Με την εντεινόμενη κρίση στη Συρία, την ρήξη στις σχέσεις με τη Ρωσία και
την νέα περίοδο γεωπολιτικής αστάθειας που προμηνύεται στην Τουρκία, μετά την
αναζωπύρωση των τρομοκρατικών επιθέσεων από το Ισλαμικό κράτος τους τελευταίους
μήνες με πιο πρόσφατο κρούσμα την πολύνεκρη βομβιστική επίθεση στην Κων/πολη
την περασμένη εβδομάδα, πληθαίνουν τα ερωτήματα κατά πόσο η γείτονα θα μπορέσει
να εξασφαλίσει σε βάθος χρόνου την ομαλή και απρόσκοπτη διέλευση ενεργειακών
ροών προς τη Δύση. Σήμερα η Τουρκία χάρις στο εκτενές πλέγμα αγωγών που έχει
αναπτύξει, αποτελεί το βασικό ενεργειακό κόμβο της ευρύτερης περιοχής αφού μέσω
του συστήματος της διέρχονται βασικοί άξονες, ενώ δημιουργούνται νέοι, για την
μεταφορά αξιόλογων ποσοτήτων πετρελαίου και φυσικού αερίου προς διεθνείς
προορισμούς.
Βασική αρτηρία για τη μεταφορά πετρελαίου αποτελεί ο αγωγός
BTC (
Baku-
Tsilbis-
Ceyhan) χωρητικότητας άνω του 1.0 εκατομμυρίου βαρελιών την ημέρα μέσω του οποίου
διοχετεύεται Αζέρικο και Καζακικό πετρέλαιο προς τις διεθνείς αγορές μέσω του
Τερματικού στο Τσειχάν. Εκεί επίσης καταλήγει και ο αγωγός από το
Kirkuk (
Kirkuk-
Ceyhan) χωρητικότητας 300 χιλιάδων βαρελιών/ ημέρα που μεταφέρει πετρέλαιο από το
Βόρειο Κουρδιστάν προς τη Μεσόγειο. Παράλληλα η Τουρκία εντείνει την προσπάθεια
της να καταστεί ο κύριος διαμετακομιστικός άξονας μεταφοράς Κασπιανού φυσικού
αερίου προς την Ευρώπη μέσω της κατασκευής του τεράστιου αγωγού
TANAP (
Trans
Anatolian
Pipeline) χωρητικότητας 60 δισεκατομμυρίων κυβικών μέτρων στην τελική φάση
ανάπτυξης του το 2016. Με προοπτική ο
TANAP, που θα έχει ένα μήκος 1,840
χλμ. και θα διασχίζει οριζοντίως την Τουρκία, να συνδεθεί με τον καθ’ ημάς
TAP, για την προώθηση 10.0 δισεκατομμυρίων κυβικών μέτρων σε πρώτη φάση προς ΝΑ Ευρώπη και Ιταλία. Θα
πρέπει δε να επισημάνουμε ότι η Ελλάδα προμηθεύεται περί τα 0.75 δισεκατομμύρια
κυβικά μέτρα κατ’ έτος από το Αζερμπαϊτζάν, μέσω Τουρκίας ήδη από το 2007 μέσω
του Ελληνο-Τουρκικού διασυνδετήριου αγωγού χωρητικότητας 6.0 δισεκατομμυρίων
κυβικών μέτρων ετησίως.
Ως γνωστό το σύστημα
TANAP-
TAP αποτελεί αυτό που αποκαλείται σήμερα Νότιος Διάδρομος και προωθείται
συστηματικά και ενθουσιωδώς από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τις ΗΠΑ ως την μεγάλη
εναλλακτική λύση για την ενεργειακή προμήθεια της Ευρώπης, σε μία προσπάθεια
διαφοροποίησης των πηγών προμήθειας και μικρότερης εξάρτησης από το Ρωσικό
αέριο, παρά το γεγονός ότι στην καλύτερη περίπτωση το σύστημα
TANAP-
TAP θα μπορεί να διοχετεύσει μόνο 20.0 δισεκατομμύρια κυβικά αερίου στις
Ευρωπαϊκές αγορές έναντι μίας συνολικής Ευρωπαϊκής κατανάλωσης 490 δισεκατομμυρίων
κυβικών μέτρων και συνολικών εισαγωγών που το 2015 άγγιξαν τα 330
δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα.
Αν και ο Νότιος Διάδρομος, όπως σήμερα έχει σχεδιασθεί, θα έχει οριακές
μόνο επιπτώσεις στην Ευρωπαϊκή προμήθεια, εν τούτοις έχει σημαντικό ρόλο να
παίξει στην επανασχεδίαση του Ευρωπαϊκού ενεργειακού συστήματος καθότι θέτει
τις βάσεις για την δημιουργία μίας εντελώς νέας ενεργειακής πύλης, και
μάλιστα εξ ανατολών, συνδέοντας την
Κασπία με την Ευρωπαϊκή ήπειρο. Η δε περιοχή της Κασπίας περικλείει όχι μόνο το
Αζερμπαϊτζάν, που βάσει των διεθνών στοιχείων περιέχει περιορισμένες ποσότητες
αερίου (της τάξης του 1.0 τρισεκατομμυρίου κυβικών μέτρων) αλλά και το Καζακστάν,
το Τουρκμενιστάν και το Ιράν, με το τελευταίο να διαθέτει τα μεγαλύτερα
αποδεδειγμένα κοιτάσματα αερίου παγκοσμίως, ύψους 35.0 τρισεκατομμυρίων κυβικών
μέτρων).
Όμως σε αντίθεση με την χάραξη του
TAP, που διέρχεται μέσω Ελλάδας,
Αλβανίας και Αδριατικής για να καταλήξει στη Νότιο Ιταλία, ο
TANAP διέρχεται μέσα από μία μάλλον ασταθή- όπως εξελίσσεται αυτή την περίοδο-
γεωπολιτική περιοχή το οποίο σημαίνει ότι το αέριο που θα διέρχεται μέσω
Τουρκίας δεν είναι πλήρως εξασφαλισμένο ότι θα φθάσει στον τελικό του προορισμό.
Με πλέον πιθανή την εκδοχή ότι σε περίπτωση ενεργειακού αποκλεισμού της
Τουρκίας από τη Ρωσία – απ’ όπου εισάγει το 60% περίπου του αερίου που
καταναλώνει- αυξάνονται οι πιθανότητες διακράτησης του αερίου από την Τουρκία,
μέσω
TANAP, που θα προορίζεται για την Ευρώπη. Μία εξαιρετικά πιθανή εκδοχή αφού ήδη η Τουρκία έχει διακρατήσει αέριο που
προοριζόταν για την Ελλάδα για περίοδο αρκετών εβδομάδων, περισσότερες από
τρεις φορές μέχρι σήμερα, συνέπεια δυσκολιών που αντιμετώπιζε η ίδια στην προμήθεια
Ιρανικού και Αζέρικου πετρελαίου λόγω καιρικών συνθηκών αλλά και σαμποτάζ από
Κούρδους αυτονομιστές.
Για όλους τους ανωτέρω λόγους το
σχέδιο που προωθείται σήμερα από την Ελληνικών συμφερόντων κοινοπραξία για την
δημιουργία ενός πλωτού τέρμιναλ
LNG (μονάδα
FSRU) στην Αλεξανδρούπολη έχει τεράστιο στρατηγικό ενδιαφέρον αφού με αυτό τον
τρόπο εξασφαλίζεται μία ακόμη εναλλακτική πηγή προμήθειας. Την στιγμή μάλιστα
που οι τιμές στην αγορά
LNG μειώνονται συνεχώς συνέπεια της
πτώσης της τιμής του αργού, αλλά και της εισόδου νέων προμηθευτών όπως λ.χ. της
Αμερικανικής
Cheniere, η οποία προγραμματίζει εξαγωγές προς Ευρωπαϊκούς προορισμούς από τον
επόμενο κιόλας μήνα.
Ο πλωτός σταθμός
LNG
στην Αλεξανδρούπολη, η μελέτη
του οποίου έχει ξεκινήσει εδώ και 3 χρόνια και ήδη συγκαταλέγεται στα Ευρωπαϊκά
έργα κοινού ενδιαφέροντος (
PCI), προχώρησε με πρωτοβουλία της εταιρείας
Gastrade του Ομίλου Κοπελούζου ενώ
σήμερα είναι σε εξέλιξη η σύσταση μίας ευρύτερης κοινοπραξίας στην οποία πέρα
της εν λόγω εταιρείας πρόκειται να συμμετάσχει η ΔΕΠΑ, μία γνωστή Ευρωπαϊκή
εταιρεία και κατά πάσα πιθανότητα η ίδια
Cheniere. Η μονάδα
FSRU
της Αλεξανδρούπολης θα αποτελείται από ένα ειδικά
κατασκευασμένο πλοίο
LNG χωρητικότητας 170.000 κυβικών μέτρων, το οποίο θα διαθέτει το δικό του
σταθμό αεριοποίησης, δυναμικότητας 6.1 δισεκατομμυρίων κυβικών μέτρων κατ’
έτος. Η πλωτή αυτή μονάδα που θα συνδέεται με υποθαλάσσιο αγωγό μήκους 26 χλμ.
με το εθνικό σύστημα αερίου (ΕΣΦΑ) υπολογίζεται ότι θα κοστίσει περί τα €340
εκατομμύρια με το μεγαλύτερο μέρος της χρηματοδότησης ήδη εξασφαλισμένο τόσο
από κεφάλαια που θα προέλθουν από Ευρωπαϊκές πηγές (
EΙΒ,
EBRD) αλλά και από τους ίδιους
τους μετόχους.
Το ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη μονάδα
FSRU της Αλεξανδρούπολης
εστιάζεται σε δύο βασικούς παράγοντες που έχουν άμεση σχέση με την ενεργειακή
ασφάλεια τόσο σε επίπεδο προμήθειας όσο και ζήτησης. Η δε επιλογή της
Αλεξανδρούπολης ως της αρχικής τοποθεσίας του τέρμιναλ είναι καθοριστικής
σημασίας αφού έτσι διευκολύνεται η
πρόσβαση στο ΕΣΦΑ και μέσω αυτής στον
TAP και στον διασυνδετήριο αγωγό
με την Βουλγαρία, τον
IGB, που αποτελεί και την απαρχή του Κάθετου Διαδρόμου (
Vertical
Corridor) που θα προμηθεύει με αέριο αρκετές χώρες συμπεριλαμβανομένων της
Βουλγαρίας,
FYROM, Σερβίας και Ρουμανίας. Ακόμα δε θα μπορεί να διακινήσει αέριο προς την
κατεύθυνση της Τουρκίας, μέσω του
IGT, σε περίπτωση ανάγκης.