Οσο πιέζεις το ελατήριο τόσο τείνει να εκτιναχθεί. Κι όσο περικλείεις το νερό τόσο αυτό αναζητεί διέξοδο. Ετσι και σήμερα, στην Ελλάδα των πολλών δυσκολιών, ερευνητές, επιστήμονες και νέοι προσπαθούν σε πείσμα τόσων εμποδίων (από την υποχρηματοδότηση μέχρι τις γραφειοκρατικές αγκυλώσεις) να ανοίξουν παράθυρο στο μέλλον. Μία μόνο εικόνα αυτής της δυναμικής δίνει ο αριθμός των δημοσιεύσεων Ελλήνων επιστημόνων σε επιστημονικά περιοδικά

Οσο πιέζεις το ελατήριο τόσο τείνει να εκτιναχθεί. Κι όσο περικλείεις το νερό τόσο αυτό αναζητεί διέξοδο. Ετσι και σήμερα, στην Ελλάδα των πολλών δυσκολιών, ερευνητές, επιστήμονες και νέοι προσπαθούν σε πείσμα τόσων εμποδίων (από την υποχρηματοδότηση μέχρι τις γραφειοκρατικές αγκυλώσεις) να ανοίξουν παράθυρο στο μέλλον. Μία μόνο εικόνα αυτής της δυναμικής δίνει ο αριθμός των δημοσιεύσεων Ελλήνων επιστημόνων σε επιστημονικά περιοδικά. Το 2010 ήταν 10.219, έναντι 4.900 το 2000. Αντίστοιχα, αυξάνει και ο αριθμός των ελληνικών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, που από περίπου 500 το 2003, κινούνται πλέον άνω των 700 ανά έτος.

«Η χώρα δεν μπορεί να βγει από την κρίση με μία από τα ίδια, πρέπει να ανοίξει νέους δρόμους. Η έρευνα και η καινοτομία είναι πολύτιμες, αλλά έχουν αφεθεί στον... πατριωτισμό των ερευνητών», λέει στην «Κ» ο κ. Θανάσης Κωνσταντόπουλος, πρόεδρος του Δ.Σ. του Εθνικού Κέντρου Ερευνας και Τεχνολογικής Ανάπτυξης (ΕΚΕΤΑ) στη Θεσσαλονίκη. Βραβευμένος το 2005 στην ιαπωνική ΕΧΡΟ, το 2006 με το κορυφαίο ευρωπαϊκό βραβείο Ντεκάρτ και το 2010 με το βραβείο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ερευνας, ο κ. Κωνσταντόπουλος πρωτοστατεί -με την ερευνητική του ομάδα- στην ανακάλυψη εναλλακτικών πηγών ενέργειας, αξιοποιώντας τα ηλιοθερμικά συστήματα. Οι πρώτες διακρίσεις ήρθαν για την παραγωγή υδρογόνου με διάσπαση του νερού, αξιοποιώντας την ηλιακή ενέργεια. Συνέχισε με τεχνολογίες διάσπασης διοξειδίου του άνθρακα (CO2), έτσι ώστε να δημιουργούνται τα λεγόμενα αέρια σύνθεσης, που αποτελούν τη βάση για νέα καινοτόμα καύσιμα.

«Την ώρα που η συγκέντρωση CO2 στην ατμόσφαιρα έφτασε τα 400 ppm και όλοι θέλουν να ξεφορτωθούν το διοξείδιο του άνθρακα, εμείς έχουμε μια τεχνολογία που το ανακυκλώνει σε σύγχρονο καύσιμο. Και όλα αυτά με χρήση της ηλιακής ενέργειας, που έχουμε άφθονη στη χώρα μας. Ο Νότος έχει ήλιο, ο βιομηχανικός Βορράς έχει CO2, να η βάση μιας διαφορετικής ενεργειακής συνεργασίας», λέει ο κ. Κωνσταντόπουλος. Το ερευνητικό έργο στο ΕΚΕΤΑ συνεχίζεται εντατικά, αλλά η στήριξη από την Πολιτεία είναι μηδαμινή. Δεν είναι τυχαίο ότι η εφαρμογή της προηγούμενης τεχνολογίας του κ. Κωνσταντόπουλου πραγματοποιήθηκε στην Ισπανία. «Εχουμε αποφασίσει να μείνουμε εδώ, στην Ελλάδα, και να το παλέψουμε. Εχουμε δεχθεί προτάσεις να πάρουμε την τεχνολογία μας και να πάμε στο εξωτερικό. Αλλες ερευνητικές ομάδες υποχρεώθηκαν, ειδικά μετά την επιτυχία τους, να φύγουν έξω. Η Πολιτεία διαχρονικά αδιαφόρησε για την έρευνα. Τώρα τελευταία μάλιστα έχουν υποβιβάσει τα ερευνητικά ιδρύματα σε καθεστώς... ΜΚΟ, υποχρεώνοντάς μας σε απίστευτη γραφειοκρατία για να χρησιμοποιήσουμε τα χρήματα που μόνοι μας φέρνουμε από ανταγωνιστικά προγράμματα», λέει ο κ. Κωνσταντόπουλος. Αναζητώντας διέξοδο, το ΕΚΕΤΑ προχωρεί στη δημιουργία ενός cluster (σχηματισμός επιχειρήσεων) με 17 εταιρείες και αντικείμενο την καθαρή ενέργεια.

Λύση στο τηγανέλαιο

Βιοντίζελ 2ης γενιάς από τηγανέλαιο «δημιούργησαν» η κ. Στέλλα Μπερζεγιάννη και η ερευνητική της ομάδα, επίσης από το ΕΚΕΤΑ. Η κ. Μπερζεγιάννη βραβεύθηκε το 2011 στο διαγωνισμό Καινοτομίας του ΣΕΒ και της Eurobank για τη δημιουργία ενός καυσίμου υψηλότατων προδιαγραφών. «Το συμβατικό βιοντίζελ περιέχει οξυγόνο, ρίχνει τη θερμογόνο δύναμη και προκαλεί φαινόμενα οξείδωσης. Γι’ αυτό μπορεί να αναπληρώσει τα παραδοσιακά καύσιμα μόνο κατά ένα μικρό μέρος. Το βιοντίζελ 2ης γενιάς δεν περιέχει καθόλου οξυγόνο και δεν έχει ανάλογους περιορισμούς. Επιπλέον παράγεται από ένα απόβλητο, το τηγανέλαιο, που μπορεί να προκαλέσει μεγάλη μόλυνση. Ενα λίτρο τηγανέλαιου μπορεί να μολύνει μέχρι και 1.000.000 λίτρα νερού!», εξηγεί στην «Κ» η κ. Μπερζεγιάννη.

Ποια ήταν η συνέχεια μιας τόσο σημαντικής καινοτομίας; Η έρευνα συνεχίζεται, η ομάδα έχει μεγαλώσει, υπάρχει συνεργασία με τον Δήμο Θεσσαλονίκης για τη δημιουργία ενός δικτύου συλλογής τηγανελαίου, ενώ σε συνεργασία με τα Ελληνικά Πετρέλαια γίνεται προσπάθεια βιομηχανικής εφαρμογής μεγάλης κλίμακας. Ολα αυτά όμως γίνονται με πρωτοβουλία των ερευνητών. Δεν «έπεσε» πάνω κανένα υπουργείο για να δει πώς μπορεί να προχωρήσει η έρευνα και να βρει εφαρμογή στην παραγωγή. «Αντί για κονδύλια, μας δίνουν γραφειοκρατία. Ακόμα και για την προμήθεια ενός υπολογιστή, πρέπει να προκηρυχθεί διαγωνισμός! Μας ρωτούν γιατί να πάνε δύο ερευνητές σε ένα διεθνές συνέδριο. Μα, πώς θα προχωρήσουν τα νέα παιδιά; Η έρευνα θέλει ελευθερία», καταλήγει η κ. Μπερζεγιάννη.

«Χρυσάφι» από τα απόβλητα

«Η Ελλάδα είναι μια χώρα με πολύ μεγάλη βιοποικιλότητα και πολλά ενδημικά φυτά, τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε φαρμακευτικά σκευάσματα και καλλυντικά. Το Τμήμα Φαρμακευτικής του Πανεπιστημίου Αθηνών προσπαθεί να συμβάλει στη χημική ανάλυση όσο το δυνατόν περισσότερων φυτών», λέει στην «Κ» ο κ. Λέανδρος Σκαλτσούνης, πρόεδρος του τμήματος. Ο κ. Σκαλτσούνης πιστεύει ότι οι ερευνητές και τα πανεπιστήμια δεν πρέπει κυρίως να γκρινιάζουν για το υπαρκτό έλλειμμα φροντίδας της Πολιτείας, αλλά να βρίσκουν δικούς τους δρόμους για την αξιοποίηση του έργου τους. Στο Φαρμακευτικό έχουν δημιουργήσει μια spin off εταιρεία (εταιρεία έντασης γνώσης), η οποία έχει την τεχνολογία για την αξιοποίηση αποβλήτων ελαιοτριβείων, πυρηνελαιουργείων και επεξεργασίας επιτραπέζιας ελιάς. Από τα απόβλητα αυτά παράγονται προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας. Δεν θα μπορούσε αυτή η τεχνολογία να αξιοποιηθεί μαζικά στην ελαιοπαραγωγό Ελλάδα; «Το πρόβλημα είναι ότι δεν βάζουμε προτεραιότητες. Πάμε να κάνουμε λίγο απ’ όλα, αλλά όταν μιλάς για ανάπτυξη και αξιοποίηση της έρευνας, πρέπει να θέσεις βασικούς στόχους», τονίζει ο ίδιος.

Αρκεί να ξεπεραστούν ορισμένα πιο στοιχειώδη προβλήματα: «Υπάρχει δυνατότητα σημαντικής χρηματοδότησης για το ξεκίνημα της spin off εταιρείας, αλλά μας ζητούν εγγυητική επιστολή με σχεδόν το μισό ποσό. Πού να τα βρούμε;», αναρωτιέται ο κ. Σκαλτσούνης.

(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 02/06/2013)