημαντική άνοδος της κατανάλωσης φυσικού αερίου για ηλεκτροπαραγωγή καταγράφεται τις τελευταίες εβδομάδες στην Ευρώπη, γεγονός που επηρεάζει άμεσα την αποθήκευση και τις προοπτικές για το 2025. Έτσι το Νοέμβριο παρατηρήθηκε άνοδος στην κατανάλωση φυσικού αερίου σε όλους τους τομείς, δηλαδή νοικοκυριά, ηλεκτροπαραγωγή και βιομηχανία.
Η ελλειμματική παραγωγή ΑΠΕ στην ήπειρο έχει δημιουργήσει κενό, το οποίο καλύπτει σε μεγάλο βαθμό το φυσικό αέριο, κάτι που άλλωστε παρατηρείται και στη χώρα μας. Ενδεικτικό είναι ότι, , η Βρετανία είχε την περασμένη Πέμπτη την τέταρτη μεγαλύτερη χρήση φυσικού αερίου για ηλεκτροπαραγωγή εδώ και 15 χρόνια, με 27.1 GW. Η κατάσταση έχει καταρχήν επίδραση στις τιμές του ρεύματος, με το TTF στα €45/MWh, οι οποίες στην περίπτωση της Γερμανίας αγγίζουν σήμερα τα €395/MWh, θυμίζοντας την ενεργειακή κρίση του 2022. Αντίστοιχα, οι αιχμιακές τιμές «χτύπησαν» €936/MWh στη χώρα αυτή και €600/MWh στη Βρετανία.
Αναλυτές επισημαίνουν ακόμα κάτι ενδιαφέρον. Η άνοδος της κατανάλωσης φυσικού αερίου για ηλεκτροπαραγωγή στην ΕΕ ήταν μέσα στο Νοέμβριο στα 6 δισ. κυβικά μέτρα, δηλαδή ακριβώς όσες ήταν και οι αντλήσεις από τις αποθήκες. Ως εκ τούτου, γεννιέται το ερώτημα γιατί η Ευρώπη δεν προσελκύει περισσότερα φορτία LNG ώστε να μη χρειάζεται να αντλεί τόσο υψηλές ποσότητες από τα «έτοιμα».
Οδεύοντας προς το 2025, η κατάσταση μοιάζει να εγκυμονεί κινδύνους, αλλά αυτό δεν είναι τόσο ξεκάθαρο. Αν η Ευρώπη προσελκύσει περισσότερα φορτία LNG τους επόμενους μήνες και ο καιρός παραμείνει ομαλός εποχιακά, τότε θα μπορούσε να βελτιωθεί η εικόνα στις υπόγειες αποθήκες. Ώθηση θα μπορούσε να παρέχει τυχόν συνέχιση των ρωσικών προμηθειών μέσω της Ουκρανίας και το νέο έτος, σε συνδυασμό με αυξημένες ροές μέσω Turkstream. Στον αντίποδα, αν επικρατήσει ψύχος και η Ευρώπη χάσει τις ρωσικές ποσότητες, τότε θα χρειαστούν μεγάλες αντλήσεις ακόμα και με αυξημένα φορτία LNG. Σε μια τέτοια περίπτωση, η ήπειρος πιθανότατα δεν θα πετύχει το στόχο της Κομισιόν για αποθήκες και με πληρότητα στο 50% στις αρχές Φεβρουαρίου και θα δυσκολευτεί περισσότερο να τις αναπληρώσει μετά το χειμώνα, ενώ παράλληλα οι τιμές θα συνεχίσουν την ανοδική τους πορεία.