Το «Σεισμογενές Ρήγμα» Δύσης – Ρωσίας Ενεργοποιείται Όλο και Πιο Άναρχα

Η μεταπολεμική διεθνής τάξη χαρακτηριζόταν από μια σειρά από θεσμικά διατυπωμένες αλλά και από άτυπες συμφωνίες ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση, ενώ ακόμη και τώρα, που ο ένας πόλος έχει καταρρεύσει, διέπεται από ένα σύνολο ρυθμίσεων που παραμένουν σταθερές. Ο Ψυχρός Πόλεμος, μολονότι ήταν η πρώτη πραγματικά παγκόσμια διαίρεση που γνώρισε η ανθρωπότητα, είχε κάποιες «κόκκινες γραμμές» τις οποίες σεβάστηκαν όλοι οι εμπλεκόμενοι. Με τη λήξη του, ωστόσο, και, κυρίως, μετά την έκρηξη της Ουκρανικής κρίσης, πληθαίνουν τα σημάδια που δείχνουν πως το status quo που ισχύει μετά το 1945 τίθεται εν αμφιβόλω. Αντί άλλων παραδειγμάτων, θα αναφέρουμε τρία πολύ πρόσφατα επεισόδια, τα οποία ούτε απασχόλησαν έντονα την διεθνή ειδησεογραφία ούτε τα ίδια μπορούν καθεαυτά να θεωρηθούν ως σημαντικές ή βίαιες αλλαγές στο μεταπολεμικό status quo. Ωστόσο, αν ιδωθούν συνδυαστικά, πιστεύουμε πως απηχούν την «μυστική βοή των πλησιαζόντων γεγονότων», για να θυμηθούμε τον μεγάλο Αλεξανδρινό
energia.gr
Δευ, 17 Αυγούστου 2015 - 20:01

Η μεταπολεμική διεθνής τάξη χαρακτηριζόταν από μια σειρά από θεσμικά διατυπωμένες αλλά και από άτυπες συμφωνίες ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση, ενώ ακόμη και τώρα, που ο ένας πόλος έχει καταρρεύσει, διέπεται από ένα σύνολο ρυθμίσεων που παραμένουν σταθερές. Ο Ψυχρός Πόλεμος, μολονότι ήταν η πρώτη πραγματικά παγκόσμια διαίρεση που γνώρισε η ανθρωπότητα, είχε κάποιες «κόκκινες γραμμές» τις οποίες σεβάστηκαν όλοι οι εμπλεκόμενοι. Με τη λήξη του, ωστόσο, και, κυρίως, μετά την έκρηξη της Ουκρανικής κρίσης, πληθαίνουν τα σημάδια που δείχνουν πως το status quo που ισχύει μετά το 1945 τίθεται εν αμφιβόλω.

Αντί άλλων παραδειγμάτων, θα αναφέρουμε τρία πολύ πρόσφατα επεισόδια, τα οποία ούτε απασχόλησαν έντονα την διεθνή ειδησεογραφία ούτε τα ίδια μπορούν καθεαυτά να θεωρηθούν ως σημαντικές ή βίαιες αλλαγές στο μεταπολεμικό status quo. Ωστόσο, αν ιδωθούν συνδυαστικά, πιστεύουμε πως απηχούν την «μυστική βοή των πλησιαζόντων γεγονότων», για να θυμηθούμε τον μεγάλο Αλεξανδρινό.

«Κρούσμα πρώτον»: Η Ρωσία υπέβαλε στις 4 Αυγούστου και επισήμως στα Ηνωμένα Έθνη αίτημα για την επέκταση του εξωτερικού ορίου της ηπειρωτικής υφαλοκρηπίδας της στην Αρκτική κατά περισσότερα από 1 εκατομμύριο τετραγωνικά χιλιόμετρα, υποστηρίζοντας ότι οι επιστημονικές έρευνες που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια αποδεικνύουν τα δικαιώματά της στον τεράστιο φυσικό πλούτο του Αρκτικού Ωκεανού. Στο ρωσικό αίτημα περιλαμβάνεται και διεκδίκηση εδαφικής κυριαρχίας επί της υποθαλάσσιας κορυφογραμμής Λομονόσοφ, η οποία εκτείνεται και σε εδάφη που, σύμφωνα με τις διεθνείς συνθήκες ανήκουν και στον Καναδά και τη Γροιλανδία (η οποία αποτελεί κτήση της Δανίας).

Αν και το 2001, η Μόσχα είχε διατυπώσει παρόμοιο αίτημα, χρειάστηκε να περάσουν 14 χρόνια για να επανέλθει. Εξάλλου, η Αρκτική αποτελεί ιδιότυπη περιοχή στην οποία γειτνιάζουν η Ρωσία και οι ΗΠΑ (καθώς και ο Καναδάς, χώρα με εξέχουσα θέση στον αγγλοσαξωνικό κόσμο). Ενώ παλαιότερα ο Αρκτικός Κύκλος εθεωρείτο άτυπα ως «ουδέτερη ζώνη» στην οποία απέφευγαν να διεκδικήσουν κυριαρχία οι χώρες που έχουν εδάφη στην περιοχή, σταδιακά μετά τη λήξη του Ψυχρού Πολέμου το σκηνικό αλλάζει. Σε αυτό έπαιξαν ρόλο μια σειρά από παράγοντες: η ανακάλυψη πολύ σημαντικών ενεργειακών αποθεμάτων στο βυθό της περιοχής, η τήξη των πάγων που «ανοίγει ορέξεις» για άσκηση δικαιωμάτων ναυσιπλοϊας από τα παράκτια κράτη, αλλά και η επανενεργοποίηση του ανταγωνισμού Ρωσίας-Δύσης σε Μαύρη Θάλασσα και Ανατολική Μεσόγειο, που οδηγεί τη Μόσχα σε αναζήτηση και άλλων ναυτικών οδών.

«Κρούσμα δεύτερον»: Το 2013 η Γαλλία κατέθεσε πρόταση για εθελοντική παραίτηση από το δικαίωμα του βέτο στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ στις περιπτώσεις κατά τις οποίες απαιτείται άμεση δράση για να αποτραπούν μαζικά εγκλήματα. Η γαλλική πρόταση βρήκε στις 11 Αυγούστου φέτος στήριξη από ένα άλλο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας, τη Βρετανία, ενώ η Ρωσία – επίσης μέλος του Σ.Α. – έσπευσε να διατρανώσει την αντίθεσή της. «Δεν έχουν καμία σοβαρή προοπτική με αυτήν την πρόταση, δεδομένου ότι το βέτο κατοχυρώνεται στον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, χωρίς όρους ή επιφυλάξεις και αυτή τη διάταξη του Χάρτη πρέπει να την σέβονται όλα τα κράτη που έχουν επικυρώσει αυτό το σημαντικό έγγραφο του διεθνούς δικαίου», είπε ο Ρώσος Υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ σε συνέντευξη Τύπου μετά από συνομιλίες με τον Σαουδάραβα ομόλογό του, Άντελ αλ Τζουμπέιρ. Μάλιστα, ο Ρώσος ΥΠΕΞ τόνισε πως η επιθυμία της Δύσης για την επίτευξη γεωπολιτικών στόχων μέσω των κυρώσεων βλάπτει τη διπλωματία.

Είναι εμφανές πως απέχουμε πολύ από τις άτυπες συμφωνίες του Ψυχρού Πολέμου, όπου αναγνωρίζονταν ουσιαστικά «σφαίρες επιρροής» ανάμεσα στα δύο μπλοκ. Τόσο η γαλλική πρόταση όσο και η ρωσική αντίδραση δείχνουν πως έχει τρωθεί καίρια η εκατέρωθεν εμπιστοσύνη. Μάλιστα, θα πρέπει να παρατηρήσουμε πως το προηγούμενο του Κοσόβου, όπου παραβιάστηκε η Χάρτα του ΟΗΕ, παρέσχε ανάλογη πρόφαση για την ρωσική προσάρτηση της Κριμαίας. Παράλληλα, το επεισόδιο με τη γαλλική πρόταση δεν είναι ασύνδετο με την συριακή κρίση, όπου Ρωσία και Δύση δεν μπορούν να συνεννοηθούν για την αντιμετώπιση του ISIS.

Η εθνική κυριαρχία αλλά και το βέτο των πέντε μόνιμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ ήταν οι ακρογωνιαίοι λίθοι της μεταπολεμικής τάξης μετά το 1945. Η αδυναμία ειρηνικής και συναινετικής απόφασης περί μετάβασης ή μη σε νέες ρυθμίσεις στα θέματα αυτά δείχνει πως βρισκόμαστε μπροστά σε μία περίοδο εμπόλεμων κρίσεων και παγκόσμιας αταξίας, χωρίς «συμφωνίες κυρίων».

«Κρούσμα τρίτον»: Η Ρωσία κατηγόρησε στις 7 Αυγούστου την κυβέρνηση της Βρετανίας ότι αναγκάζει τους διπλωμάτες της να εγκαταλείπουν το βρετανικό έδαφος κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου, τονίζοντας ακόμη πως θεωρεί ότι ορισμένοι Βρετανοί πολιτικοί έχουν λάβει τη στρατηγική απόφαση να επιδεινώσουν τις διμερείς σχέσεις. Η ρωσική πρεσβεία στο Λονδίνο ήγειρε επίσης ανησυχίες για αυτό που αποκάλεσε «πολιτική ή ψυχολογική πίεση» που ασκείται σε Ρώσους υπηκόους οι οποίοι επισκέπτονται τη Βρετανία από τους τελωνειακούς και τους αστυνομικούς, καταγγέλλοντας ότι η συμπεριφορά του Λονδίνου μοιάζει να επιδιώκει μια σύγκρουση και, άρα, είναι επικίνδυνη.

Η διμερής διπλωματική διένεξη θεωρείται ότι ξέσπασε καθώς οι σχέσεις της Ρωσίας και της Βρετανίας παραμένουν τεταμένες λόγω της κρίσης στην Ουκρανία, των πτήσεων αεροσκαφών της ρωσικής Πολεμικής Αεροπορίας κοντά στον βρετανικό εναέριο χώρο, αλλά και της έρευνας των βρετανικών αρχών για τον θάνατο του πρώην πράκτορα της KGB Αλεξάντερ Λιτβινένκο στο Λονδίνο το 2006.

«Μια συγκεκριμένη μερίδα της βρετανικής ελίτ έχει κάνει τη στρατηγική επιλογή να επιδεινωθούν οι σχέσεις με τη Ρωσία», δήλωσε στις 6 Αυγούστου στη ρωσική καθημερινή εφημερίδα Kommersant ο Ρώσος πρέσβης στη Βρετανία, Αλεξάντερ Γιακοβένκο. «Είναι δύσκολο να καταλήξει κανείς σε ένα διαφορετικό συμπέρασμα όταν ακούει πως η πολιτική ηγεσία της Μεγάλης Βρετανίας θεωρεί τη χώρα του ως την κυριότερη απειλή, μαζί με το Ισλαμικό Κράτος», πρόσθεσε.

Το υπουργείο Εξωτερικών της Βρετανίας από την πλευρά του αρκέστηκε να επισημάνει ότι οι βίζες για τους ρώσους διπλωμάτες εκδίδονται βάσει των δικών του διαδικασιών σε συνεργασία με το υπουργείο Εσωτερικών .Μάλιστα, πρόσθεσε με νόημα ότι η προσέγγιση της βρετανικής κυβέρνησης αποτελεί «αντανάκλαση των διευθετήσεων για τη Βρετανική Πρεσβεία στη Μόσχα».

Η Σύμβαση της Βιέννης του 1961 περί Διπλωματικών Σχέσεων, αν και συνήφθη μεσούντος του Ψυχρού Πολέμου, εγγυάται με σαφήνεια τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που απολαύουν διεθνώς οι διπλωμάτες. Επίσης, πρέπει να υπογραμμιστεί πως κωδικοποιεί για πρώτη φορά διατάξεις που ανέκαθεν ίσχυαν εθιμικά στο δυτικό κρατοκεντρικό σύστημα. Εξάλλου, από την αρχαιότητα ήδη, οι απεσταλμένοι των αντιπάλων δυνάμεων ήταν πρόσωπα ιερά και απαραβίαστα ακόμη και σε περίπτωση κήρυξης πολέμου, ενώ στη βυζαντινή περίοδο οι αυτοκράτορες εφοδίαζαν τους εκπροσώπους τους σε ξένες αυλές με «διπλώματα» (εξ ου και οι όροι διπλωμάτης και διπλωματία), την ισχύ των οποίων δεν αμφισβητούσαν οι ξένοι ηγεμόνες. Η διένεξη ανάμεσα στη Μόσχα και στο Λονδίνο (με τους τόσο γνωστούς δεσμούς με την Ουάσιγκτων) για κάτι τόσο στοιχειώδες στη διεθνή πρακτική υπερβαίνει τα εσκαμμένα και δείχνει πως η πληγή στις σχέσεις Ρωσίας – Δύσης δεν είναι απλά χαίνουσα, αλλά πως σύντομα μάλλον θα γίνει πιο επώδυνη.

Τα παραπάνω τρία «κρούσματα» δείχνουν πως η μεταψυχροπολεμική τάξη μετατρέπεται – με καταλύτη την Ουκρανική κρίση – σε μία παγκόσμια αταξία όπου αμφισβητούνται «κόκκινες γραμμές» και «άτυπες συμφωνίες» ακόμη και της διπλωματικής καθημερινότητας. Μάλιστα, η τάση για εγκατάλειψη των προσχημάτων θα πρέπει να μας προϊδεάζει πως οι αντιθέσεις Ρωσίας – Δύσης μετά την λήξη του Ψυχρού Πολέμου θα λαμβάνουν τη μορφή ενός όλο και πιο ενεργού «σεισμογενούς ρήγματος» που θα ενεργοποιείται όλο και πιο άναρχα - και τα παραπάνω κρούσματα είναι απλώς η προσεισμική δραστηριότητα.