Δεν έχει κλείσει μήνας αφότου αναζωπυρώθηκε το ενδιαφέρον και οι
διαπραγματεύσεις για το Μακεδονικό. Αλλά ήδη τα πράγματα είναι λιγότερο
αισιόδοξα.
Η υπόθεση ξεκίνησε με τους καλύτερους οιωνούς. Είχαμε μια
μετριοπαθή κυβέρνηση στα Σκόπια, μια συμβιβαστική εθνική γραμμή στην
Αθήνα και έναν επισπεύδοντα διεθνή παράγοντα.
Τα παιδαριώδη λάθη της κυβέρνησης όμως έχουν προκαλέσει σοβαρές επιφυλάξεις.
Τι συνέβη;
Πρώτον, ένα λάθος επιπολαιότητας. Η κυβέρνηση ξεκίνησε τη συζήτηση χωρίς να έχει διασφαλίσει τη συμφωνία του μικρότερου κυβερνητικού εταίρου. Ο
Καμμένος άδραξε την ευκαιρία αναζητώντας πολιτικό χώρο ή απλώς πίστεψε ότι μπορεί να ωφεληθεί.
Δεύτερον, ένα λάθος κουτοπονηριάς. Αιφνιδιασμένη από την αντίδραση του
Καμμένου, η κυβέρνηση νόμισε ότι θα την παρακάμψει μέσα από την υποστήριξη της αντιπολίτευσης. Είναι
«η πλειοψηφία βουλευτών» για την οποία μιλούσε απερίσκεπτα ο
Κοτζιάς.
Προφανώς η αντιπολίτευση δεν δέχθηκε την κατάργησή της από τον
υπουργό Εξωτερικών, αρνήθηκε να παίξει άλλη μία φορά το κορόιδο και
ζήτησε ενιαία κυβερνητική θέση για να συζητήσει.
«Βρείτε τα με τον Καμμένο και μετά κουβεντιάζουμε».
Πάνε οι
«πλειοψηφίες βουλευτών».
Τρίτον, ένα λάθος αμυαλιάς. Μπροστά σε
αυτή την εύλογη απαίτηση και σαν κακομαθημένο παιδί που δεν του κάνουν
το χατίρι, η κυβέρνηση επιτέθηκε στην αντιπολίτευση - και ειδικά στον
Μητσοτάκη, ο οποίος είχε κινηθεί έως τότε πολύ ήπια...
Η κυβέρνηση επέλεξε να αντιπολιτευθεί την αντιπολίτευση σε ένα ζήτημα που δεν τους χωρίζουν αγεφύρωτες διαφορές.
Τροφοδότησε έτσι μιαν άσκοπη αντιπαλότητα και κατέστησε τη
συναίνεση εξαιρετικά δύσκολη και μάλλον απίθανη. Δεν βρίσκω πιθανό πλέον
να βάλει ο
Μητσοτάκης το κόμμα του σε δοκιμασία για να βοηθήσει τον
Τσίπρα!
Τέταρτον, ένα λάθος φανατισμού. Εσπευσε
να τσουβαλιάσει με την Ακροδεξιά και τον εθνικισμό όσους έχουν
διαφορετική άποψη. Το υπουργείο Εξωτερικών κατηγόρησε ακόμα και τη Ιερά
Σύνοδο ότι
«συμπορεύεται με τη Χρυσή Αυγή».
Αλλά όσοι διαφωνούν με την κυβερνητική προσέγγιση δεν είναι απαραιτήτως ιδεολογικοί απόγονοι του
Χίτλερ, ούτε εθνικιστές. Μπορεί απλώς να διαφωνούν.
Η κυβέρνηση φρόντισε να τους πολώσει αντί να κατευνάσει τις ανησυχίες τους. Αντε τώρα να τους μαζέψεις!
Πέμπτον, ένα λάθος ανάλυσης. Πίστεψαν ότι
οι συγκινήσεις και οι ευαισθησίες γύρω από το Μακεδονικό είχαν
κατευναστεί μέσα στα χρόνια και ότι η διαχείριση του ζητήματος είχε
καταστεί ευκολότερη.
Επεσαν έξω. Ηδη στις δημοσκοπήσεις τα ποσοστά αντίθεσης στον
συμβιβασμό φτάνουν το 75% και αυξάνονται. Στη Μακεδονία είναι πάνω από
80%.
Ο
Μητσοτάκης υπογραμμίζει αυτή την αστοχία της κυβέρνησης παρατηρώντας σε συνομιλητές του:
«Πώς
είναι δυνατόν να πίστεψαν ότι τα ζητήματα ταυτότητας που φουντώνουν
όπως φουντώνουν σε όλη την υφήλιο, στην Ελλάδα θα υποχωρούν;».
Εκτον, ένα λάθος απελπισίας. Καταλαβαίνοντας
ότι ξεφεύγει η κατάσταση ο Πρωθυπουργός έκοψε και την τελευταία οδό
διαφυγής. Αντί να προστρέξει έστω και την ύστατη ώρα στη θεσμική
αντιπολίτευση, έτρεξε να πέσει στα πόδια του Αρχιεπισκόπου - ο οποίος
προ εβδομάδος συμπορευόταν... με τη
Χρυσή Αυγή!
Η απελπισία κορυφώθηκε ως γελοιοποίηση.
Εβδομον, ένα λάθος στόχευσης. Δεν είναι ακόμη σαφές τι ακριβώς επεδίωκε η κυβέρνηση ανοίγοντας το θέμα.
Να υλοποιήσει δεσμεύσεις που έχει αναλάβει απέναντι στον διεθνή
παράγοντα; Να εκμεταλλευθεί ευνοϊκές συνθήκες για να λύσει ένα πρόβλημα
που χρονίζει; Να βρει την πολιτική επιτυχία που ψάχνει αγωνιωδώς για να
μπει πάλι στο παιχνίδι; Να φέρει σε δύσκολη θέση την αντιπολίτευση;
Πιθανώς κάποια και ενδεχομένως πολλά από αυτά.
Δεν κατάλαβε όμως δύο πράγματα.
Πρώτον, ότι η αντιπολίτευση έχει πάντα
την πολυτέλεια να καταφύγει στην άρνηση, ιδίως όταν η άρνηση εκπροσωπεί
την ευρεία πλειονότητα που περιγράψαμε.
Δεύτερον, ότι η δομική αδυναμία της
κυβέρνησης στην κατασκευή συναινέσεων την καταδίκαζε εξαρχής είτε να
πληρώσει μόνη το κόστος του συμβιβασμού είτε να σηκώσει μόνη το βάρος
μιας αποτυχίας.
Τόσο απλό.
Διακριτοί ρόλοι!
Στις 10 Ιανουαρίου ο Αρχιεπίσκοπος έστειλε επιστολή στον Πρωθυπουργό με
την οποία εξέφραζε την αντίθεσή του στο όρο «Μακεδονία» για τη γείτονα.
Στις 11 Ιανουαρίου ο Πρωθυπουργός απάντησε (σε άψογη εκκλησιαστική
γλώσσα) λέγοντας στον Αρχιεπίσκοπο ότι η εθνική ομοψυχία θεμελιώνεται
«στον σεβασμό των διαφορετικών απόψεων αλλά και των διακριτών ρόλων».
Δηλαδή «σέβομαι την άποψή σας αλλά δεν είναι ο ρόλος σας».
Στις 18 Ιανουαρίου ο Πρωθυπουργός συναντά τον υπουργό Εξωτερικών και
αμέσως μετά σπεύδει στον Αρχιεπίσκοπο «να τον ενημερώσει» και (προφανώς)
να του ζητήσει να βάλει πλάτη για τα συλλαλητήρια.
Ηθικό δίδαγμα; Οι «διακριτοί ρόλοι» κράτησαν με το ζόρι μία εβδομάδα. Ή, αν προτιμάτε, «ένα συλλαλητήριο δρόμο»!
(από www.tovima.gr)