Η Σημασία των Αγωγών

Οι πρώτοι σωληνοαγωγοί που κατασκευάσθηκαν στις ΗΠΑ (Tidewater, Pennsylvania 1879) και μεταξύ Αζερμπαϊτζάν και Γεωργίας (Baku – Batum, 1889), αφορούσαν την μεταφορά πετρελαίου και η χρησιμότητα τους κατανοήθηκε άμεσα αφού απεδείχθησαν ως ο πλέον οικονομικά ανταγωνιστικός τρόπος μεταφοράς αργού. Αντικαθιστώντας την μεταφορά μέσω σιδηροδρόμου σε βαρέλια (εξ’ ου και η μονάδα μέτρησης του πετρελαίου), με ιππήλατα κάρα ή και φορτηγίδες πλοία
energia.gr
Παρ, 27 Ιουλίου 2012 - 11:15

Οι πρώτοι σωληνοαγωγοί που κατασκευάσθηκαν στις ΗΠΑ (Tidewater, Pennsylvania 1879) και μεταξύ Αζερμπαϊτζάν και Γεωργίας (Baku – Batum, 1889), αφορούσαν την μεταφορά πετρελαίου και η χρησιμότητα τους κατανοήθηκε άμεσα αφού απεδείχθησαν ως ο πλέον οικονομικά ανταγωνιστικός τρόπος μεταφοράς αργού. Αντικαθιστώντας την μεταφορά μέσω σιδηροδρόμου σε βαρέλια (εξ’ ου και η μονάδα μέτρησης του πετρελαίου), με ιππήλατα κάρα ή και φορτηγίδες πλοία. Έκτοτε εκατοντάδες χιλιάδες χιλιόμετρα πετρελαιαγωγών κατασκευάστηκαν ανά την υφήλιο εξυπηρετώντας κυρίως τις ανάγκες μεταφοράς αργού από τις περιοχές που παρήγετο η πρώτη ύλη προς τα διυλιστήρια ή και προς εξαγωγικά τέρμιναλ. Παράλληλα, αναπτύχθηκαν και πετρελαιαγωγοί για την μεταφορά προϊόντων από διϋλιστικές μονάδες σε μεγάλα κέντρα κατανάλωσης (λ.χ. αεροδρόμια, κέντρα διανομής, στρατιωτικές μονάδες).

Με την ίδια λογική κατασκευάσθηκαν και οι πρώτοι αγωγοί μεταφοράς φυσικού αερίου μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο τροφοδοτώντας κυρίως μονάδες λιπασμάτων και δίκτυα πόλεων ενώ αργότερα σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής. Η στρατηγική σημασία των αγωγών από γεωπολιτικής πλευράς γίνεται αντιληπτή στις δεκαετίες του 1970 και 1980 όταν το φυσικό αέριο αρχίζει να ρέει από τα κοιτάσματα της Βόρειας θάλασσας προς τις χώρες της Βόρειου Ευρώπης, και όταν η Ρωσία ξεκίνησε τις πρώτες εξαγωγές προς την Ανατολική Γερμανία και αργότερα προς την Δυτική Γερμανία (χρησιμοποιώντας Αμερικανική τεχνολογία και μεσούντος του ψυχρού πολέμου!) και όταν η Αλγερία πραγματοποιεί εξαγωγές προς την Ιταλία μέσω υποθαλάσσιων αγωγών στην Μεσόγειο.

Η δε σημασία του ελέγχου της ροής του φυσικού αερίου που διέρχεται μέσω αγωγών έγινε βάναυσα αντιληπτή κατά την διάρκεια των δύο Ρώσο - Ουκρανικών κρίσεων (Ιανουάριος 2007 και Ιανουάριος 2009 αντίστοιχα) αλλά και πλέον πρόσφατα τον Φεβρουάριο του 2012 κατά το δριμύ κύμα ψύχους που έπληξε για σχεδόν ένα μήνα την Κεντρική και ΝΑ Ευρώπη. Στη περίπτωση της Ρώσο – Ουκρανικής διασύνδεσης το φυσικό αέριο εσταμάτησε να ρέει προς Δυσμάς ως μέσο πίεσης της Ρωσίας προς την Ουκρανία με σκοπό την αναθεώρηση και διευθέτηση συμφωνιών οικονομικής φύσεως. Στην δε πλέον πρόσφατη περίπτωση οι εξαγωγές φυσικού αερίου προς την Δυτική και ΝΑ Ευρώπη μειώθηκαν αισθητά λόγω μη επάρκειας της πρώτης ύλης αφού αυτή έπρεπε να καλύψει κατά προτεραιότητα τις αυξημένες ανάγκες της Μητέρας Ρωσίας. Την ίδια τακτική ακολούθησε κι η Τουρκία τον Φεβρουάριο εφέτος η οποία θέτοντας σε πρώτη μοίρα τις δικές της ανάγκες (δηλ. θέρμανση χώρων και λειτουργία βιομηχανικών εγκαταστάσεων και ηλεκτροπαραγωγή) και έχοντας η ίδια ν’ αντιμετωπίσει μειωμένες εισαγωγές από την Ρωσία και Αζερμπαϊτζάν, που ως γνωστό αποτελούν τους βασικούς προμηθευτές της, εσταμάτησε τελείως για διάστημα τριών (3) εβδομάδων την παροχή αερίου προς Ελλάδα μέσω του Ελληνό – Τουρκικού αγωγού. Στην προκείμενη περίπτωση η χώρα μας πέρασε 15 εξαιρετικά δύσκολες ημέρες με πολύ μειωμένες εισαγωγές Ρωσικού αερίου από Βορά, και μηδενική ροή Αζέρικου αερίου μέσω από Τουρκίας. Και εάν δεν υπήρχε ο τερματικός σταθμός υγροποιημένου φυσικού αερίου στην Ρεβυθούσα με τον ad hoc ανεφοδιασμό φορτίων LNG, η Ελλάδα θα είχε μείνει εντελώς από αέριο με ότι αρνητικά αυτό συνεπάγεται για την ηλεκτροπαραγωγή, τη βιομηχανία και τον οικιακό τομέα.

Τα τελευταία 10 – 15 χρόνια διαδοχικές Ελληνικές κυβερνήσεις έχουν εμπλακεί σε συζητήσεις, διαπραγματεύσεις ακόμα και διακρατικές συμφωνίες για την προώθηση κατασκευής αγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου που θα διέρχονται μέσω Ελληνικών εδαφών. Αρκετοί Έλληνες πολιτικοί αντιλαμβανόμενοι την στρατηγική σημασία των οδών μεταφοράς ενέργειας έχουν οραματισθεί την χώρα μας ως ενεργειακό κόμβο μοναδικής εμβέλειας, με την διέλευση πολλαπλών αγωγών από τα εδάφη της, και τη συνεπακόλουθη προβολή επιρροής, ισχύος και κύρους στις γύρω περιοχές. Υπήρξαν δε και πολιτικοί που επίστεψαν απόλυτα το παράτολμο όνειρο της ανάδειξης της Ελλάδας ως ενεργειακού κέντρου της ευρύτερης περιοχής, βασιζόμενοι μόνο στην υπογραφή συμφωνιών και χωρίς να έχει ξεκινήσει καν η κατασκευή των απαραίτητων υποδομών. Μια φαντασίωση που ως έθνος πληρώσαμε ακριβά μετά την ταπείνωση που υπέστημεν από την ακύρωση του project του πετρελαιαγωγού Μπουργκάς – Αλεξανδρούπολης (όπου η Ελλάδα φέρει ουσιαστικά την ευθύνη αφού δεν μπόρεσε να εκμεταλλευθεί το ευνοϊκό κλίμα που επικράτησε το ολιγόμηνο διάστημα μετά την υπογραφή της τριμερούς συμφωνίας Ρωσίας – Βουλγαρίας – Ελλάδας τον Μάρτιο του 2007) και την μετέπειτα υπογραφή Μνημονίων με την τρόικα για την αποφυγή μιας πλήρους οικονομικής κατάρρευσης.

Του σχεδίου του πετρελαιαγωγού Μπουργκάς – Αλεξανδρούπολη ακολούθησε το σχέδιο για την κατασκευή του αγωγού ITGI που θα μετέφερε φυσικό αέριο από το Αζερμπαϊτζάν, μέσω Τουρκίας και Ελλάδας στην Ιταλία προς εξυπηρέτηση της Ευρωπαϊκής αγοράς. Υπεγράφησαν διακρατικές συμφωνίες με όλες τις εμπλεκόμενες χώρες μόνο που οι υπογραφές αυτές έμειναν στο κενό αφού τις αποφάσεις λαμβάνει ουσιαστικά η κοινοπραξία του προς ανάπτυξη κοιτάσματος Shah Deniz II στην Κασπία (συμμετέχουν οι εταιρείες BP, Statoil, Socar κ.λπ). Και ο επί χάρτου αγωγός αυτός ακυρώθηκε τον περασμένο Μάρτιο, αφού η κοινοπραξία απέκλεισε τον Ελληνό – Ιταλικό ITGI για δήθεν οικονομικούς λόγους (βλέπε υψηλό οικονομικό ρίσκο λόγω Ευρωζώνης και χρηματοπιστωτικής κρίσης στην Ελλάδα). Στην θέση του ITGI παίζει τώρα ο Trans – Adriatic – Pipeline γνωστός ως ΤΑΡ που και αυτός επιδιώκει την μεταφορά Αζέρικου αερίου μέσω Τουρκίας - Ελλάδος, μόνο που στην περίπτωση του η διαδρομή προς Ιταλία περνάει μέσω Αλβανίας. Ο TAP δεν απολαμβάνει των διακρατικών συμφωνιών που είχε ο ITGI αλλά βασίζεται στην αξιοπιστία και επιρροή των μετόχων του, αφού ο leader της κοινοπραξίας είναι η Νορβηγική εταιρεία Statoil, από τις μεγαλύτερες πετρελαϊκες του κόσμου, βασικός μέτοχος του Shah Deniz II. Δηλαδή Γιάννης κερνάει και Γιάννης πίνει.

Αλλά ο TAP τυγχάνει και της έμμεσης, πλην όμως ουσιαστικής, στήριξης της ΒΡ η οποία και είναι ο operator του Shah Deniz ΙΙ η οποία και έχει δηλώσει ότι θα συμμετέχει ως μέτοχος στην κοινοπραξία του εν λόγω αγωγού. Άρα ο ΤΑΡ παίζει στο παιχνίδι των αγωγών με αυτό που λέμε σημαδεμένη τράπουλα. Όμως σε αντίθεση με τον ITGI ο ΤΑΡ δεν προτίθεται να εισφέρει αξιόλογες ποσότητες αερίου στην Ελλάδα, οι οποίες και θα χρειασθούν σε λίγα χρόνια, αλλά σχεδιάζει να την χρησιμοποιήσει απλά ως χώρα διέλευσης (transit). Επιπλέον, και αποκλειστικά μέσω του ΤΑΡ η Αλβανία θα αποκτήσει πρόσβαση στο φυσικό αέριο την στιγμή που είναι πλήρως αποκλεισμένη και χωρίς την ύπαρξη εσωτερικού δικτυού. Όμως η σημερινή κυβέρνηση της Αλβανίας έχει αποκλείσει την Ελλάδα από την αξιοποίηση των υποθαλασσίων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στο Βόρειο Ιόνιο καταγγέλλοντας, και μη υλοποιώντας την συμφωνία του 2008 μεταξύ των δύο χωρών για διευθέτηση της ΑΟΖ τους στην ευρύτερη θαλάσσια περιοχή.

Άρα, έχει απόλυτο δίκαιο η κυβέρνηση Σαμαρά να αντιδρά στην αδειοδότηση του ΤΑΡ προβάλλοντας σειρά επιχειρημάτων, αφού ο συγκεκριμένος αγωγός και οι μέτοχοι του, πέρα από τον ύποπτο ρόλο που έπαιξαν και οδήγησαν στην ακύρωση του ITGI , δεν εξυπηρετεί καθόλου τα στρατηγικά συμφέροντα της Ελλάδας. Τα οποία στην παρούσα φάση συνοψίζονται: (i) στην ασφάλεια ενεργειακών προμηθειών, που δεν εξασφαλίζει ο ΤΑΡ με το παρών καθεστώς Third Party Exemption που έχει επιλέξει, αφού δεν εγγυάται την παροχή αξιόλογων ποσοτήτων αερίου από το Αζερμπαϊτζάν προς το εθνικό σύστημα, (ii) στην χάραξη περιφερειακής ενεργειακής πολιτικής, όπου ο ΤΑΡ δεν έχει ρόλο αφού η ροή του δεν θα ελέγχεται από τον ΔΕΣΦΑ και (iii) στην αξιοποίηση του υδρογονανθρακικού πλούτου στη θαλάσσια περιοχή Ελλάδος - Αλβανίας, που πάλι δεν εξασφαλίζεται μετά την άρνηση της κυβέρνησης Μπερίσα να κατοχυρώσει την διακρατική συμφωνία για την ΑΟΖ.

Τα όσα δε ισχυρίζεται η ανωτέρω κοινοπραξία περί επενδύσεων δισεκατομμυρίων ευρώ στην Ελλάδα και της δημιουργίας χιλιάδων θέσεων απασχόλησης στερούνται σοβαρότητας. Πρόσφατα, συγκριτική μελέτη του ΙΕΝΕ για τον ITGI, TAP και τον South Stream έδειξε με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο ότι τα όποια οικονομικά οφέλη προκύπτουν από την κατασκευή και λειτουργία των εν λόγω αγωγών είναι μόνο οριακά (βλέπε “Europe’s Natural Gas Supply Prospects, the South Corridor and the Role Of Greece”, an IENE Study Projects (M10), January 2012, www.iene.gr )Είναι προφανές ότι στην περίπτωση των αγωγών τα οφέλη που αποκομίζει μια χώρα είναι κυρίως στρατηγικού και γεωπολιτικού ενδιαφέροντος ενώ σε δεύτερη φάση έπονται τα καθαρά οικονομικά οφέλη που περιλαμβάνουν την δημιουργία απασχόλησης κυρίως στο στάδιο της κατασκευής, τόνωση της εγχώριας αγοράς και transit fees. Από γεωπολιτικής άποψης η λειτουργία ενός ενεργειακού αγωγού εξασφαλίζει πολιτικά και διπλωματικά οφέλη και επιρροή, και ασφαλώς ενισχύει την διαπραγματευτική θέση της χώρας σε διάφορα επίπεδα. Υπό αυτήν την έννοια η Ελλάδα δεν θα πρέπει να εγκαταλείψει την προσπάθεια κατασκευής άλλων αγωγών για την μεταφορά ποσοτήτων φυσικού αερίου προς την Ελλάδα από παραγωγούς χώρες αλλά και μέσω Ελλάδος προς τις Ευρωπαϊκές αγορές, ως και διακρατικούς αγωγούς (interconnectors), όπως λ.χ. ο Ελληνό – Βουλγαρικός αγωγός IBG, έργα που συμβάλλουν έμπρακτα στην ενεργειακή ασφάλεια και προσφέρουν ευελιξία και ρευστότητα στην αγορά.

Ως εκ τούτου εξακολουθεί και έχει μεγάλο ενδιαφέρον για την χώρα μας η προοπτική κατασκευής του νοτίου άξονα του Ρωσικού South Stream , όπως και το reverse follow του ITGI με την δυνατότητα μεταφοράς Αλγερινού αερίου μέσω του Ιταλικού συστήματος αγωγών στην Νότιο Ιταλία, δημιουργώντας έτσι μια 4η πύλη εισόδου φυσικού αερίου στην Ελλάδα και ενισχύοντας ουσιαστικά την ασφάλεια εφοδιασμού. Τέλος, έχει ακόμα μεγαλύτερο ενδιαφέρον η δυνατότητα κατασκευής υποθαλασσίου αγωγού φυσικού αερίου που θα συνδέει τα Κυπριακά και Ισραηλινά κοιτάσματα, μέσω Ελλάδας, με τις Ευρωπαϊκές αγορές. Βέβαια για να υλοποιηθεί έστω ένας από αυτούς τους αγωγούς απαιτείται προσεκτικός προγραμματισμός, διπλωματία υψηλού επιπέδου, οικονομικά ισχυρούς εταίρους και δέσμευση για ένα μακροχρόνιο, εθνικό ενεργειακό στρατηγικό σχεδιασμό που να μένει ανέπαφος από μελλοντικές αλλαγές κυβερνήσεων. Ίσως η απαίτηση αυτή, η εάν θέλετε η προϋπόθεση, ν’ ακούγεται παράλογη σε μια χώρα όπου η οικονομία της πνέει τα λοίσθια. Όμως για την πραγματοποίηση σημαντικών έργων υποδομής όπως οι αγωγοί φυσικού αερίου και πετρελαίου, η χρηματοδότηση εξασφαλίζεται σχετικά εύκολα σε διεθνές επίπεδο, καθότι οι χρηματοδότες γνωρίζουν καλά την μακροπρόθεσμη αξία των επενδύσεων αυτών. Ας μη ξεχνάμε ότι η γείτων Τουρκία κατασκεύασε το εκτενές δίκτυο αγωγών που διαθέτει την περίοδο 1987 – 2002, όταν δηλαδή η οικονομία της παραίπαιε και, μάλιστα, τελικά, δεν απέφυγε την εποπτεία του ΔΝΤ.