Ο αγωγός Keystone, ο οποίος μεταφέρει αργό πετρέλαιο από τον
Καναδά στις ΗΠΑ, παρουσίασε διαρροή περίπου 5.000 βαρελιών στην αμερικανική
πολιτεία της Νότιας Ντακότα, ανακοίνωσε την Πέμπτη η ιδιοκτήτρια και διαχειρίστρια
εταιρεία του αγωγού, TransCanada.
Ο όγκος της διαρροής είναι ίσος με περίπου 795.000 λίτρα,
αλλά δεν είναι ακόμα γνωστό πώς θα επηρεάσει την κοινότητα του Amherst στην
κομητεία Marshall της Νότιας Ντακότα.
«Εντοπίστηκε πτώση της πίεσης στο σύστημα διαχείρισης (σ.σ
του
Keystone), η οποία προέκυψε
από διαρροή πετρελαίου που διερευνάται», ανέφερε η
TransCanada σε ανακοίνωσή της.
Η εταιρεία δήλωσε επίσης ότι διακόπηκε με ασφάλεια η
λειτουργία του αγωγού και ενεργοποιήθηκαν οι διαδικασίες αντιμετώπισης έκτακτων
περιστατικών. Παράλληλα, πρόσθεσε ότι «το προσωπικό, περιλαμβανομένων των
ειδικών της
TransCanada
από τα τμήματα Διαχείρισης Έκτακτων Περιστατικών, Μηχανικής, Περιβαλλοντικής Διαχείρισης
και Ασφάλειας, αλλά και ιδιώτες εμπειρογνώμονες αξιολογούν την κατάσταση».
Η διαρροή έρχεται λίγες ημέρες την έκδοση της απόφασης από
τη γειτονική Πολιτεία της Νεμπράσκα σχετικά με το εάν θα χορηγήσει άδεια για το
έργο
Keystone
XL, την
επέκταση του αγωγού
Keystone.
«Έχουμε μεταφέρει με ασφάλεια περισσότερα από 1,5 δισ.
βαρέλια αργού πετρελαίου από τότε που ξεκίνησε η λειτουργία του αγωγού το 2010»,
αναφέρει η ιστοσελίδα της
TransCanada
σχετικά με τον αγωγό
Keystone.
Ο αγωγός
Keystone
εκτείνεται σε μήκος 4.324 χλμ και ξεκινώντας από την
Alberta του Καναδά, διέρχεται
έξι Πολιτείες των ΗΠΑ για να καταλήξει στον Κόλπο του Μεξικού, στις νότιες
ακτές του Τέξας. Ο αγωγός μεταφέρει κατά μέσο όρο περίπου 700.000 βαρέλια
πετρελαίου ημερησίως.
Η επέκτασή του, ο αγωγός
Keystone
XL, είναι έργο αξίας $ 8 δισ. που έχει
σχεδιαστεί ώστε να εκτείνεται σε μήκος 1.900 χλμ (1.180 μίλια), με ικανότητα μεταφοράς
κατά μέσο όρο 830.000 βαρέλια αργού ημερησίως.
Ο πρώην Πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα, απέρριψε την
έγκριση του έργου για περιβαλλοντικούς λόγους, αφού η κυβέρνησή του το εξέταζε
για σχεδόν επτά χρόνια.
Ωστόσο, ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ υπέγραψε μια εκτελεστική πράξη
στις 24 Μαρτίου, επιτρέποντας την ολοκλήρωση του σχεδίου.