Ανασταλτικοί Παράγοντες στην Ανάπτυξη του Τομέα Προμήθειας Ηλεκτρικής Ενέργειας

Ανασταλτικοί Παράγοντες στην Ανάπτυξη του Τομέα Προμήθειας Ηλεκτρικής Ενέργειας
Του Ηλία Καρυδογιάννη
Δευ, 17 Νοεμβρίου 2008 - 12:38
Με αφορμή την συζήτηση στρογγυλής τραπέζης για την «Χονδροεμπορική Αγορά Ηλεκτρικής Ενέργειας» που οργανώθηκε την περασμένη εβδομάδα από το ΙΕΝΕ, στο πλαίσιο του ετήσιου Συνεδρίου «Ενέργεια & Ανάπτυξη ‘08» αλλά και του ευρύτερου προβληματισμού που διατυπώνεται πλέον ανοιχτά τις τελευταίες μέρες για τα τιμολόγια της ΔΕΗ, είναι πιστεύω αναγκαίο να φωτιστούν περαιτέρω ορισμένες κρίσιμες πτυχές του όλου θέματος.

Με αφορμή την συζήτηση στρογγυλής τραπέζης για την «Χονδροεμπορική Αγορά Ηλεκτρικής Ενέργειας» που οργανώθηκε την περασμένη εβδομάδα από το ΙΕΝΕ, στο πλαίσιο του ετήσιου Συνεδρίου «Ενέργεια & Ανάπτυξη ‘08» αλλά και του ευρύτερου προβληματισμού που διατυπώνεται πλέον ανοιχτά τις τελευταίες μέρες για τα τιμολόγια της ΔΕΗ, είναι πιστεύω αναγκαίο να φωτιστούν περαιτέρω ορισμένες κρίσιμες πτυχές του όλου θέματος. Έχοντας μια άμεση και καθημερινή επαφή με την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας αλλά και λόγω της πολυετούς θητείας μου στο χώρο επιθυμώ να συμβάλλω εποικοδομητικά στον όλο διάλογο και αισθάνομαι υποχρεωμένος να παρατηρήσω τα εξής:

1. Μία πρώτη διαπίστωση είναι ότι οι υψηλές χρεώσεις πρόσβασης και χρήσης του συστήματος μεταφοράς και δικτύου διανομής λειτουργούν ανασταλτικά στην ανάπτυξη του τομέα προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας από ανεξάρτητους προμηθευτές. 

2. Οι υψηλές χρεώσεις προκύπτουν από  την αποτίμηση των παγίων συστήματος μεταφοράς και δικτύου διανομής της ΔΕΗ με διψήφιο επιτόκιο προεξόφλησης όπως αυτό αναφέρεται ξεκάθαρα στην Έκθεση Πεπραγμένων της ΡΑΕ περιόδου Ιανουάριος 2003 – Μάρτιος 2004.

Πιο συγκεκριμένα στην σελ. 144 αναφέρονται τα εξής:

«Σύµφωνα µε το Λογιστικό ∆ιαχωρισµό της ∆ΕΗ Α.Ε. που υποβλήθηκε στη ΡΑΕ, η επιχείρηση εφαρµόζει στα εσωτερικά της τιµολόγια επιτόκια απόδοσης κεφαλαίων σαφώς µεγαλύτερα του 4,99%. Συγκεκριµένα, στην επιστολή του ∆ιευθύνοντος Συµβούλου της ∆ΕΗ Α.Ε.27 που συνοδεύει τον Λογιστικό ∆ιαχωρισµό αναφέρεται ότι η επιχείρηση για τη σύνταξη των διαχωρισµένων προσωρινών λογιστικών καταστάσεων αποτελεσµάτων χρήσεως που υπέβαλε, χρησιµοποίησε ως απαιτούµενα επιτόκια απόδοσης ιδίων κεφαλαίων (πριν από φόρους) για τις δραστηριότητες Παραγωγής, Μεταφοράς και ∆ιανοµής Ηλεκτρικής Ενέργειας, τα εξής: 17,85% για την Παραγωγή, 14,5% για τη Μεταφορά και 16,5% για τη ∆ιανοµή.»

Στην ίδια σελίδα αναφέρεται ότι η ΡΑΕ δεν υιοθέτησε την θέση της ΔΕΗ για επιτόκιο προεξόφλησης 14,5% στον υπολογισμό των χρεώσεων χρήσης του συστήματος μεταφοράς αλλά 13,8%, δηλαδή διψήφιο επιτόκιο όπως αναφέρθηκε στην δημόσια τοποθέτηση μου.

«Σηµειώνεται επίσης ότι η ΡΑΕ στο πλαίσιο των αρµοδιοτήτων της ενέκρινε τη χρέωση για τη χρήση του Συστήµατος Μεταφοράς για το έτος 2002 χρησιµοποιώντας επιτόκιο απόδοσης των ιδίων κεφαλαίων της δραστηριότητας Μεταφοράς ίσο µε 13,8%»

3. Από το προαναφερόμενο σημείο της Έκθεσης Πεπραγμένων της ΡΑΕ είναι προφανές ότι οι υπολογισμού της ΡΑΕ για τις χρεώσεις χρήσης συστήματος βασίστηκαν στον λογιστικό διαχωρισμό της ΔΕΗ με επιτόκιο 13,8% έναντι του 14,5% που είχε προτείνει η ΔΕΗ.  Η υιοθέτηση από την ΡΑΕ του λογιστικού διαχωρισμού της ΔΕΗ από το 2002 μέχρι σήμερα οδίγησε στις υψηλές χρεώσεις του συστήματος μεταφοράς και διανομής όπως φαίνεται από την αναπροσαρμογή των σχετικών χρεώσεων μεταφοράς.

2002 17.278.00 ευρώ/MW-έτος
2004 17.772.02 ευρώ/MW-έτος
2006 20.335,10  ευρώ/MW-έτος
2007 22.499,20  ευρώ/MW-έτος
 

 4. Από την παραπάνω εξέλιξη  των τιμών χρέωσης του συστήματος μεταφοράς προκύπτει αύξηση της τάξης του 30% μέσα σε μια πενταετία. Η αύξηση αυτή δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από το επενδυτικό πρόγραμμα που αναφέρεται στη ΜΑΣΜ μια που σε αυτό παρουσιάζονται σημαντικές καθυστερήσεις σε ότι αφορά τα μεγάλα έργα.  Η προαναφερόμενη αύξηση έρχεται επίσης σε αντιδιαστολή με την γνωμάτευση 294/2007 της ΡΑΕ όπου στην παράγραφο 10δ αναφέρει:

«Κατ’ αναλογία της γνωµοδότησης της ΡΑΕ για το ετήσιο κόστος Συστήµατος µεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, η ΡΑΕ εκτιµά ότι η εύλογη απόδοση των απασχολούµενων κεφαλαίων του ∆ικτύου, προ φόρων, στο πλαίσιο της παρούσας απόφασης, ισούται µε 6,8%.»

Βάσει της παραπάνω γνωμάτευσης, υποτίθεται ότι η αναθεώρηση των χρεώσεων του συστήματος μεταφοράς για το έτος 2007 ελήφθη υπόψη επιτόκιο προεξόφλησης (προ φόρων) 6,8%. Είναι τουλάχιστον αξιοπερίεργο πώς το 2004, βάσει της έκθεσης πεπραγμένων της ΡΑΕ, με επιτόκιο 13,8% η χρέωσης πρόσβασης στο σύστημα μεταφοράς ορίσθηκε στα 17.772,02 ευρώ/MW-έτος και το 2007, σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στη γνωμάτευση 294/2007, με μικρότερο επιτόκιο προεξόφλησης 6,8% και χωρίς σημαντικές επενδύσεις στον σύστημα μεταφοράς η ίδια χρέωση να είναι αυξημένη κατά 30%.

5. Αξίζει να σημειωθεί ότι εάν στις παραπάνω χρεώσεις προστεθεί η χρήση του συστήματος μέσης τάσης 2529,22 ευρώ/MW-μήνα (30.350,64 ευρώ/MW-έτος) η συνολική μέση χρέωση καταναλωτών μέσης τάσης με συντελεστή φορτίου 30% είναι της τάξης των 20 ευρώ/MWh. Λαμβάνοντας υπόψη ότι η μέση ετήσια ΟΤΣ για το δεκάμηνο του 2008 είναι της τάξης των 85 ευρώ/MWh (τιμή σε 24ωρη βάση) και οι λοιπές χρεώσεις του ΔΕΣΜΗΕ περί τα 2 ευρώ/MWh το συνολικό κόστος παροχής προς τον τελικό καταναλωτή μέσης τάσης είναι 107 ευρώ/MWh. Σήμερα, ένα ενδεικτικό τιμολόγιο μέσης τάσης της ΔΕΗ (Β2Β) είναι στα επίπεδα των 95 ευρώ/MWh για τον ίδιο συντελεστή φορτίου. Είναι επομένως εμφανές ότι οι υψηλές χρεώσεις πρόσβασης στο σύστημα λειτουργούν ανασταλτικά για τον τομέα προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας σε συνδυασμό πάντα με τις τρέχουσες τιμές ενέργειας στην χονδρεμπορική αγορά.

Αντλώντας επίσης από την πρόσφατη εμπειρία χρεοκοπίας των ανεξάρτητων προμηθευτών σταθερής τηλεφωνίας,  λόγω των υπερβολικών χρεώσεων πρόσβασης στο δίκτυο του ΟΤΕ, είμαι απόλυτα βέβαιος ότι η εμπορεία ηλεκτρισμού σε επίπεδο λιανεμπορίου θα καθυστερήσει σημαντικά. 

Θα ήθελα να πιστεύω ότι οι ανωτέρω παρατηρήσεις θα συμβάλλουν θετικά στην κατανόηση του όλου θέματος και θα διευκολύνουν τις όποιες αποφάσεις οι οποίες κατά την άποψή μου επιβάλλεται να μελετηθούν και να ληφθούν όσο το συντομότερο δυνατό από τους αρμόδιους φορείς (ΥΠΑΝ, ΡΑΕ, ΔΕΣΜΗΕ) ώστε να υπάρξει ένας εξορθολογισμός στην λειτουργία της χονδροεμπορικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας.

Είναι πιστεύω καιρός οι αρμόδιοι να αντιληφθούν ότι με το παρόν σύστημα οδηγούμεθα αναπόφευκτα όχι μόνο σε υψηλές τιμές για όλους ανεξαρτήτως τους καταναλωτές αλλά υποσκάπτεται συστηματικά η όλη έννοια του ελεύθερου ανταγωνισμού, που ας μην ξεχνάμε είναι η βασική αιτία για την οποία η Ευρωπαϊκή Ένωση αποφάσισε πριν από χρόνια την αλλαγή δομής και λειτουργίας της όλης αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη.       

Ο Ηλίας Π. Καρυδογιάννης είναι Αντιπρόεδρος ΔΣ & Δ/νων Σύμβουλος της EGL Hellas SA