Η Οικονομία δεν Κινδυνεύει από το Πετρέλαιο Αλλά από την Ανησυχία για το Πετρέλαιο

Η Οικονομία δεν Κινδυνεύει από το Πετρέλαιο Αλλά από την Ανησυχία για το Πετρέλαιο
Του Andrew Wilson
Πεμ, 18 Φεβρουαρίου 2016 - 09:35
Η αδικαιολόγητη αισιοδοξία στις αγορές φέρει το ρίσκο μιας οδυνηρής ανατροπής, αλλά και η αβάσιμη απαισιοδοξία μπορεί να αποδειχθεί εξίσου καταστροφική με την περίσσεια αυτοπεποίθηση. Οι αγορές σήμερα αντιμετωπίζουν ακριβώς αυτόν τον κίνδυνο: η ολοένα μεγαλύτερη ανησυχία για τις χαμηλές τιμές πετρελαίου απειλεί να υπερισχύσει των πολυάριθμων θετικών ενδείξεων για την πορεία άλλων επενδυτικών αγαθών

Η αδικαιολόγητη αισιοδοξία στις αγορές φέρει το ρίσκο μιας οδυνηρής ανατροπής, αλλά και η αβάσιμη απαισιοδοξία μπορεί να αποδειχθεί εξίσου καταστροφική με την περίσσεια αυτοπεποίθηση. Οι αγορές σήμερα αντιμετωπίζουν ακριβώς αυτόν τον κίνδυνο: η ολοένα μεγαλύτερη ανησυχία για τις χαμηλές τιμές πετρελαίου απειλεί να υπερισχύσει των πολυάριθμων θετικών ενδείξεων για την πορεία άλλων επενδυτικών αγαθών.

Ο κίνδυνος της απαισιοδοξίας είναι ιδιαίτερα οξύς όταν η αγορά βρίσκεται στο ζενίθ της. Όσο ωριμάζει ο "οικονομικός κύκλος", είναι φυσικό για τους επενδυτές να αρχίσουν να αναζητούν τα πρώτα σημάδια μιας αντιστροφής που θα τους δώσει τη δυνατότητα να αποκομίσουν κέρδη ενόσω οι τιμές των assets πέφτουν από τα υψηλά τους.

Σήμερα, πολλοί εκμεταλλεύονται την πτωτική πορεία της τιμής του πετρελαίου μόνο για τον σκοπό αυτό, δηλαδή ως δείκτη έγκαιρης προειδοποίησης για άλλες επενδύσεις.

Αυτό είναι κατανοητό, μέχρι να σκεφτεί κανείς ότι από τους δύο παράγοντες που συμβάλλουν στη διαμόρφωση των τιμών του πετρελαίου -τη ζήτηση που καθοδηγείται από την παγκόσμια αγορά και την προσφορά που εξαρτάται από τη ζήτηση αυτή- είναι η δεύτερη που οδηγεί τις τιμές χαμηλότερα.

Η εξόρυξη σχιστολιθικού πετρελαίου στις ΗΠΑ έχει προκαλέσει μια μακροπρόθεσμη μετατόπιση της δυναμικής της προσφοράς. Το Ιράν έχει πρόσφατα ανακτήσει την πρόσβαση στις δυτικές αγορές, και ούτε η Ρωσία, ούτε η Σαουδική Αραβία έχουν ακόμη πειστεί για τα οφέλη μιας μείωσης της παραγωγής.

Ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας εκτιμά ότι η ζήτηση πετρελαίου στην πραγματικότητα αυξήθηκε κατά σχεδόν 2% το 2015 συγκριτικά με το προηγούμενο έτος, διαψεύδοντας τη άποψη ότι η πτώση στις τιμές αντικατοπτρίζει την επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας. Αυτό είναι που καθιστά δύσκολο να κατανοηθεί το γεγονός ότι το ενδιαφέρον σήμερα επικεντρώνεται μόνο στις τιμές του πετρελαίου.

Οι συνθήκες ήταν καλές για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα στις πιστωτικές αγορές, με τις αθετήσεις πληρωμών σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, αλλά όσο ο οικονομικός κύκλος ωριμάζει, οι αθετήσεις αναμένεται να αυξηθούν σταδιακά. Αλλά αυτό δεν θα συμβεί απαραίτητα στο 1ο τρίμηνο του 2016 - η νομισματική πολιτική παραμένει διευκολυντική, τα κέρδη και η αγορά εργασίας είναι σταθερά, και τα οικονομικά των νοικοκυριών είναι σε καλή κατάσταση (στην πραγματικότητα βελτιώθηκαν χάρη στην αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος λόγω της χαμηλής τιμής του πετρελαίου). Όλοι αυτοί οι παράγοντες υποδηλώνουν μια ήπια ανάπτυξη, αλλά το αρνητικό κλίμα που χωρίς λόγο καλλιεργούν οι ανησυχίες για το πετρέλαιο, θα μπορούσε να οδηγήσει τους επενδυτές να τους αγνοήσουν.

Η επιβράδυνση της Κίνας είναι φυσικά ανασταλτικός παράγοντας, αλλά πολλές ενδείξεις αλλού είναι, σε γενικές γραμμές, θετικές. Ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη εξακολουθεί να είναι πολύ κάτω από τον στόχο αλλά η ανάπτυξη διατηρείται σε ικανοποιητικά επίπεδα, αφού ενισχύεται εν μέρει από τα μέτρα χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και από τις δαπάνες των κυβερνήσεων. Οι ευρωπαϊκές εξαγωγές θα επηρεαστούν όπως είναι φυσικό από τη μείωση της ζήτησης από την Κίνα, ωστόσο αυτό δεν θα πρέπει να υπερεκτιμηθεί: το 7% των εξαγωγών της ευρωζώνης κατευθύνονται προς την Κίνα, αλλά το εμπόριο με τη Μεγάλη Βρετανία είναι διπλάσιο, ενώ το 16% των εξαγωγών απορροφάται από ασιατικές χώρες εκτός της Κίνας και της Ιαπωνίας.

Δεν αναμένουμε ένα παρατεταμένο sell off στις μετοχές παγκοσμίως όπως αυτό που καταγράφεται από την έναρξη της νέας χρονιάς και πιστεύουμε ότι υπάρχει περιθώριο για κάποια μετριοπαθή κέρδη από τα εταιρικά χρέη στη βάση ότι οι αγορές υπερεκτιμούν τους φόβους για μία "πιθανή" ύφεση. Υπάρχουν ορισμένες ευκαιρίες στα ευρωπαϊκά εταιρικά χρέη: Η Ευρώπη εξακολουθεί να είναι στην επεκτατική φάση του οικονομικού κύκλου της, σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, και δεν επηρεάζεται τόσο από τον τομέα της ενέργειας, ο οποίος αντιπροσωπεύει μόλις το 1% της αγοράς υψηλών αποδόσεων της ευρωζώνης.

Φυσικά, θα πρέπει να αναμένεται μία αύξηση στις αθετήσεις πληρωμών στον κλάδο της ενέργειας μέσα στα επόμενα δύο ή τρία χρόνια, αλλά οι τομείς που δεν σχετίζονται με την ενέργεια είναι σε καλή κατάσταση - εν μέρει χάρη στη μείωση των τιμών του πετρελαίου. Οι χαμηλές τιμές, θα πρέπει να θυμόμαστε, είναι καλές για τους καταναλωτές και εξίσου καλές για τις χώρες που είναι καθαροί εισαγωγείς πετρελαίου.

Ο μεγάλος κίνδυνος έγκειται στο γεγονός ότι η υπερβολική συγκέντρωση του ενδιαφέροντος στην αγορά του πετρελαίου, επηρεάζει και άλλους τομείς. Βλέπουμε ήδη τις επιπτώσεις αυτού: το sell off στα ομόλογα υψηλής απόδοσης πριν από τα Χριστούγεννα, λογικό στην περίπτωση των επιχειρήσεων ενέργειας, επεκτάθηκε και σε άλλους κλάδους και έκτοτε οι πιστωτικές συνθήκες έχουν παραμείνει σφικτές. Αυτό θα μπορούσε σύντομα να οδηγήσει σε μια μακροχρόνια γενική συρρίκνωση, καθώς επενδυτές, τράπεζες και επικεφαλής επιχειρήσεων ετοιμάζονται για δύσκολους καιρούς.

Κατά κανόνα, οι χρηματοπιστωτικές αγορές είναι αυτές που θα πρέπει να αντανακλούν ό,τι συμβαίνει στην οικονομία και όχι το αντίστροφο, αλλά η εμπειρία μάς έχει διδάξει ότι η συμπεριφορά των αγορών έχει εξελιχθεί σε μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία: επειδή οι τιμές πέφτουν, οι επενδυτές πιστεύουν ότι κάτι σημαντικό πρέπει να συμβαίνει και μειώνουν τις τοποθετήσεις τους, η επιχειρηματική εμπιστοσύνη υποχωρεί περαιτέρω και να είναι πιο δύσκολο για οποιονδήποτε να προχωρήσει σε κάποια μορφή επένδυσης.

Όταν λειτουργεί κανονικά, η αγορά θα πρέπει να συμπεριφέρεται σαν ένα βαρόμετρο για το τι συμβαίνει στην πραγματική οικονομία, καθώς η ποικιλία των παραγόντων που καθορίζουν την κερδοφορία των επιχειρήσεων επηρεάζεται από τις τιμές των assets. Όμως, με δεδομένη την εξάρτηση του επιχειρηματικού κόσμου από τις επενδύσεις κεφαλαίων, καθίσταται δυνατό οι αναταραχές στις αγορές να έχουν άμεσο αντίκτυπο στην οικονομία.

Όταν συμβαίνει αυτό, οι αναταραχές στην οικονομία - όπως μια πτώση στο χρηματιστήριο ή μία αύξηση του κόστους δανεισμού - σε συνδυασμό με άλλες ενδείξεις για κίνδυνο εισαγωγής των αγορών σε bear market, όπως η ανατίμηση του χρυσού, επηρεάζουν άμεσα το ύψος και το κόστος των διαθέσιμων κεφαλαίων για επενδύσεις.

Κανείς προσεκτικός παρατηρητής της αγοράς δεν θα υποστήριζε ότι οι ισχύουσες συνθήκες είναι απίθανο να επιδεινωθούν μεσοπρόθεσμα. Οι αθετήσεις πληρωμών ήταν ασυνήθιστα χαμηλές στις αγορές για μεγάλο χρονικό διάστημα και πλησιάζουμε στο σημείο που θα αρχίσουν να αυξάνονται, ιδιαίτερα στον τομέα της ενέργειας.

Ωστόσο, αυτό από μόνο του δεν αποτελεί δικαιολογία για πανικό: αν οι αθετήσεις πληρωμών όντως αυξηθούν, η εύρυθμη αγορά θα πρέπει να είναι σε θέση να τις απορροφήσει, αντικατοπτρίζοντας το γεγονός ότι ένα υψηλότερο ποσοστό αθετήσεων πληρωμών ισοδυναμεί με επιστροφή σε φυσιολογικές συνθήκες και δεν αποτελεί σημάδι ότι η αγορά ετοιμάζεται να εισέλθει σε μια κυκλική ύφεση. Αλλά το συμφέρον των εύρυθμων αγορών δεν εξυπηρετείται από την παράλογη επικέντρωση του επενδυτικού ενδιαφέροντος γύρω από ένα μόνο στοιχείο.

Με το πρόσφατο "σήμα" του Mario Draghi για περαιτέρω μείωση των επιτοκίων τον Μάρτιο να χαρίζει ένα προσωρινό μόνο ράλι στις ευρωαγορές, φαίνεται ότι ίσως αναμένουμε μάταια μια ακόμη επιτυχημένη παρέμβαση από τις κεντρικές τράπεζες.

Η καλύτερη ελπίδα μας για την αποτροπή μιας πρόωρης τροπής στον οικονομικό κύκλο είναι να μην αντιδράσουν υπερβολικά οι επενδυτές στις τιμές του πετρελαίου και να εξετάζουν τα ευρύτερα θεμελιώδη αντί να επικεντρώνονται σε ένα μόνο asset που διαμορφώνεται ανάλογα με την προσφορά.

* O Andrew Wilson είναι EMEA chief executive officer της Goldman Sachs Asset Management

(Πηγή: capital.gr)