«Με απογοήτευσες βαθύτατα!»

«Με απογοήτευσες βαθύτατα!» . Με αυτή τη φράση που επαναλαμβάνει ο πατέρας Τζορτζ Μπους κατά τη διάρκεια της ταινίας «W» στον υιό του δικαιολογείται, σύμφωνα με τη σκηνοθετική ματιά του Ολιβερ Στόουν, η μετέπειτα ανάρρηση του νεότερου Μπους στην προεδρία των ΗΠΑ. Δεν γνωρίζουμε αν ο προκάτοχος του Μπιλ Κλίντον «απογοητεύτηκε» πραγματικά από τα πεπραγμένα του Μπους του νεότερου. Αυτό που γνωρίζουμε είναι ότι ο πρεσβύτερος Μπους είχε εκφράσει την αντίθεσή του με τον πόλεμο στο Ιράκ και είχε διακόψει την προέλαση του αμερικανικού στρατού προ των πυλών της Βαγδάτης, εισακούοντας τις συμβουλές του Μπρεντ Σκόουκροφτ, κατά τον πρώτο πόλεμο του Κόλπου.
Του Jean-Μarie Colombani
Παρ, 14 Νοεμβρίου 2008 - 11:23

«Με απογοήτευσες βαθύτατα!» . Με αυτή τη φράση που επαναλαμβάνει ο πατέρας Τζορτζ Μπους κατά τη διάρκεια της ταινίας «W» στον υιό του δικαιολογείται, σύμφωνα με τη σκηνοθετική ματιά του Ολιβερ Στόουν, η μετέπειτα ανάρρηση του νεότερου Μπους στην προεδρία των ΗΠΑ. Δεν γνωρίζουμε αν ο προκάτοχος του Μπιλ Κλίντον «απογοητεύτηκε» πραγματικά από τα πεπραγμένα του Μπους του νεότερου. Αυτό που γνωρίζουμε είναι ότι ο πρεσβύτερος Μπους είχε εκφράσει την αντίθεσή του με τον πόλεμο στο Ιράκ και είχε διακόψει την προέλαση του αμερικανικού στρατού προ των πυλών της Βαγδάτης, εισακούοντας τις συμβουλές του Μπρεντ Σκόουκροφτ, κατά τον πρώτο πόλεμο του Κόλπου.

Ο πόλεμος στο Ιράκ, ο οποίος δεν αποτελεί πλέον πρόκριμα για την έκβαση των προεδρικών εκλογών, θα μείνει στην Ιστορία ως το μεγαλύτερο ολίσθημα της προεδρίας Μπους. Μια λανθασμένη απόφαση που υπαγορεύθηκε με όρους πολιτικής «εσωτερικής κατανάλωσης». Πρώτον, για να διατηρήσει για κάποιο διάστημα την ψευδαίσθηση ότι αποτελεί την πλέον ενδεδειγμένη απάντηση στην τρομοκρατία. Δεύτερον, για να διευκολύνει την επανεκλογή Μπους, του λεγόμενου «πολέμαρχου του Ιράκ», έναντι του Τζον Κέρι που πρότεινε τότε (προ των εκλογών του 2004) την απόσυρση των αμερικανικών στρατευμάτων. Ο πόλεμος εκείνος, ο οποίος βασίστηκε πάνω σε ένα ψέμα, γύρισε μπούμερανγκ εναντίον των ΗΠΑ και προκάλεσε ένα κύμα παγκόσμιου αντιαμερικανισμού χωρίς προηγούμενο. Σήμερα, έπειτα από όλα αυτά, πιστεύουν στην Αμερική ότι ένα νέο, ειρηνικό Ιράκ γεννιέται σιγά σιγά. Η πραγματικότητα όμως είναι ότι το διπλό σοκ που προκλήθηκε από τον πόλεμο- ο πολλαπλασιασμός των τρομοκρατικών δικτύων και η σύγκρουση μεταξύ σιιτών και σουνιτών- θα ρίχνει για πολύ καιρό ακόμα τη βαριά σκιά του στην περιοχή. Την ίδια περιοχή που ο Μπους φιλοδοξούσε να «ανοικοδομήσει» και να επανασχεδιάσει προς όφελος της χώρας του.

O διάδοχος του Μπους θα κληρονομήσει πράγματι μια κατάσταση η οποία δεν θα μπορούσε να είναι πιο περίπλοκη. Το Ιράκ κινδυνεύει να καταστεί ένα σιιτικό κράτος υπό την «προστασία» του Ιράν, το οποίο με τη σειρά του εξακολουθεί να αποτελεί τον μεγαλύτερο κίνδυνο με την πρόθεσή του να κατασκευάσει πυρηνικά όπλα και με την εχθρική εμμονή τού προέδρου του κατά του Ισραήλ. Το Μεσανατολικό δεν έχει σημειώσει την παραμικρή εξέλιξη τα τελευταία χρόνια. Το Πακιστάν βρίσκεται σε εξαιρετικά ασταθή συγκυρία και ο πόλεμος στο Αφγανιστάν οξύνεται. Την ίδια στιγμή, οι σχέσεις της Αμερικής με τη Ρωσία παραμένουν τουλάχιστον αδιευκρίνιστες. Ο Τζορτζ Μπους υποσχέθηκε ότι με αυτόν τον πόλεμο ο κόσμος θα γινόταν ασφαλέστερος. Δυστυχώς, η πραγματικότητα φαίνεται να δικαιώνει την «απογοήτευση» του πατέρα Μπους. Οσον αφορά τα εσωτερικά της χώρας, η θητεία Μπους αφήνει μια κληρονομιά, με τη στενή έννοια, ιδεολογική. Με άλλα λόγια κληροδοτεί έναν αυστηρό και δογματικό συντηρητισμό. Αυτό που πέτυχε (και το οποίο αποτελούσε στην πραγματικότητα θεμέλιο της πολιτικής Ρίγκαν) δεν ήταν παρά να ακυρώσει το «new deal» και την πολιτική ίσων ευκαιριών που είχε εισηγηθεί ο Φραγκλίνος Ρούζβελτ. Οι ανισότητες δεν είχαν φτάσει ποτέ στη σύγχρονη αμερικανική ιστορία σε αντίστοιχα επίπεδα. Ο πλούτος συγκεντρώθηκε στα χέρια της βαθύπλουτης μειοψηφίας του 1%, ενώ τα κοινωνικά προγράμματα, όπως τα έργα υποδομών, απειλούνται με διάλυση.

Ο οικονομολόγος και αρθρογράφος των «Νew Υork Τimes» Πολ Κρούγκμαν, ο οποίος βραβεύθηκε προσφάτως με το Νομπέλ Οικονομίας, επανατοποθετεί στο τελευταίο έργο του («Η Αμερική που θέλουμε») την προεδρία Μπους εντός του πλαισίου της ιστορικής προοπτικής. Υπενθυμίζει μεταξύ άλλων τον ρόλο που έπαιξε το «new deal» στην πρόοδο της χώρας, η οποία έφτασε στο απόγειό της με τη χρυσή εποχή της μεσαίας τάξης των δεκαετιών του 1950 και του 1960. Καρπός του πολιτικού βολονταρισμού της εποχής υπήρξε η άμβλυνση των κοινωνικών ανισοτήτων, η οποία στηρίχθηκε στην αναδιανομή των πόρων που προέκυψαν από τους κρατικούς φόρους. Τα επίπεδα φορολόγησης ανήλθαν τότε σε ύψη δυσθεώρητα ακόμα και για τη συντηρητική Δεξιά που κυβέρνησε τις ΗΠΑ τόσα χρόνια. Τις τελευταίες ημέρες της προεκλογικής εκστρατείας ο Μακ Κέιν κατηγόρησε τον αντίπαλό του ως «αρχηγό της αναδιανομής» των χρημάτων των φορολογουμένων. Ας ελπίσουμε ότι σε περίπτωση που εκλεγεί ο Ομπάμα δεν θα τον διαψεύσει. Οπως άλλωστε επισημαίνει και ο Κρούγκμαν, η πολιτική του Ρούζβελτ όχι μόνο επέτρεψε να μειωθούν δραστικά οι ανισότητες αλλά είχε παράλληλα και απολύτως ευεργετικές συνέπειες για το σύνολο της οικονομίας. Σήμερα που οι ανισότητες έχουν ενταθεί, οι Αμερικανοί υφίστανται- συμπαρασύροντας και τον υπόλοιπο κόσμο- μια κρίση που απαιτεί αντιμετώπιση εντελώς διαφορετική από το δόγμα που εφάρμοσαν ο Μπους και οι συνεργάτες του.

Oι αμερικανικές εκλογές έχουν αντίκτυπο και σε εμάς τους Ευρωπαίους που μας απασχολεί έντονα, σε βαθμό πόλωσης, το αποτέλεσμά τους. Ας ελπίσουμε ότι και οι Αμερικανοί θα δείξουν ανάλογη κινητοποίηση και θα επιλέξουν την επιστροφή στις παλαιές καλές πολιτικές του «new deal». Ασφαλώς μια ενδεχόμενη νίκη του Ομπάμα δεν θα σημάνει αυτομάτως το τέλος των προβλημάτων και την επιστροφή στις αρμονικές διατλαντικές σχέσεις. Αυτό αποδείχτηκε άλλωστε και από ορισμένες κορόνες προστατευτισμού που επέτρεψε στον εαυτό του ο Ομπάμα. Τουλάχιστον όμως θα αναγεννηθεί η ελπίδα!

Ο κ. Ζαν-Μαρί Κολομπανί είναι ένας από τους εγκυρότερους ευρωπαίους δημοσιογράφους, πρώην διευθυντής της εφημερίδας «Le Μonde». Το τακτικό, ανά Κυριακή, άρθρο του είναι γραμμένο αποκλειστικά για «Το Βήμα».

(Από την εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ,02/11/2008)