Ερωτήματα για τις αντοχές της παγκόσμιας οικονομίας στις αυξημένες τιμές του πετρελαίου (25/04/2006)

Τρι, 25 Απριλίου 2006 - 10:39
της Δήμητρας Κατραμαδου
Οι υψηλές τιμές του πετρελαίου δεν επηρεάζουν προς το παρόν την ανάπτυξη στην Ευρωζώνη, δήλωνε προ ημερών ο υπουργός Οικονομικών της Αυστρίας, Μάρτιν Μπαρτενστάιν, του οποίου η χώρα προεδρεύει το τρέχον εξάμηνο στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Ο ίδιος συμπλήρωνε ότι ένας σημαντικός λόγος για αυτό είναι ψυχολογικός, «καθώς ο κόσμος έχει μάθει πλέον να ζει με την τιμή του πετρελαίου ανάμεσα στα 60 και τα 70 δολάρια το βαρέλι...». Αλλοι αναλυτές τονίζουν ότι ένας λόγος για τον οποίο η παγκόσμια οικονομία δεν μοιάζει να πτοείται από το ακριβό πετρέλαιο είναι ότι τα 70 δολάρια σήμερα έχουν διαφορετική αξία από τα 70 δολάρια των προηγούμενων δεκαετιών και των προηγούμενων πετρελαϊκών κρίσεων. Τα προαναφερόμενα αληθεύουν, χωρίς αυτό να σημαίνει όμως ότι δεν υπάρχουν ουσιαστικοί λόγοι ανησυχίας. Κάθε άλλο, ιδιαίτερα δε για την ευρωπαϊκή οικονομία, της οποίας οι ρυθμοί ανάπτυξης υπολείπονται όλων των άλλων μεγάλων, ανεπτυγμένων ή αναπτυσσόμενων οικονομιών. Οπως παραδέχονται δε εμπειρογνώμονες, «αν και είναι αξιοσημείωτες οι αντοχές των οικονομιών της Δύσης στις πρόσφατες πετρελαϊκές... όλα έχουν ένα όριο...». Ακόμη δε και εάν παραδεχθούμε ότι η αξία των 70 δολαρίων είναι σήμερα διαφορετική απ’ ό,τι στο πρόσφατο παρελθόν, δεν μπορούμε να αγνοήσουμε ένα άλλο στατιστικό στοιχείο, σύμφωνα με το οποίο η τιμή για το βαρέλι του αργού έχει σχεδόν διπλασιασθεί την τελευταία διετία και σχεδόν τριπλασιασθεί από το 2002... Εάν λοιπόν το δούμε με μια «στενότερη» έννοια, αυτή των ποσοστιαίων αυξήσεων, η... ψυχολογία μας μάλλον θα πρέπει να χαλάσει και μάλιστα εξαιρετικά. Υπενθυμίζεται ότι οι τιμές του πετρελαίου πραγματοποίησαν ρεκόρ αυτή την εβδομάδα –τα στοιχεία μας αναφέρονται έως και τη Μεγάλη Πέμπτη– υπερβαίνοντας τα 74 δολάρια το βαρέλι. Αυτή, η εκτίναξη των τιμών του πετρελαίου, αποδίδεται στον βασικό παράγοντα των «διαφορών» των ΗΠΑ με το Ιράν για το πυρηνικό πρόγραμμα του τελευταίου, αλλά και με την επιτάχυνση των αναπτυξιακών ρυθμών της Κίνας, στο 10,2% το πρώτο τρίμηνο φέτος. Οφείλεται επίσης στην ανακοίνωση των ΗΠΑ για τη δραστική μείωση των αποθεμάτων τους πετρελαίου και βενζίνης την προηγούμενη εβδομάδα, καθώς και στις κινήσεις των κερδοσκοπικών κεφαλαίων, όπως συμβαίνει σε κάθε ανάλογη περίπτωση. Θεαματικές ήταν όμως την εβδομάδα που πέρασε οι εξελίξεις και στις αγορές των πολύτιμων και των βιομηχανικών μετάλλων, καταφυγίων σε περιόδους κλιμάκωσης διεθνών εντάσεων ή πληθωριστικών πιέσεων, με φόντο πάντα την αυξημένη ζήτηση των πρώτων υλών από την Κίνα, αλλά και τη δραστηριότητα των κερδοσκοπικών κεφαλαίων. Αυτή είναι εν ολίγοις η κατάσταση που δημιουργεί σαφέστατο ερώτημα σχετικώς με τις αντοχές της παγκόσμιας οικονομίας στις αυξημένες τιμές του πετρελαίου. Εκείνη η οποία βρίσκεται στη δυσμενέστερη θέση είναι η Ευρώπη, της οποίας η οικονομία ουδέποτε ανέκαμψε πλήρως, με την ανεργία να παραμένει η υψηλότερη στον δυτικό κόσμο και με την εξάρτησή της από ξένους προμηθευτές ενεργειακών προϊόντων, γεγονός για το οποίο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επανέλαβε την ανησυχία της αυτήν την εβδομάδα. Την αντίδραση αυτή της Επιτροπής δεν προκάλεσε μάλιστα η εκτίναξη των τιμών του πετρελαίου αλλά η προειδοποίηση της Gazprom στους Ευρωπαίους να μην τολμήσουν να την περιορίσουν στα αναπτυξιακά σχέδιά της (βλ. εξαγορές στην Ευρώπη) διότι έχει και αλλού... πορτοκαλιές! (Καθημερινή 22-23/04/2006)