Η Κύπρος –που περιβάλλεται από την Ελλάδα, την Τουρκία, τη Συρία, το Λίβανο, το Ισραήλ και την Αίγυπτο- βρίσκεται στο επίκεντρο μιας γεωστρατηγικής περιοχής. Εντός και εκτός, οι δραστηριότητες εξερεύνησης αερίου και τα δικαιώματα σε υποθαλάσσιους πόρους στα ανοιχτά του νησιού, αποτελούν σημείο σύγκρουσης μεταξύ της Κύπρου, του κατεχόμενου τμήματος της Κύπρου και της Τουρκίας.

Η Κύπρος –που περιβάλλεται από την Ελλάδα, την Τουρκία, τη Συρία, το Λίβανο, το Ισραήλ και την Αίγυπτο- βρίσκεται στο επίκεντρο μιας γεωστρατηγικής περιοχής. Εντός και εκτός, οι δραστηριότητες εξερεύνησης αερίου και τα δικαιώματα σε υποθαλάσσιους πόρους στα ανοιχτά του νησιού, αποτελούν σημείο σύγκρουσης μεταξύ της Κύπρου, του κατεχόμενου τμήματος της Κύπρου και της Τουρκίας. Η πιο πρόσφατη σύγκρουση –σχετικά μια έντονη ρητορική σε συνδυασμό με ναυτικές δραστηριότητες- απεικονίζει τον κίνδυνο στρατιωτικού ατυχήματος ή λανθασμένου υπολογισμού. Περισσότερο από ποτέ, η διπλωματία θα πρέπει να επικρατήσει έναντι των όπλων.

Πολλά διακυβεύονται. Η διαίρεση του νησιού και οι πολυάριθμες προσπάθειες επανένωσής του, η οριοθέτηση των ΑΟΖ, τα δικαιώματα εξερεύνησης, ο εφοδιασμός με φυσικό αέριο της ΕΕ, οι σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας, όλα αυτά τα θέματα είναι αλληλένδετα.

Και υπάρχουν αρκετοί εμπλεκόμενοι παράγοντες: η Δημοκρατία της Κύπρου, το κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου που αναγνωρίζεται μόνο από την Τουρκία, η ίδια η Τουρκία, και μια ομάδα χωρών και εταιρειών που ενδιαφέρονται για την ενεργειακή εξερεύνηση, μεταξύ των οποίων το Ισραήλ, η Αίγυπτος, οι ΗΠΑ, η Ε και οι ρωσικές εταιρείες εκμετάλλευσης φυσικού αερίου. Αυτή η λίστα είναι από μόνη της μια προβληματική χορογραφία.

Η εξερεύνηση για αέριο γύρω από την Κύπρο βρίσκεται στο μέσον δύο μεγάλων διαφορών. Η μία είναι η διαίρεση του νησιού μετά από την τουρκική κατοχή το 1974 και η αποτυχία –μέχρι στιγμής- να διαπραγματευτούν μια συνολική διευθέτηση υπό την αιγίδα του ΟΗΕ. Η άλλη είναι ο ορισμός της ΑΟΖ, που αποτελεί από μόνο του ένα ζήτημα καθώς η Τουρκία αμφισβητεί μέρος των δικαιωμάτων της Κύπρου και επειδή τα νότια και βόρεια του νησιού έχουν διαφορετική άποψη για την άσκηση των δικαιωμάτων εντός της ΑΟΖ του νησιού.

Σε κανονικές περιόδους, αυτές οι διαφορές θα προκαλούσαν μόνο κάποιες διπλωματικές συζητήσεις, με τη συμμετοχή νομικών εμπειρογνωμόνων και μια μαζική χρήση αντιφατικών χαρτών. Παλαιότερα, συμμετείχα σε τέτοιες συζητήσεις.

Σε άλλες εποχές, αναλάμβαναν οι αυστηρές δηλώσεις και η περιστασιακή χρήση της διπλωματίας των όπλων. Για παράδειγμα, το καλοκαίρι του 2011, όταν η Κύπρος ανακοίνωσε την έναρξη των διερευνητικών γεωτρήσεων στα αμφισβητούμενα νερά, η Άγκυρα προειδοποίησε ότι "οι φρεγάτες της Τουρκίας, τα πυροβόλα και οι αεροπορικές της δυνάμεις θα παρακολουθούν συνεχώς τις εξελίξεις στην περιοχή" και ότι οι γεωτρήσεις θα ισοδυναμούσαν με τρέλα".

Στις καλύτερες εποχές, οι ηγέτες και των δύο κυπριακών κοινοτήτων φαινόταν να συμφωνούν ότι η εξερεύνηση και αξιοποίηση των πόρων αερίου του νησιού θα πρέπει να είναι ένα ζήτημα "σε ομοσπονδιακό επίπεδο". Μια μεγάλη διαφορά παραμένει μέχρι σήμερα: η δημοκρατία της Κύπρου υποστηρίζει ότι όλο το νησί θα επωφελούνταν από αυτούς τους πόρους με την επίτευξη μιας συμφωνίας για την επανένωση του νησιού, ενώ οι τουρκοκύπριοι υποστηρίζουν ότι τα ενεργειακά ζητήματα θα πρέπει επισήμως να αποτελούν μέρος των διαπραγματεύσεων για τη λύση. Το μόνο ελπιδοφόρο σημείο είναι πως και οι δύο πλευρές συμφωνούν για την ομοσπονδιακή φύση των ενεργειακών ζητημάτων στο σενάριο που θα επιτευχθεί μια συμφωνία για την επανένωση της Κύπρου. Ωστόσο, οι ενεργειακοί πόροι δεν έχουν γίνει κίνητρο για να προχωρήσουμε με μια συνολική διευθέτηση.

Η τελευταία αναζωπύρωση το Φεβρουάριο, ήταν ένα από τα αρνητικά επεισόδια στην ιστορία με το κυπριακό αέριο –όχι ασυνήθιστο από μόνο του, αλλά ίσως πιο ριψοκίνδυνο από ό,τι συνήθως. Ξεκίνησε με την ανακοίνωση ότι η ιταλική ενεργειακή εταιρεία ΕΝΙ θα έστελνε μια πλατφόρμα γεώτρησης –με την ονομασία Saipem 12000- σε ζώνες που αμφισβητούνται από την Τουρκία. Αυτή η επιχείρηση είναι μέρος μιας μεγαλύτερης εκστρατείας γεώτρησης που ξεκίνησε η Κύπρος, και περιλαμβάνει παγκόσμιες ενεργειακές εταιρείες, όπως η γαλλική Total και η Exxon των ΗΠΑ, πέραν της ΕΝΙ.

Όπως προβλεπόταν, η αντίδραση της Άγκυρας –που από μόνη της, δεν είναι κάτι νέο- διατυπώθηκε σε αυστηρή γλώσσα από τον Τούρκο υπουργό Εξωτερικών: "Θεωρούμε απαράδεκτο ότι η Ελληνοκυπριακή πλευρά επιμένει να ενεργεί σαν να είναι ο μόνος ιδιοκτήτης του νησιού… Έχουμε εκφράσει τις ανησυχίες μας, την οργή και την αγανάκτησή μας αρκετές φορές. Όλοι θα πρέπει να καταλάβουν ότι είμαστε έτοιμοι να λάβουμε όλα τα απαραίτητα μέτρα για αυτό το σκοπό".

Αφότου τα τουρκικά πολεμικά πλοία έδιωξαν την εξέδρα γεώτρησης της ΕΝΙ από την περιοχή, οι διπλωματικές δηλώσεις κλιμακώθηκαν περαιτέρω. Ενώ ο Κύπριος πρόεδρος Νίκος Αναστασιάδης ζήτησε μετριοπάθεια, τα θεσμικά όργανα της ΕΕ αντέδρασαν με εξίσου προβλέψιμο τρόπο, με τον πρόεδρο του ευρωπαϊκού Συμβουλίου Donald Tusk και τον πρόεδρο της Κομισιόν Jean-Claude Juncker, να συμπλέει με την Κυπριακή Δημοκρατία. Από την πλευρά του ο Τούρκος πρόεδρος Erdogan, εξέδωσε προειδοποιήσεις παρόμοιες με εκείνες που του 2011, όταν ήταν πρωθυπουργός. Πάλι στα ίδια.

Αυτή τη φορά όμως, υπάρχουν δύο βασικοί παράγοντες που περιπλέκουν τα πράγματα. Ο ένας συνδέεται με τις αγορές αερίου, και το άλλο με την εσωτερική πολιτική της Τουρκίας. Και τα δύο κάνουν το θέμα πολύ πιο περίπλοκο από ό,τι ήταν κάθε άλλη φορά.

Εξετάζοντας τις ενέργειες διερεύνησης για αέριο στην Ανατολική Μεσόγειο, η περιοχή είναι γεμάτη με επιχειρήσεις και σχέδια γεώτρησης και εξαγωγές προς τους περιφερειακούς καταναλωτές, καθώς και στην ΕΕ. Στο παιχνίδι βρίσκονται ανταγωνιστικές χώρες και επιχειρήσεις: αέριο έχει ανακαλυφθεί στα αιγυπτιακά, ισραηλινά και κυπριακά νερά μέχρι στιγμής. Διάφορα σχήματα βρίσκονται υπό σκέψη για την εξαγωγή αερίου στην Ευρώπη μέσω της Τουρκίας ή απευθείας μέσω της Ελλάδας. Προετοιμάζονται επίσης έρευνες από το Λίβανο και την Τουρκία. Η Ρωσία παραμένει ένας ισχυρός ενεργειακός παράγοντας στην περιοχή, μαζί με το Λίβανο και την Αίγυπτο, στο πλαίσιο μιας συνολικής ενεργειακής στρατηγικής βασισμένης στο να διατηρηθεί ο μέγιστος έλεγχος στον εφοδιασμό της Δυτικής Ευρώπης με αέριο.

Πολλά από αυτά τα σχέδια δεν έχουν φτάσει ακόμη σε επιχειρησιακό επίπεδο, ιδιαίτερα από τη στιγμή που οι τιμές φυσικού αερίου παγκοσμίως είναι χαμηλές και οι επενδύσεις που χρειάζονται είναι γιγαντιαίες. Αλλά δεδομένου του δυνητικού μεγέθους των διαθέσιμων πόρων, μπορεί κανείς να περιμένει μεγάλες πολιτικές μάχες σε μια περιοχή που ήδη ταλανίζεται από συγκρούσεις –και η οποία είναι ένα από τα κύρια θέατρα όπου η Μόσχα προτίθεται να παρουσιάσει την επιστροφή της ως μεγάλη παγκόσμια δύναμη.

Η εσωτερική πολιτική της Τουρκίας επίσης, καθιστά την κατάσταση πιο ευαίσθητη από ποτέ. Οι προεδρικές και βουλευτικές εκλογές επίκεινται –θα διεξαχθούν ταυτόχρονα το Νοέμβριο του 2019, αν όχι νωρίτερα –και ο πρόεδρος Erdogan δεν είναι απόλυτα σίγουρος ότι θα διεξάγει τις εκλογές και θα δει το κόμμα του να διατηρεί μια σημαντική πλειοψηφία στη βουλή. Για το λόγο αυτό, το κυβερνών ΑΚΡ έχει εισέλθει σε μια συμφωνία συνασπισμού με το εθνικιστικό ΜΗΡ. Αυτό με τη σειρά του έχει προκαλέσει ένα πιο έντονο εθνικιστικό αφήγημα και απομακρύνει την πιθανότητα μιας συνολικής διευθέτησης του κυπριακού (που θα συνεπαγόταν την αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων από το νησί).

Υπάρχουν ισχυροί λόγοι για να επικρατήσει η διπλωματία έναντι των όπλων. Ας ελπίσουμε ότι η Μόσχα και η Άγκυρα θα δουν έτσι τα πράγματα.

 

(Carnegie Europe - capital.gr)