Οι βόρειες περιοχές του αραβικού εμιράτου του Κατάρ περιέχουν τα μεγαλύτερα αποθέματα φυσικού αερίου στον κόσμο. Τα αποθέματα αυτά, ωστόσο, από απόψεως τοποθεσίας δεν είναι και πολύ προνομιούχα. Δεν υπάρχουν δίκτυα αγωγών ή διψασμένοι καταναλωτές κοντά τους, όπως συμβαίνει με τα κοιτάσματα φυσικού αερίου στον Κόλπο του Μεξικού ή με εκείνα της Ρωσίας. Έτσι, μέχρι τώρα για να φθάσει το φυσικό αέριο στην αγορά απαιτούνταν η ψύχρανσή του ή η ρευστοποίησή του σε ειδικά δεξαμενόπλοια και η μετατροπή του ξανά σε αεριούχα μορφή στον τόπο της παραδόσεως. Διαδικασία η οποία είναι δαπανηρή και κεφαλαιοβόρα. Εκτός όλων αυτών, η αγορά, παρά την ταχεία ανάπτυξή της, υπήρξε περιορισμένη. Το φυσικό αέριο, παρ’ όλο που δεν ρυπαίνει το περιβάλλον τόσο όσο το πετρέλαιο ή άλλης μορφής καύσιμα, χρησιμοποιείται κυρίως για τη λειτουργία σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενεργείας εφόσον παρουσιάζονται τόσο μεγάλες δυσκολίες για την αποθήκευση και τη μεταφορά του. Σε ό,τι αφορά το Κατάρ, η κατάσταση αυτή πρόκειται να αλλάξει συντόμως, αρχής γενομένης από την 6η Ιουνίου. Την ημερομηνία αυτή η εταιρεία Sasol της Νότιας Αφρικής και η Qatar Petroleum θα εγκαινιάσουν ένα νέο εργοστάσιο, το οποίο θα μετατρέπει το φυσικό αέριο σε ένα συνθετικό καύσιμο παρεμφερές προς το ντίζελ, μέσω μιας διεργασίας που είναι γνωστή ως GTL, ή αέριο σε ρευστότητα. Οι ρίζες αυτής της τεχνολογίας βρίσκονται στο παρελθόν και συγκεκριμένα στο 1920. Η Γερμανία την εποχή του ναζισμού και η Νότια Αφρική την εποχή του απαρτχάιντ χρησιμοποιούσαν μια παρεμφερή τεχνολογία για την παραγωγή ντίζελ από άνθρακα, καθώς ο πόλεμος και οι κυρώσεις είχαν καταστήσει το πετρέλαιο δυσεύρετο. Θεωρητικώς, το ντίζελ GTL συγκεντρώνει περισσότερα προσόντα από το υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG). Τα αυτοκίνητα μπορούν να λειτουργήσουν με αυτό, εξασφαλίζοντας στους παραγωγούς φυσικού αερίου όλες τις δυνατότητες που παρέχει η αγορά. Ακόμη καλύτερα, δεν απαιτεί τόσο περίπλοκες υποδομές όσο το υγροποιημένο φυσικό αέριο: μπορεί να φορτωθεί σε απλά δεξαμενόπλοια και να ξεφορτωθεί σε απλά λιμάνια. Ωστόσο, οι περισσότερες πετρελαϊκές εταιρείες υπολογίζουν ότι η δαπάνη της μετατροπής, που συνεπάγεται τεράστιες ποσότητες ενεργείας, θα καταστήσει το αέριο GTL λιγότερο επικερδές από το υγροποιημένο αέριο (LΝG) στο σύνολό του. Ένα κράτος όπως το Κατάρ, με τεράστια αποθέματα φυσικού αερίου και λιγότερα σε πετρέλαιο, πιθανόν να επιθυμεί να επενδύσει στο GTL απλώς για λόγους διαφοροποιήσεως. Όμως, ο Πατ Ντέιβις, επικεφαλής της Sasol, επιμένει ότι το νέο εργοστάσιο (GTL) θα αποφέρει τόσα κέρδη όσα και οι σημερινές εγκαταστάσεις που διαθέτει το Κατάρ για την παραγωγή υγροποιημένου φυσικού αερίου. Κατά τη διάρκεια των περασμένων δεκαετιών, η παραγωγή της Νότιας Αφρικής, όπως ισχυρίζεται ο κ. Ντέιβις, η εταιρεία του αύξησε την αποδοτικότητά της και βελτίωσε την οικονομική δομή, που απαιτεί η διαδικασία για την παραγωγή του φυσικού αερίου GTL. Σε αυτό βοήθησε και το γεγονός ότι το Κατάρ διαθέτει άφθονο και φθηνό φυσικό αέριο. Πάντως, η κυβέρνηση του Κατάρ είναι απόλυτα πεπεισμένη. Επένδυσε το ήμισυ της δαπάνης των 950 εκατομμυρίων δολαρίων, αντί να συνάψει συμφωνία από κοινού εκμετάλλευσης της παραγωγής, που θα σήμαινε ότι η Sasol θα έπρεπε να καλύψει όλο το κόστος του εγχειρήματος. Συμφώνησε δε να αυξήσει την παραγωγή από τα 34.000 βαρέλια ημερησίως στα 100.000 βαρέλια. Από την πλευρά της, η Sasol κτίζει και εργοστάσιο παραγωγής αερίου GTL στη Νιγηρία, από κοινού με την πετρελαϊκή εταιρεία Chevron Texaco, ενώ σχεδιάζει να κτίσει παρεμφερή εργοστάσια στην Αυστραλία και στο Ιράν. Εργοστάσια παραγωγής αερίου GTL σκέπτονται να κτίσουν, επίσης στο Κατάρ, και οι πετρελαϊκές εταιρείες Dustch Shell και Exxon Mobil, ξεχωριστά η κάθε μία για λογαριασμό της. (Καθημερινή - The Economist, 10/6/06)