Σε μια στιγμή που η Ε.Ε. προβληματίζεται έντονα για την απώλεια της ανταγωνιστικότητάς της έναντι των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του πλανήτη, ενώ παράλληλα αντιμετωπίζει σειρά προκλήσεων εν μέσω της μετάβασης στην πράσινη οικονομία, το ΔΝΤ επιχειρεί μια παρέμβαση που μπορεί να βοηθήσει στην αναβάθμιση της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας: εκφράζει την εκτίμηση πως οι ευρωπαϊκές εταιρείες μπορούν να γίνουν ανταγωνιστικές έναντι των αμερικανικών και των κινεζικών ανταγωνιστριών τους αρκεί να μειώσουν το κόστος που καταβάλλουν για ενέργεια

Σε σχετική έκθεση που εκπόνησε για το συμβούλιο υπουργών Οικονομικών, το Ταμείο καλεί τις κυβερνήσεις να συνεργαστούν για να επιτύχουν αυτόν τον στόχο, προϋπόθεση του οποίου είναι η ενοποίηση της κατακερματισμένης αγοράς ενέργειας της Ε.Ε. με συντονισμένες επενδύσεις.

Η μεγάλη επιβάρυνση από το κόστος της ενέργειας αποτελεί μεγαλύτερη πρόκληση για τη Γηραιά Ηπειρο από τη στιγμή που έχασε το φθηνό ρωσικό αέριο πριν από τρία χρόνια, μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και τις κυρώσεις που της επέβαλε η Δύση. Εκτοτε, οι δαπάνες των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων για ενέργεια είναι διπλάσιες από εκείνες που καταβάλλουν οι αμερικανικές για την ηλεκτρική ενέργεια. Οπως τονίζει το ΔΝΤ, το ανταγωνιστικό μειονέκτημα της Ευρώπης είναι ιδιαιτέρως ορατό όταν πρόκειται για βιομηχανίες εντάσεως ενέργειας όπως οι χημικές βιομηχανίες, οι βιομηχανίες χάλυβα και η παραγωγή αλουμινίου. Είναι, άλλωστε, γεγονός ότι η ακριβή ενέργεια στάθηκε καθοριστικός παράγοντας από το 2022 στην κρίση που αντιμετώπισαν οι γερμανικές βιομηχανίες. Στη σχετική έκθεσή του το Ταμείο υπογραμμίζει ότι αν επιτευχθεί η ενοποίηση της αγοράς ενέργειας, όχι μόνον θα καταστεί φτηνότερη η ενέργεια, αλλά η Ε.Ε. θα είναι πολύ πιο εξασφαλισμένη ως προς την παροχή ενέργειας και παράλληλα θα είναι πιο εύκολο να μειώσει τις εκπομπές καυσαερίων.

Ενα από τα προβλήματα στην ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας είναι ο κατακερματισμός της και ειδικότερα οι αποκλίσεις, ενίοτε μεγάλες, στις τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας ανάμεσα στα 27 κράτη-μέλη της Ε.Ε. Σύμφωνα με το ΔΝΤ, ο κατακερματισμός αυτός μπορεί να αποτελέσει παρελθόν αν οι χώρες αποφασίσουν να αυξήσουν το διασυνοριακό εμπόριο ηλεκτρικής ενέργειας και να αναβαθμίσουν την παραγωγική δυνατότητα των διασυνοριακών δικτύων. Το Ταμείο δεν παραλείπει, πάντως, να επισημάνει ότι οι χώρες που εισάγουν και εξάγουν ηλεκτρική ενέργεια ίσως είναι απρόθυμες να αυξήσουν το διασυνοριακό εμπόριο ηλεκτρικής ενέργειας. Ο λόγος είναι ότι όσες παράγουν ηλεκτρική ενέργεια με χαμηλό κόστος ίσως είναι απρόθυμες να την εξάγουν καθώς ανησυχούν πως το αποτέλεσμα θα είναι να αυξηθούν οι τιμές στην εγχώρια αγορά τους. Και την ίδια στιγμή, το Ταμείο αναγνωρίζει πως «όσες χώρες έχουν υψηλό κόστος ενέργειας ενδέχεται να είναι απρόθυμες να ανοίξουν τις αγορές τους στην εισαγόμενη φτηνή ηλεκτρική ενέργεια, καθώς κάτι τέτοιο θα μπορούσε να υπονομεύσει τους εγχώριους παραγωγούς».

Σύμφωνα, πάντως, με τις εκτιμήσεις του ΔΝΤ, αν οι κυβερνήσεις των 27 χωρών της Ε.Ε. ενοποιήσουν τις αγορές ενέργειας, θα μπορούσαν να εξοικονομήσουν περίπου 40 δισ. ευρώ ετησίως στο σύνολό τους αλλά και να προσελκύσουν επενδυτές. Καταλήγοντας, όμως, το Ταμείο τονίζει πως η ενεργειακή πολιτική παραμένει ακόμη στην αρμοδιότητα των εθνικών κυβερνήσεων και δεν εμπίπτει στις κοινές πολιτικές της Ε.Ε., που σημαίνει πως είναι ιδιαίτερα δύσκολο να επιτευχθεί συντονισμός ανάμεσα στις πολιτικές των χωρών και η προσέγγισή τους να είναι τέτοια ώστε οι τιμές να παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα.

(από την εφημερίδα «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»)