Αμεσα συνδεδεμένο με την ένδεια δημόσιων έργων
υποδομής είναι το φαινόμενο των υπερβολικών εκπτώσεων που προσφέρουν τα
τελευταία χρόνια οι κατασκευαστικές εταιρείες, προκειμένου να
διατηρηθούν στην αγορά. Σύμφωνα με στοιχεία που θα παρουσιαστούν αύριο
σε έκτακτη γενική συνέλευση του Πανελλήνιου Συνδέσμου Τεχνικών Εταιρειών
(ΣΑΤΕ), την τριετία 2015-2017 οι δημοπρατήσεις έργων αξίας άνω των 2
εκατ. υποχώρησαν κατά 60% σε ετήσια βάση σε σχέση με την προηγούμενη
πενταετία, ενώ ταυτόχρονα εκτινάχθηκαν τα ποσοστά των προσφερόμενων
εκπτώσεων. Ειδικότερα, ο μέσος όρος των εκπτώσεων τη συγκεκριμένη
περίοδο άγγιξε το 56%, χωρίς μάλιστα να διαφαίνεται κάποια βελτίωση,
ούτε με το νέο σύστημα των ηλεκτρονικών δημοπρατήσεων, καθώς από τις 18
δημοπρασίες που έγιναν από τις 20 Οκτωβρίου και μετά, η μέση έκπτωση
ανήλθε σε 60,2%.
Το 2015, έτος έντονης πολιτικής και οικονομικής αβεβαιότητας και
φυσικά επιβολής των κεφαλαιακών ελέγχων, δημοπρατήθηκαν μόλις 82 έργα
αξίας 2 εκατ. ευρώ και πάνω, όταν το 2014 είχαν δημοπρατηθεί 190 έργα. Η
τάση αυτή διατηρήθηκε και το 2016, όταν και πάλι ο αριθμός των έργων
ήταν εξαιρετικά χαμηλός με μόλις 86 νέα έργα και μέση έκπτωση 58,6%,
γεγονός που αποδίδεται στην αλλαγή του θεσμικού πλαισίου για τα δημόσια
έργα, που προκάλεσε σοβαρές καθυστερήσεις σε σωρεία διαγωνισμών, έως
ότου προσαρμοστούν οι φορείς ανάθεσης στα νέα δεδομένα.
Ενώ όμως οι εταιρείες του κλάδου προσδοκούσαν κατακόρυφη άνοδο το
2017, εντούτοις, ούτε και πέρυσι αποφεύχθηκαν τα προβλήματα, απόρροια
των συνολικά 230 τροποποιήσεων του νέου θεσμικού πλαίσιου, που οδήγησαν
σε σωρεία ακυρώσεων διαγωνισμών, λόγω ασυμβατότητας των προκηρύξεών τους
με τα αενάως διαφοροποιούμενα δεδομένα. Εστω κι έτσι βέβαια,
δημοπρατήθηκαν 153 έργα, μέσης έκπτωσης 57,7%. Ωστόσο, κατά την περίοδο
2009-2014, η μέση έκπτωση δεν ξεπέρασε το 40% και οι δημοπρατήσεις τις
265 κατ’ έτος, έναντι μόλις 107 ετησίως την τελευταία τριετία.
Οπως αναφέρει ο πρόεδρος του ΣΑΤΕ Ζαχαρίας Αθουσάκης, «το βασικό
αποτέλεσμα της ανυπαρξίας νέων έργων είναι η επικράτηση έντονου και
οξύτατου ανταγωνισμού στις ελάχιστες δημοπρατήσεις έργων, με συνέπεια
αυτά να κατακυρώνονται από 10% έως 25% κάτω του κόστους, δηλαδή με ζημία
για τις εταιρείες, με αποτέλεσμα χρονοβόρες διαδικασίες αποπεράτωσης
και αμφιλεγόμενη ποιότητα κατασκευής των έργων, χρήση φθηνών εισαγόμενων
υλικών κι εξοπλισμού». Ταυτόχρονα, σύμφωνα με τον ίδιο, αυτό το
φαινόμενο οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε κατάρρευση των υγιών
επιχειρήσεων, οι οποίες δεν μπορούν να ανταγωνιστούν προσφορές κάτω του
κόστους.
(από την εφημερίδα "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ")