Ο εξορυκτικός κλάδος συνεχίζει να επενδύει και
να προγραμματίζει επενδύσεις ύψους 1,7 δισ. ευρώ μέχρι το 2020, παρ’ όλο
που οι δείκτες αποδοτικότητάς του κινούνται πολύ χαμηλά από το 2010. Αν
και το 50% των επιχειρήσεων δεν είναι πλέον κερδοφόρες, τα τελευταία
χρόνια ο κλάδος είναι πόλος έλξης ξένων άμεσων επενδύσεων. Οπως
σημειώνουν οι εκπρόσωποι των επιχειρήσεων, η χώρα μας έχει μία μεγάλη
ποικιλία oρυκτών πόρων (μεταλλεύματα, βιομηχανικά ορυκτά, μάρμαρα,
αδρανή κ.λπ.) με πολλά από αυτά να κατέχουν πανευρωπαϊκή ή και παγκόσμια
πρώτη θέση στις αλυσίδες αξίας και τα οποία αποτελούν βάση εφοδιασμού
της εγχώριας μεταποιητικής βιομηχανίας. Η μετατροπή των ορυκτών πόρων σε
πλούτο απαιτεί κεφάλαια, εργατικό δυναμικό και επιχειρηματικότητα καθώς
και σταθερό επενδυτικό κλίμα, αποτελεσματική χωροταξία και κανόνες
αδειοδότησης, σταθερό φορολογικό καθεστώς και ασφάλεια δικαίου. Ηδη με
το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο η εξορυκτική βιομηχανία καταβάλλει
σημαντικά ποσά στο ελληνικό Δημόσιο και στην Τοπική Αυτοδιοίκηση με τη
μορφή μισθωμάτων και τελών που μπορεί να ανέλθουν και μέχρι το 10% της
αξίας των εξορυσσόμενων προϊόντων.
Ο εξορυκτικός κλάδος σήμερα εκπροσωπεί το 3,4% (5,986 δισ. ευρώ) του
ΑΕΠ και σημαντική αναπτυξιακή δυναμική λόγω της εξωστρέφειάς του (50%
των πωλήσεων εκτός Ελλάδας, 5% των συνολικών ελληνικών εξαγωγών). Ο
κλάδος απασχολεί άμεσα περίπου 25.000 εργαζόμενους και έμμεσα δημιουργεί
περίπου 95.000 θέσεις εργασίας, στη συντριπτική τους πλειοψηφία πλήρους
απασχόλησης και ασφάλισης και χωρίς να έχουν θιγεί από τα μέτρα
εσωτερικής υποτίμησης. Σημαντικό είναι ότι το μερίδιο της απασχόλησης
στον κλάδο για το σύνολο της ελληνικής βιομηχανίας ήταν 4,1% το 2014,
ενώ είναι αξιοσημείωτο ότι ο κλάδος απορροφά σημαντικό τμήμα της
απασχόλησης που βρίσκεται σε αυξημένο κίνδυνο ανεργίας και συνεισφέρει
ήδη σημαντικά στο υφιστάμενο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης. Η αξιοποίηση
των ορυκτών πόρων και η εξορυκτική βιομηχανία μπορεί να γίνει ατμομηχανή
ενός νέου παραγωγικού προτύπου της χώρας που θα φέρει περισσότερες
εξαγωγές, νέες επενδύσεις και θα δημιουργήσει ή θα διατηρήσει θέσεις
απασχόλησης υψηλής ποιότητας, που είναι και το ζητούμενο.
(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ")