Η Κόμισσα Άρμανσμπεργκ ήταν η σύζυγος
του Βαυαρού Κόμη Ιωσήφ Άρμανσμπεργκ, ενός άκαμπτου και ψυχρού
γραφειοκράτη, που είχε διοριστεί αντιβασιλιάς, στο νεοσύστατο Ελληνικό
Βασίλειο την εποχή του Όθωνα. Ήταν γυναίκα πνευματώδης, ηλικίας περίπου
40 ετών, εύσωμης εξωτερικής εμφάνισης, αλλά ελκυστικού γενικού
παρουσιαστικού.
Οι καλοί της τρόποι εντυπωσίαζαν όσους
έκαναν παρέα μαζί της, αλλά υπερνικούσε πάντοτε το πάθος της που ήταν η
τάση της για δόξα και πολιτική δύναμη. Είχε ήδη τέσσερις κόρες από τις
οποίες οι τρεις ήταν σε ηλικία γάμου, σύμφωνα με τη ήθη της εκείνης
εποχής (η μεγαλύτερη όλων η Λουίζα αλλά κι αυτή ήταν κάτω των 20 ετών).
Δηλαδή σχετικά κοντινής ηλικίας με τον Όθωνα, γιαυτό και οι κόρες της
αποτελούσαν την μόνιμη παρέα του.
Από την εποχή ακόμα που το Ναύπλιο ήταν
Πρωτεύουσα της Ελλάδας, η Κόμισσα προέβαλε τις κόρες της καθώς τις
έπαιρνε μαζί της σε "επιθεωρήσεις" που ενεργούσε αυτοβούλως σε
Φρουραρχεία και Στρατιωτικές εγκαταστάσεις. Σε μια από αυτές τις
εξορμήσεις είχε επισκεφθεί και τον Βαυαρό Φρούραρχο του Παλαμηδίου
Χριστόφορο Νέζερ. Αφού όλοι είχαν ανέβει τα ατέλειωτα σκαλιά του κάστρου
του Ναυπλίου, παρότι επικρατούσε άνεμος ισχυρός, η Κόμισσα είχε
πληροφορηθεί για την στρατηγική σημασία του Φρουρίου και τον ρόλο του
Φρουράρχου αυτού. Στο μεταξύ με τέτοιου είδους επισκέψεις, έρχονταν σε
επαφή με τους Αξιωματικούς Βαυαρούς και Έλληνες, ερευνώντας διαρκώς για
τους κατάλληλους συζύγους.
Όταν η Αθήνα έγινε η νέα Πρωτεύουσα της
Ελλάδας, η Κόμισσα με τον Άρμανσμπεργκ και τις τέσσερις κόρες της,
μετακόμισαν σε οικία στην οδό Πειραιώς, στην άλλοτε οικία Βλαχούτση. Και
εδώ σχεδόν κάθε απόγευμα ο Όθωνας πήγαινε στο σπίτι τους που ήταν στην
πραγματικότητα ένα μικρό ανάκτορο. Δεν έλειπε ούτε το πιάνο, που είχε
μεταφερθεί από την Τεργέστη, με μια από τις πολλές διαδρομές του πλοίου
"Μαδαγασκάρη" που είχε φέρει τον Όθωνα στην Ελλάδα, την πρώτη φορά στο
Ναύπλιο τον Ιανουάριο του 1833 και μετέπειτα στον Πειραιά. Εκεί έγινε
γνωστό πως ο Όθωνας ήταν ερωτευμένος με την μεγαλύτερη κόρη την Λουΐζα.
Αυτός ο έρωτας όμως διακόπηκε ξαφνικά, όταν το τέλος του 1835 κατέφθασε
στην Ελλάδα ο πατέρας του Όθωνα, Βασιλιάς της Βαυαρίας Λουδοβίκος Α΄.
Εκείνος ήταν που υπέδειξε ουσιαστικά την Πριγκίπισσα που θα νυμφευόταν ο
Όθωνας και την θέση του Παλατιού του, που θα ήταν στην μετέπειτα
Πλατεία Συντάγματος.
Τότε ήταν που οι επισκέψεις του Όθωνα αραίωσαν και έπαψε να βλέπει πλέον την Λουΐζα.
Η Κόμισσα όμως κατάλαβε καλά, πως ο
νεαρός βασιλιάς προοριζόταν για γάμο, με κάποια γαλαζοαίματη των
ευρωπαϊκών βασιλικών οίκων. Έτσι σταδιακά στράφηκε εναντίον του και
έφτασε να τον κατηγορεί με επιστολές στην Αγγλική Κυβέρνηση. Η Κόμισσα
φρόντιζε να ερευνά διαρκώς ώστε οι κόρες της καλοπαντρευτούν κάποιους
αντάξιους των προσδοκιών της.
Εκεί με χορούς και δεξιώσεις κατάφερε να
φέρει σε επαφή τις δύο μεγαλύτερες κόρες της με τους αδελφούς
Κατακουζηνούς που μόλις είχαν καταφθάσει από την Ρουμανία. Αυτοί
αντικατέστησαν στις επισκέψεις τον Όθωνα και τελικά η Κόμισσα κατάφερε
να φέρει σε γάμο, τις Λουίζα και Σοφία, με τα δύο αδέλφια αρχοντικής
καταγωγής, αφού προέρχονταν από την Βυζαντινή Βασιλική οικογένεια των
Κατακουζηνών.
Στο μεταξύ ένα νέο εμπόδιο
δημιουργήθηκε, καθώς η Εκκλησία δεν έδινε άδεια για τέλεση γάμου, δύο
αδελφών με δύο αδελφές. Τότε η Κόμισσα πήγε στον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών
Δανιήλ και του πρότεινε την εξής περίεργη λύση:
Να γίνουν και οι δύο γάμοι, την ίδια
ημέρα και ώρα, σε δύο διαφορετικά δωμάτια του σπιτιού της, ώστε να μην
υπάρχει συγγένεια την στιγμή που διενεργείται το μυστήριο ταυτόχρονα! Ο
Αρχιεπίσκοπος με την πίεση του Αντιβασιλέα και των Υπουργών δέχθηκε και
έτσι ο Στέφανος Κατακουζηνός παντρεύτηκε την Λουΐζα και ο αδελφός του
Δημήτριος την Σοφία. Και οι δύο γάμοι έγιναν ταυτόχρονα!
Αλλά και οι δύο γάμοι υπήρξαν ατυχείς.
Η μεγαλύτερη κόρη η
Λουίζα Άρμανσμπεργκ
αμέσως μετά το γαμήλιο ταξίδι της στην Κωνσταντινούπολη, αρρώστησε από
πανώλη και κατά την επάνοδό της με πλοίο στον Πειραιά, πέθανε. Τάφηκε
λοιπόν το 1835, όπως αναφέρει ο
Χριστόφορος Νέζερ στα απομνημονεύματά του
"επί τινος νήσου, εξ ευωνύμων, τω εισπλέοντι τον λιμένα τούτον". Δηλαδή
τάφηκε στην νήσο της Ψυττάλειας όπου συνήθιζαν να θάβουν τότε, όσους
ξένους ή Έλληνες ναυτικούς αποβίωναν επί πλοίων, εξαιτίας
μολυσματικών ασθενειών. Γιαυτό και μέχρι σήμερα στην Ψυττάλεια εκτός του
τάφου της Λουίζας Άρμπανσμπεργκ υπάρχουν και τάφοι ξένων ναυτικών.
Η αδελφή της Σοφία, μετά από λίγο καιρό
χώρισε και επέστρεψε στην Βαυαρία. Η τρίτη κόρη της Κόμισσας η
ομορφότερη όλων η Καρολίνα παντρεύτηκε έναν Πρώσσο Βουλευτή που αργότερα
καταδιώχθηκε και κατέληξε πρόσφυγας στην Σμύρνη. Αλλά και το τέταρτο
κορίτσι της Κόμισσας η μικρή Μαρία, ερωτεύτηκε τον δάσκαλό της και
κλέφτηκε μαζί του, χωρίς κανείς να μάθει ποτέ νέα της.
|
Τάφος
VRENIERE THEODORE - THOMAS (11 Σεπτεμβρίου 1845). Το όνομά του
αναφέρεται στους αποδέκτες των Γαλλικών Ναυτικών Χρονικών του 1834. |
Κι ένας ακόμα τάφος αυτός του Samuel Pole που σώζεται μέχρι σήμερα (Φωτ. Αρχείο: Γ. Λεκάκη και www.Fryktories.net)
|
|
Ο τάφος της Λουίζας Άρμανσμπεργκ όπως είχε φωτογραφηθεί παλαιότερα από την Λίζα Μιχελή
Όσοι επιθυμούν μπορούν να δουν όλο το βίντεο με τίτλο "Η άγνωστη Ψυττάλεια" από το www.Fryktories.net και τον Γιώργο Λεκάκη:
(από http://pireorama.blogspot.gr)