Όπως φάνηκε ξεκάθαρα από τις δηλώσεις της λαλίστατης Προέδρου της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν στις 29/1, διατυπώνεται ένα νέο αφήγημα με κεντρικό σημείο αναφοράς την ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας, έναντι των ΗΠΑ και της Ασίας. Κι αυτό γιατί αυτή έχει υποχωρήσει αισθητά τα τελευταία χρόνια, κυρίως ως αποτέλεσμα της ακολουθούμενης μονοδιάστατης ενεργειακής πολιτικής που στόχο έχει τον πλήρη εξοβελισμό των ορυκτών καυσίμων από το Ευρωπαϊκό ενεργειακο μίγμα και την αντικατάσταση τους από ΑΠΕ, υδρογόνο και πυρηνικά. Μια πολιτική που βασίζεται στην Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία του 2019 για τον μηδενισμό των εκπομπών του θερμοκηπίου μέχρι το 2050 (το γνωστό παραμύθι του NetZero50). Πρόκειται για καθαρά ανέφικτους και ουτοπικούς στόχους, όπως επανειλημμένα έχουμε επισημάνει μέσα από την στήλη, που θυμίζουν περισσότερο μεσσιανικές δοξασίες παρά σχεδιασμό στην πραγματική οικονομία του 21 ου αιώνα.
Η αμφισβήτηση της Πράσινης Συμφωνίας έχει ξεκινήσει εδώ και δύο χρόνια καθώς πολλές επιχειρήσεις στην Ευρώπη, και ιδιαίτερα στην Γερμανία, είδαν το ενεργειακό τους κόστος να εκτινάσσεται σε πρωτόγνωρα επίπεδα μετά τις απότομες ανατιμήσεις στο κόστος του ηλεκτρισμού και του φυσικού αερίου, ιδίως μετά την Ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και το τέλος του φθηνού αερίου. Όμως, στην αύξηση του ενεργειακού κόστους συνέβαλαν και το υψηλό κόστος των εκπομπών CO2, καθώς και η υπερβολική ρύθμιση της αγοράς και μια σειρά παράλογοι κανονισμοί - γεγονός που έχει πλέον αναγνωριστεί από την Κομισιόν. Η οποία πλέον, βάσει των δηλώσεων της Φον ντερ Λάιεν, δίδει έμφαση στην ασφάλεια της ενεργειακής προμήθειας και την ανάγκη για «ρεαλισμό» και «ευελιξία». Χωρίς, όμως, να εγκαταλείπεται η ανάγκη για απανθρακοποίηση, αφού στο πλαίσιο αυτό μπορεί να προωθηθούν και άλλες καθαρές μορφές ενέργειας, πρωτίστως η πυρηνική ενέργεια.Στο πλαίσιο αυτ,ό ήδη μελετάται η χαλάρωση και τροποποίηση των παράλογων αρχικών στόχων της Πράσινης Συμφωνίας της ΕΕ.
Η εικόνα της μεγάλης στροφής στην ενεργειακή πολιτική της ΕΕ ολοκληρώνεται με την αποχώρηση πολλών επιχειρήσεων, τραπεζών και επενδυτικών ταμείων από κλαδικά όργανα και συμμαχίες για την κλιματική αλλαγή. Αρχικά, και ήδη πριν την εκλογή Τραμπ, άρχισαν να αλλάζουν στάση και να αποδεσμεύονται από την πράσινη μετάβαση ολόκληροι κλάδοι της αμερικανικής οικονομίας, ενώ σε δεύτερη φάση συμπαρασύρθηκαν οι αντίστοιχοι των ευρωπαϊκών οικονομιών. Χαρακτηριστική είναι η μαζική αποχώρηση τραπεζών, σε ΗΠΑ και Ευρώπη, από το πολύ γνωστό Net Zero Banking Alliance. Ακολούθησε το πάγωμα πολλών επενδυτικών σχεδίων σε ΑΠΕ από μεγάλες ευρωπαϊκές επιχειρήσεις, ενώ σχεδόν όλες οι πετρελαϊκές που είχαν προχωρήσει στην εκπόνηση σχεδίων ενεργειακής μετάβασης τα έχουν εγκαταλείψει πλήρως και έχουν επαναφέρει στόχους για αύξηση της παραγωγής τους σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο.
Τέλος, η εκ νέου αποχώρηση των ΗΠΑ από την Συμφωνία των Παρισίων, του 2015, ουσιαστικά βάζει ταφόπλακα στα φιλόδοξα σχέδια για δραστική μείωση των εκπομπών του θερμοκηπίου αφού το παράδειγμα των ΗΠΑ έχουν δηλώσει έτοιμες να ακολουθήσουν πολλές άλλες χώρες όπως η Αργεντινή, η Ινδονησία και ενδεχομένως η Ινδία. Παράλληλα, η έλλειψη στήριξης των πράσινων πολιτικών από τις Τράπεζες και τα μεγάλα επενδυτικά funds προμηνύει ότι αποτελεί θέμα χρόνου η κατάρρευση της Συμφωνίας των Παρισίων. Κάτι που φάνηκε ξεκάθαρα στο COP29 στο Μπακού, τον περασμένο Νοέμβριο, όπου υπήρξε άρνηση πολλών κρατών να υποστηρίξουν με τα απαραίτητα κονδύλια την ενεργειακή μετάβαση των αναπτυσσόμενων οικονομιών.