Μάλιστα, όπως αναφέρουν οι συντάκτες του “Offshore Energy Outlook” (OEO), που δημοσιεύθηκε τον Μάιο, η ανάγκη για ...υπεράκτια ενέργεια είναι ένας καλός λόγος για να ξεκινήσουν οι ρυθμιστικές αρχές να δίνουν ιδιαίτερη προσοχή στις λειτουργικές, αλλά και στις περιβαλλοντικές, επιδόσεις του συγκεκριμένου τομέα.
Στο Σενάριο Νέων Πολιτικών (NPS), με βάση τα υφιστάμενα πλαίσια πολιτικής και τις εξαγγελθείσες προθέσεις, η παραγωγή πετρελαίου στην ανοικτή θάλασσα αυξάνεται οριακά, ενώ το αέριο τείνει να πάρει την κορυφαία θέση στην υπεράκτια παραγωγή. Όσον αφορά στην παραγωγή από υπεράκτια αιολικά πάρκα, δείχνει να αυξάνεται περισσότερο από δέκα φορές το 2040, βάσει των υποστηρικτικών πολιτικών σε Ευρώπη, Κίνα και αλλού.
Το δεύτερο εναλλακτικό σενάριο βιώσιμης ανάπτυξης (SDS) θέτει ως δεδομένο ότι οι κυβερνήσεις βρίσκονται σε καλό δρόμο για να επιτύχουν τους στόχους για την ανάσχεση της κλιματικής αλλαγής, την ποιότητα του αέρα και την ενεργειακή πρόσβαση. Έως τη δεκαετία του 2030, βάσει του συγκεκριμένου σεναρίου, οι επενδύσεις ανοικτής θάλασσας, οι οποίες σήμερα “γέρνουν” προς το πετρέλαιο, κατανέμονται σε τρία περίπου ίσα μέρη, καθώς στο πετρέλαιο και (σε μικρότερο βαθμό) στο αέριο, η αύξηση της παραγωγής είναι χαμηλότερη από ό,τι στο πρώτο σενάριο. Ωστόσο, η παραγωγή υπεράκτιας ηλεκτρικής ενέργειας αυξάνεται δύο φορές πιο γρήγορα και παρέχει το 4% της παγκόσμιας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας έως το 2040.
Η χρήση φυσικού αερίου παγκοσμίως αυξάνεται περισσότερο στο πρώτο σενάριο (NPS) _ κατά 45% την περίοδο έως το 2040. Σύμφωνα με το δεύτερο σενάριο (SDS), η ζήτηση για φυσικό αέριο εξακολουθεί να αυξάνεται κατά περισσότερο από 15% έως το 2030, παραμένοντας γενικά σε αυτό το επίπεδο έως το 2040. Ωστόσο, εξακολουθεί να ξεπερνά τον άνθρακα κατά τα μέσα της δεκαετίας του 2020 και το πετρέλαιο στα μέσα της δεκαετίας του 2030 για να καταστεί το σημαντικότερο καύσιμο στο παγκόσμιο ενεργειακό μείγμα.
Βάσει του δεύτερου σεναρίου απαιτούνται 4,6 τρισεκατομμύρια δολάρια σε επενδύσεις σε όλους τους τύπους των υπεράκτιων ενεργειακών υποδομών για την περίοδο έως το 2040, ενώ με βάση το πρώτο σενάριο χρειάζονται 5.9 τρισεκατομμύρια δολάρια για την ίδια περίοδο. Αυτό μεταφράζεται σε σχεδόν 200 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως, την περίοδο 2017 - 2030 και 250 δισεκατομμύρια δολάρια την περίοδο 2031-2040, σύμφωνα με το πρώτο σενάριο, αλλά πολύ λιγότερο βάσει του δεύτερου σεναρίου: περίπου 150 δις δολάρια / έτος και 120 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως αντίστοιχα.
Μικρότερες δαπάνες, καλύτερη τεχνολογία
Στην έκθεση επισημαίνεται ότι τα μεγάλα υπεράκτια έργα σε Νορβηγία και Κόλπο του Μεξικού, τα οποία κάποτε χρειάζονταν μια τιμή πετρελαίου στα 60 με 80 δολάρια ανά βαρέλι για να είναι βιώσιμα, πλέον μπορεί να λειτουργήσουν και με τιμές πετρελαίου μεταξύ 25 και 40 ευρώ ανά βαρέλι. Σήμερα, το 28% του παγκόσμιου εφοδιασμού φυσικού αερίου παράγεται υπεράκτια, κυρίως σε ρηχά νερά.
Στην Ελλάδα, σύμφωνα με στοιχεία που είχαν παρουσιαστεί πρόσφατα σε συνέδριο στην Αθήνα από την Ελληνική Διαχειριστική Εταιρεία Υδρογονανθράκων (ΕΔΕΥ) σχεδιάζονται και νέες γεωλογικές έρευνες νότια της Κρήτης (σε 16 στόχους). Σύμφωνα με τα όσα είχε αναφέρει ο πρόεδρος τη ΕΔΕΥ κ. Γιάννης Μπασιάς, σε αυτές τις περιοχές τα θαλάσσια βάθη είναι μεγάλα και η τεχνολογία ακόμη ανώριμη. Όπως είχε εξηγήσει ο ίδιος, οι μεγάλοι πετρελαϊκοί κολοσσοί, για βάθη νερού μέχρι 1.500 μέτρα θα μπορούσαν να συγκρατήσουν το κόστος παραγωγής στα 25 με 27 δολάρια το βαρέλι. «Η τεχνολογία αναμένεται ότι έχει εξελιχθεί αρκετά. Εντός των επόμενων 3 - 5 χρόνων και έως το 2025 η γεωτρητική βιομηχανία θα είναι σε θέση να διεξάγει γεωτρήσεις σε βάθη μεγαλύτερα των τεσσάρων χιλιομέτρων - τρία χιλιόμετρα νερό και επιπλέον διάτρηση πετρωμάτων - κάτι που σήμερα είναι τεχνικά δύσκολο και κοστοβόρο», είχε αναφέρει.
Σύμφωνα πάντως με την έκθεση του IEA και το σενάριο NPS, προβλέπεται αύξηση της υπεράκτιας παραγωγής αερίου έως το 2040, η οποία κατανέμεται εξίσου μεταξύ ρηχών και βαθέων υδάτων και οδηγεί το μερίδιο και διαφαίνεται ότι θα ξεπεράσει το 30% της συνολικής παραγωγής αερίου. Σε αυτή την αυξημένη υπεράκτια παραγωγή φυσικού αερίου θα συμβάλλει η Βραζιλία, η Αυστραλία αλλά και η Ανατολική Μεσόγειος, αν και η μεγαλύτερη ανάπτυξη προβλέπεται στη Μέση Ανατολή (Ιράν, Κατάρ). Αλλά και η Αφρική θα έχει σημαντικό ρόλο, ιδίως με την ανάπτυξη των τεράστιων κοιτασμάτων σε Τανζανία και Μοζαμβίκη.
Επανάχρηση υποδομής
Στην έκθεση γίνεται λόγος και για την επαναχρησιμοποίηση της υπεράκτιας υποδομής πετρελαίου και φυσικού αερίου όταν φτάνει στο τέλος της λειτουργικής της ζωής. Όπως αναφέρεται, οι πλατφόρμες θα μπορούσαν να γίνουν υπεράκτιες βάσεις για αιολικά πάρκα, να χρησιμοποιηθούν για την έγχυση διοξειδίου του άνθρακα (CO2) σε εξαντλημένα πεδία κλπ. Σύμφωνα με τους συντάκτες της έκθεσης, η Βόρεια Θάλασσα θα μπορούσε να γίνει το «εργαστήρι» για να δοκιμαστούν τεχνικά και εμπορικά όλες αυτές οι ιδέες.
Ευνοούνται τα υπεράκτια αιολικά πάρκα
Η στήριξη των πολιτικών και οι τεχνολογικές εξελίξεις ευνοούν τα υπεράκτια αιολικά πάρκα, των οποίων οι τουρμπίνες είναι πλέον γιγάντιες: “Το ύψος των εμπορικά διαθέσιμων ανεμογεννητριών αυξήθηκε από 100 μέτρα και δυνατότητα παραγωγής 3 MW το 2010, σε 200 μέτρα ύψος και 8 MW το 2016 ενώ υπό σχεδιασμό βρίσκεται ανεμογεννήτρια 260 μέτρων 12 MW ”, αναφέρει η έκθεση.
Σύμφωνα με τα όσα επισημαίνονται σε αυτή, ορισμένα υπεράκτια έργα αιολικής ενέργειας που έχουν προγραμματιστεί να τεθούν σε λειτουργία στις αρχές της δεκαετίας του 2020, δεν απαιτούν καμία εγγύηση τιμών, αν και συχνά εξαρτώνται από τα δίκτυα μεταφοράς ενέργειας προς την ξηρά, τα οποία αναπτύσσονται από τρίτους και επιδοτούνται. Ωστόσο, η υπεράκτια δυναμικότητα αιολικής ενέργειας των 18,7 GW το 2017 συνεισέφερε 56 TWh, δηλαδή μόλις το 0,3% της παγκόσμιας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.
Η πρόκληση του παροπλισμού των υποδομών
Τα έργα για τον παροπλισμό των υπεράκτιων πλατφορμών αναμένεται ότι θα αυξηθούν έως το 2040, με τις εκτιμήσεις να αναφέρουν ότι στη σχετική λίστα βρίσκονται περί τα 2.500 με 3.000 έργα. Σήμερα ο κλάδος παροπλίζει περίπου 120 κατασκευές ετησίως, κυρίως στη Βόρεια Αμερική. Η Βόρεια Θάλασσα, ωστόσο, αναμένεται να βρεθεί στο επίκεντρο των συζητήσεων για τις βέλτιστες προσεγγίσεις του ζητήματος, τις προκλήσεις αλλά και το κόστος, καθώς εκεί βρίσκονται εγκατεστημένες πάνω από 500 πλατφόρμες. Έως σήμερα έχουν παροπλιστεί κυρίως χαλύβδινες κατασκευές, ωστόσο η πρόκληση έρχεται τα επόμενα χρόνια οπότε θα πρέπει να διαλυθούν πιο σύνθετες κατασκευές σε βαθύτερα ύδατα.